Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΚΘΕΣΗΣ Γ' ΛΥΚΕΙΟΥ 3



                                   ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΚΘΕΣΗΣ Γ’ ΛΥΚΕΙΟΥ
1)      Να εντοπίσετε τη συλλογιστική πορεία της παραγράφου

Από πολύ μικρή ηλικία οι άνθρωποι συναντούν πολυάριθμα θεμελιώδη προβλήματα τα οποία θα πρέπει να επιλύσουν προκειμένου να μπορέσουν να λειτουργήσουν στον κόσμο. Σε αυτά περιλαμβάνονται η διάκριση μεταξύ άψυχων αντικειμένων και «παραγόντων» οι οποίοι μπορούν να επενεργήσουν στο περιβάλλον τους, η αναγνώριση προσώπων, η αποφυγή των ρύπων, η γραμματική ανάλυση του λόγου και η ανάγνωση των προθέσεων των άλλων. Μέχρις ότου τα παιδιά γίνουν έξι ή επτά ετών το γνωσιακό τους σύστημα για την επίλυση αυτών των προβλημάτων έχει ήδη «στηθεί» και λειτουργεί πλήρως.

Ενιωσα μεγάλη έκπληξη όταν η μόλις δύο ετών κόρη μου έδειξε το Kindle μου και είπε «το βιβλίο του μπαμπά». Ενα παιδί, που μόλις άρχισε να μιλάει, αποκάλυψε το πελώριο χάσμα που μας χωρίζει από τους νεότερους. Αναγνώρισε το Kindle ως το μέσο που θα αντικαταστήσει τα έντυπα. Η ηλεκτρονική συσκευή είναι δική μου, αλλά ακόμα δεν έχω εξοικειωθεί με την ιδέα. Η ζωή μας, ποιος μπορεί να το αρνηθεί αυτό, θα διαμορφωθεί από τις νέες τεχνολογίες, όπως το Kindle, ο νέος υπολογιστής της Apple, και τα υπερ-έξυπνα κινητά τηλέφωνα. Το παιδί μου θα γνωρίσει τον κόσμο από τα ηλεκτρονικά βιβλία, τις βιντεοδιασκέψεις μέσω Skype και τα παιχνίδια που μπορεί ακόμα και σήμερα να παίξει στο iphone. Σίγουρα θα δει τον κόσμο πολύ διαφορετικά από τους γονείς της.



