«Ποίηση 1948»
«Στον Νίκο Ε…1949"
Tούτη εποχή
Φίλοι
του εμφυλίου σπαραγμού Που φεύγουν
δεν είναι εποχή
Που χάνονται μια μέρα
για ποίηση
Φωνές
κι άλλα παρόμοια Τη νύχτα
σαν πάει κάτι
Μακρινές φωνές
να γραφεί
Μάνας τρελής στους έρημους
είναι
δρόμους
ως αν
Κλάμα παιδιού χωρίς απάντηση
να γράφονταν Ερείπια
από την άλλη μεριά
Σαν τρυπημένες σάπιες σημαίες
αγγελτηρίων θανάτου
Εφιάλτες
γι αυτό και Στα
σιδερένια κρεβάτια
τα ποιήματά μου
Όταν το φως λιγοστεύει
είναι τόσο πικραμένα Τα ξημερώματα
(και πότε άλλωστε- δεν ήσαν;) (Μα
ποιος με πόνο θα μιλήσει
κι είναι
Για όλα
-προ πάντων- αυτά;)
Και Μ.
Αναγνωστάκης
τόσο «ΠΑΡΕΝΘΕΣΕΙΣ», 1949
λίγα
Ν. Εγγονόπουλος
«ΕΛΕΥΣΙΣ», 1948
Σύγκριση
των δύο ποιημάτων
Ποιητικός
διάλογος γύρω από τη σχέση της ποίησης με την ιστορική
πραγματικότητα
Ο
τίτλος του ποιήματος του Αναγνωστάκη, Στον Νίκο Ε., η χρονολογία
έκδοσής του (1949), ο ακρωτηριασμένος λόγος και το θεματικό κέντρο του ποιήματος (εμφύλιος πόλεμος) συνηγορούν στη
διαπίστωση ότι απευθύνεται στο Ν. Εγγονόπουλο. Ο ίδιος ο Αναγνωστάκης, βέβαια,
αρνείται ότι πρόκειται για απάντηση στον Εγγονόπουλο, αλλά αναφέρεται σ’ έναν
νεκρό φίλο του και συναγωνιστή. Στοιχείο που επιτείνει την άποψη ότι πρόκειται
για απάντηση είναι και ο στίχος σε παρένθεση, που δείχνει την πρόθεση από μέρους
του Αναγνωστάκη για έναν ευρύτερο ποιητικό διάλογο. Υπό το πρίσμα αυτό μπορούμε
πράγματι να θεωρήσουμε το ποίημα του Αναγνωστάκη ως απάντηση στον Εγγονόπουλο. Ομοιότητες
υπάρχουν ως προς το κοινό ιστορικό πλαίσιο και τη συμφωνία για την τραγικότητα
της εποχής, αξιοσημείωτες είναι και οι ομοιότητες στην τεχνική των δύο κειμένων
(ελεύθερος στίχος, ελάχιστη στίξη κ.λπ).
Ως
προς τη μορφή:
•
ο λόγος είναι τεμαχισμένος, η διατύπωση ελλειπτική, ενώ χαρακτηρίζεται από
λιτότητα
εκφραστικών μέσων
•
ο στίχος είναι ανισοσύλλαβος και ανομοιοκατάληκτος
•
η στίξη είναι σχεδόν απούσα
• δίνονται φράσεις – στίχοι σε παρενθέσεις.
Ως
προς το περιεχόμενο:
Και τα δύο ποιήματα πραγματεύονται το ίδιο
θέμα: το χρέος της ποίησης και του ποιητή σε δύσκολες και αιματηρές περιόδους.
Ο χρονικός πυρήνας είναι ο εμφύλιος πόλεμος και ο θεματικός τους πυρήνας
η φρίκη, ο θάνατος και ο σπαραγμός που κυριαρχούν σε
εποχή εμφύλιας διαμάχης.
Κοινό
σημείο των δύο ποιημάτων είναι και το ότι αποτελούν
ποιήματα για την ποίηση. Δεν αρκούνται, δηλαδή, στο να καταγράψουν ή να
σχολιάσουν την ιστορική πραγματικότητα, αλλά δηλώνουν και την άποψή τους για το
ρόλο της ποίησης και το χρέος του ποιητή μέσα σ’ αυτήν την εποχή καθώς και για
την επίδραση της εποχής στην ποιητική τους
δημιουργία.