2)      Να αναφέρετε τους τρόπους και τα μέσα πειθούς των παραγράφων
Τα ωριμανσιακά φυσικά συστήματα είναι επίσης, όπως τα αποκαλεί ο νομπελίστας ψυχολόγος Ντάνιελ Κάνεμαν, «γρήγορα» – λειτουργούν αυτόματα και χωρίς προσπάθεια. Για τον λόγο αυτόν είναι εξαιρετικά επιρρεπή σε λανθασμένους «υπερθεματισμούς». Για παράδειγμα, το υπερευαίσθητο σύστημά μας για την ανίχνευση των ανθρώπινων μορφών μάς κάνει να βλέπουμε πρόσωπα στα σύννεφα, ενώ η «συσκευή ανίχνευσης παραγόντων» μας μάς κάνει να μιλάμε στον υπολογιστή ή στο αυτοκίνητό μας.
Η ΒΙΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΗΛΙΚΙΑ, ΑΛΛΑ ΕΝΤΑΣΕΙΣ. Γεννιέται και μεγαλώνει μαζί με τον άνθρωπο. Από βρέφος ξεπετάγεται μέσα του, εκεί που η λέξη συνειδητότητα τού είναι άγνωστη ακόμα. Σαν νούφαρο φυτρώνει πάνω στην καρδιά. Αναπνέει, δυναμώνει τις ρίζες του, κλέβοντας αίμα από τις αρτηρίες κι αν το αφήσει κανείς ελεύθερο, θεριεύει και εξουσιάζει την ψυχή του. Ύστερα ο άνθρωπος ζει αποκλειστικά για να ταΐζει ετούτο το τέρας, με απαράμιλλο κόστος τις ζωές και τις ψυχές των άλλων.
«Το τρικ για κάποιον που επιθυμεί να βελτιώσει τις ικανότητές του στην ανάγνωση είναι να διαβάζει πολύ. Οι δυσκολίες κατά την ανάγνωση που εμφανίζουν αρκετοί μαθητές ενδεχομένως να συνοδεύονται από άλλα προβλήματα, όπως η έλλειψη ενδιαφέροντος για τα μαθήματά τους. Σε αυτό, βέβαια, σημαντικό ρόλο παίζει το εκπαιδευτικό πρόγραμμα που ακολουθούν τα σχολεία. Στα αγόρια, π.χ., δεν αρέσουν τόσο τα φιλολογικά μαθήματα σε σχέση με τα κορίτσια. Αν όμως στραφούμε προς θέματα που προσελκύουν το ενδιαφέρον τους, π.χ. πώς να κατασκευάσετε μια μηχανή ή οι βασικές αρχές του ποδοσφαίρου, τότε η ανάγνωση δεν θα τους ήταν αγγαρεία. Αντίθετα, αν τα κορίτσια διδάσκονταν για τη φυσική του κραγιόν, τότε είμαι σίγουρος ότι το ενδιαφέρον τους θα χτυπούσε κόκκινο» δρ  Μάνφρεντ  Σπίτσερ
«Τα βιντεοπαιχνίδια μαθαίνουν στα παιδιά πώς να συγκεντρώνονται σε διαφορετικά σημεία της οθόνης. Αυτό πλασάρεται από τις εταιρείες ως ενίσχυση της προσοχής. Η προσοχή στο σχολείο όμως μεταφράζεται στην ικανότητα του να μπορεί κανείς να συγκεντρωθεί σε ένα πράγμα κάθε φορά. Και την ικανότητα αυτή ακριβώς “χάνουν” τα παιδιά όταν μαθαίνουν να συγκεντρώνονται στα πάντα. Πρόσφατη μελέτη μάς έδειξε ότι, αν δώσουμε σε έναν μαθητή μια παιχνιδομηχανή, τότε μέσα σε διάστημα τεσσάρων μηνών οι σχολικές  επιδόσεις του θα κάνουν “βουτιά”». δρ  Μάνφρεντ  Σπίτσερ

3)      Να βρείτε τον τρόπο ανάπτυξης των παραγράφων
Τέλος, η διαφορά ανάμεσα στη λαϊκή θρησκεία και στη Θεολογία υποδηλώνει ότι οι στερεότυπες συγκρίσεις της θρησκείας με την επιστήμη είναι συχνά λανθασμένες στη βάση τους. Από τη γνωσιακή άποψη η επιστήμη έχει περισσότερα κοινά με τη Θεολογία απ’ ό,τι με τη θρησκεία: και οι δύο βασίζονται στην αργή, εκούσια και στοχαστική σκέψη. Η λαϊκή θρησκεία, από την άλλη πλευρά, μοιάζει περισσότερο με μια βασισμένη στην κοινή λογική εξήγηση του φυσικού κόσμου. Εκείνοι που θέλουν να επικρίνουν είτε τη θρησκεία είτε την επιστήμη πρέπει να είναι σίγουροι ποιο είναι αυτό στο οποίο επιτίθενται.
        Αυτά τα γρήγορα και αυτόματα συστήματα κάνουν επίσης τους ανθρώπους δεκτικούς στις θρησκείες. Οι άνθρωποι είναι έτοιμοι να αρπάξουν, να καταβροχθίσουν και να χωνέψουν θρησκευτικές ιστορίες όπως ένας βάτραχος θα αρπάξει, θα καταβροχθίσει και θα (προσπαθήσει να) χωνέψει μια μπίλια που περνάει πετώντας από δίπλα του.
Ένα κοινωνικό σύστημα όπου ο ρόλος της οικογένειας περνά σε δεύτερη μοίρα, ενώ ταυτόχρονα ενισχύεται ο ρόλος άλλων θεσμών ανατροφής και διάπλασης, δεν έχει τίποτα το αδιανόητο. Πολλές αρχαϊκές φυλές, όπως άλλωστε και η Σπάρτη, διαμόρφωσαν τέτοια συστήματα. Στη Δύση, από μια περίοδο και μετά, το ρόλο αυτό τον έπαιξε όλο και περισσότερο από τη μια το εκπαιδευτικό σύστημα και από την άλλη η περιρρέουσα κουλτούρα -γενική και ειδική (τοπική: χωριό· η δεμένη με τη δουλειά: εργοστάσιο κ.λπ.).
Το πρώτο και κύριο εργαστήριο κατασκευής σύμμορφων προς την κοινωνία ατόμων είναι η οικογένεια. Η κρίση της σύγχρονης οικογένειας δεν έγκειται μόνο ούτε κυρίως στη στατιστική της διάλυση· το βασικό είναι ο θρυμματισμός και η αποσύνθεση των παραδοσιακών ρόλων -άντρας, γυναίκα, γονείς, παιδιά- και η συνέπειά τους: ο άμορφος αποπροσανατολισμός των νέων γενεών.
Θεωρώ πως το θέμα της ποιότητας του δημόσιου διαλόγου έχει τεράστια σημασία γιατί αφορά κεντρικά πολιτικά ζητήματα, όπως είναι η δημόσια σφαίρα, η τεχνοκρατική προσέγγιση της πολιτικής, ο ρόλος των διανοουμένων, του Διαδικτύου και των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης, και εν τέλει η ποιότητα της δημοκρατίας. Ο αποτελεσματικότερος τρόπος αντιμετώπισης του χαμηλού επιπέδου που χαρακτηρίζει τον δημόσιο διάλογο στη χώρα μας είναι η επίμονη έμφαση σε έναν διαφορετικό τύπο διαλόγου. Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε, είναι μεγάλη η ανάγκη μιας σοβαρής και ουσιαστικής δημόσιας σφαίρας που θα βασίζεται στην επιστημονική μέθοδο χωρίς όμως να εξαντλείται σ’ αυτήν.