Μελετώντας
συγκριτικά τα δύο ποιήματα διαπιστώνουμε ότι η διαφοροποίησή τους
έγκειται σε κάποια νοηματικά στοιχεία:
Ο
Εγγονόπουλος αναφέρεται υπαινικτικά
στον εμφύλιο και στο κλίμα του με την επιλογή συγκεκριμένων λέξεων (εμφύλιου σπαραγμού, αγγελτήρια
θανάτου). Ο Αναγνωστάκης παρουσιάζει παραστατικά
την εφιαλτική εποχή με την παράθεση οπτικοακουστικών εικόνων.
Η σημαντικότερη διαφορά, όμως, έγκειται στη θέση τους για τη στάση του
πνευματικού ανθρώπου και ειδικότερα του ποιητή απέναντι στη ζοφερή
πραγματικότητα. Ο Εγγονόπουλος υποστηρίζει ότι η ποίηση σε στιγμές τραγικές για
το λαό και τη χώρα προβάλλει ως περιττή
πολυτέλεια, είναι μάταιη. Γι’ αυτό και ο
ίδιος λαμβάνει απόφαση για ακύρωση της λειτουργίας της ποίησης, για σιωπηρή
αποχή από τα τραγικά δρώμενα.
Πιστεύει ότι δεν ταιριάζει στην ποίηση να καταγράφει
και να σχολιάζει την ιστορική πραγματικότητα, ειδικά σε τέτοιες τραγικές εποχές.
Δε θεωρεί χρέος του ποιητή να σχολιάζει
την πραγματικότητα και να χρησιμοποιεί την πένα του για να εκφράσει
τις
απόψεις του. Μια τέτοια ενέργεια κάνει την ποίηση να μοιάζει παράταιρη και
ιερόσυλη. Μάλιστα, μας δηλώνει και την επίδραση της εποχής στην ποίησή του.
Έτσι, η εποχή συνθλίβει την έμπνευσή του και παράλληλα φορτίζει αρνητικά την
ατμόσφαιρα του έργου του.
Ο Αναγνωστάκης αντίθετα, θεωρεί ότι χρέος του
ποιητή είναι να καταγράψει ποιητικά και να καταγγείλει τη ζοφερή
πραγματικότητα, να αφήσει δηλαδή ένα αδιάψευστο ντοκουμέντο της τραγικής
εποχής. Ακολουθεί έναν δρόμο πιο μαχητικό ,εκλαμβάνει την ποίηση ως μέσον καταγγελίας των
γεγονότων. Θεωρεί ότι η ποίηση και ο
ίδιος ως ποιητής έχουν χρέος όχι μόνο να καταγράψουν την ιστορική
πραγματικότητα αλλά και να τη σχολιάσουν, να την καυτηριάσουν, να εκφράσουν την
άποψή τους.
Έτσι, η ποίησή του αποδίδει με ωμό ρεαλισμό
την πραγματικότητα και μοιάζει να αποτίει
φόρο τιμής στους «χαμένους
φίλους». Αυτό, μάλιστα, δεν αποτελεί μόνο χρέος
συνείδησης, αλλά και ευθύνη απέναντι στην κοινωνία, στους συνανθρώπους του.
Είναι χρέος και μάλιστα ύψιστο του ποιητή να εκφράζεται για να καθοδηγεί τους συνανθρώπους
του, να τους ευαισθητοποιεί και να τους παρακινεί σε δράση.
Ο Αναγνωστάκης, κινούμενος στα πλαίσια της
«αντιστασιακής ποίησης», προσπαθεί να δημιουργήσει στους αναγνώστες του μηχανισμούς
εσωτερικής αντίστασης και να προωθήσει έτσι την αντίδραση προς την καθεστηκυία
τάξη. Παράλληλα, με την αποστροφή του προς τους άλλους ποιητές, «μα ποιος με πόνο θα μιλήσει
για όλα αυτά;», προσδίδει στην
ποίηση και μία ακόμη ιδιότητα. Την καθιστά
βήμα και αφορμή διαλόγου, ανταλλαγής απόψεων και επικοινωνίας μεταξύ των
ποιητών.
Αναστασία
Βακαλούδη
Σχολική
Σύμβουλος Φιλολόγων
Δυτικής
Θεσσαλονίκης
ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΥ –
ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ
1)
Τίτλος (1948)
α) χωρίς άρθρο – γενίκευση
β) 1948: χρονολογία κορύφωσης του εμφύλιου
σπαραγμού.