Του Στάθη Ν. Καλύβα 


Ο κ. Ρόμπερτ Μακ Κόλεϊ είναι διευθυντής του Κέντρου για τον Νου, τον Εγκέφαλο και τον Πολιτισμό του Πανεπιστημίου Εμορι στην Ατλάντα της Τζόρτζια.

πηγή: tovima.gr

Κυριακή 21 Απριλίου 2013

GREEKLISH




ΨΗΦΙΑΚΗ ΓΛΩΣΣΑ (GREEKLISH)
_ΟΡΙΣΜΟΣ
                Greeklish ονομάζεται το τεχνητό γλωσσικό ιδίωμα που επινοήθηκε, για να καλύψει τις ανάγκες επικοινωνίας ανάμεσα στους έλληνες χρήστες τού διαδικτύου (INTERNET). Ο όρος προέρχεται από τη σύντμηση των όρων «greek» (ελληνικά) και«lish» [κατάληξη της λέξης «english» (αγγλικά)].
                Η ψηφιακή αυτή γλώσσα ή ιδίωμα επινοήθηκε στα πρώτα στάδια της εμφάνισης των προσωπικών υπολογιστών (Personal Computer) στη δεκαετία του 1980 και είναι μια μορφή γραπτού γλωσσικού κώδικα. Επειδή οι επικοινωνίες στο διαδίκτυο, στην αρχική του μορφή, πραγματοποιούνταν αποκλειστικά στην αγγλική γλώσσα (εξαιτίας της χώρας προέλευσης των πρώτων λογισμικών, που ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής), προέκυψε πρόβλημα αναφορικά με τους αλλόγλωσσους χρήστες που δε γνώριζαν την αγγλική γλώσσα, αλλά επιθυμούσαν να αξιοποιήσουν το τεχνολογικό αυτό επίτευγμα. Έτσι σε πολλές χώρες του κόσμου δημιουργήθηκαν αντίστοιχες ψηφιακές γλώσσες, οι οποίες βασίζονταν σε μία κοινή ιδέα: Στη φωνητική μεταγραφή των λέξεων κάθε γλώσσας στο γραπτό λόγο με τη χρήση των λατινικών χαρακτήρων της αγγλικής γλώσσας. δηλαδή, κάθε λέξη μιας γλώσσας μεταγράφεται – για τους σκοπούς τής ψηφιακής επικοινωνίας – με αγγλικούς (λατινικούς) χαρακτήρες και όχι με τους χαρακτήρες/ σύμβολα της μητρικής γλώσσας τού χρήστη (π.χ. στα greeklish η ελληνική λέξη «καλημέρα» μεταγράφεται ως «kalhmera» ή «kalimera»). Από το γεγονός αυτό προέκυψε ένα πλήθος τεχνητών ψηφιακών γλωσσών ή αλλιώς ψηφιακών ιδιωμάτων (franclish, deutschlish κτλ.