Τίτλος (1949)
α) ασάφεια σκόπιμη = Ε…= Ευστρατιάδης
συναγωνιστής ( κατά προφορική δήλωση του ίδιου του ποιητή)
β) σύμπτωση χρονολογιών + κυκλοφορία της
ποιητικής συλλογής
2)
Η πρώτη στροφική ενότητα (1948) (στ.
1-13)
Υποενότητες
2.1 στ. 1-5: η δήλωση του ποιητή για τον
αντιποιητικό χαρακτήρα της εποχής
Εκφραστικά μέσα:
α) σπαραγμού: ελλειπτική
διατύπωση – τεμαχισμένος λόγος= «σπάραγμα»
κειμενικού λόγου.
β) εποχή: επανάληψη και
αντίθεση = τι είναι (στ.1-2) και τι δεν είναι (στ. 3-4)
γ) μίμηση του καβαφικού στίχου: αρνητική επίδραση της εποχής σε όλες τις
μορφές της τέχνης.
2.2. στ. 6-13: η δυσκολία της ποιητικής γραφής
λόγω του επικρατούντος στο χώρο και χρόνο θανάτου
α) με μια υπόθεση (σαν πάει κάτι να
γραφτεί)
β) «αγγελτηρίων θανάτου»: παρομοίωση ρεαλιστικού περιεχομένου.
γ) ολιγογραφία: χαρακτηριστικό υπερρεαλιστικής γραφής.
Η πρώτη στροφική ενότητα (1949)(στ.
1-10)
2.1. στ. 1-3: η ξαφνική απώλεια φίλων – βιωματική
εμπειρία
Εκφραστικά μέσα
α) οπτική εικόνα
β) κλιμάκωση ως προς τον αριθμό των λέξεων του κάθε στίχου (1-2-4) και ως
προς το νόημα: τα πρόσωπα, η κατάσταση, το αποτέλεσμα.
γ) ενεστωτικός χρόνος + μια μέρα
= έμφαση στο επαναλαμβανόμενο γεγονός.
2.2 στ. 4-8: ο ανοικτός χώρος με τις κραυγές
απόγνωσης
Εκφραστικά μέσα:
α) ηχητική εικόνα
β) επανάληψη της λέξης φωνές-μακρινές
φωνές
γ) νοηματικές αντιθέσεις: φωνές
μάνας τρελής-στους έρημους δρόμους, κλάμα παιδιού-χωρίς απάντηση
δ) τρελής μάνας (Δ.Σολωμού,
Ελεύθεροι Πολιορκημένοι)
ε) έρημους δρόμους (Μ.
Σαχτούρη, Η Αποκριά)
2.3.στ. 9-10: οπτική εικόνα του κατεστραμμένου
τοπίου, κατάρρευση αξιών και ιδεωδών
Εκφραστικά μέσα: παρομοίωση.
Δεύτερη στροφική ενότητα (1948)
(στ.14-20)
3. Οι συνέπειες της αντιποιητικής εποχής=η ποιητική θλίψη + η
περιορισμένη παραγωγή
Εκφραστικά μέσα: παρενθέσεις για έμφαση.
Δεύτερη στροφική ενότητα (1949)
(στ.11-14)
3.1. στ. 11-14: επιστροφή στο χώρο παραγωγής του ποιητικού λόγου, στη
φυλακή
Εκφραστικά μέσα: εφιάλτες + το
παιχνίδι του φωτός: λιγοστεύει (συνυποδήλωση
του θανάτου), τα ξημερώματα (συνυποδήλωση της πρωινής ώρας των εκτελέσεων).
3.2 στ.15: παρενθετικός στίχος με το ρητορικό ερώτημα: ο ποιητής και ο
κοινωνικός ρόλος του.
Η αφηγηματική πράξη των δύο
ποιημάτων:
Α) Αφηγητής ομοδιηγητικός με εσωτερική εστίαση.
Β) Αφηγηματικός τρόπος: εσωτερικός μονόλογος με στοιχεία περιγραφής.
Γ) Αφηγηματικός χώρος: διαφοροποιημένος.
Δ) Αφηγηματικός χρόνος: βλ.σχολιασμό τίτλου.
Ε) Μορφή- γλώσσα-ύφος: αναζήτηση υπερρεαλιστικών στοιχείων-δημοτική
γλώσσα-χαμηλόφωνο και εξομολογητικό ύφος.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου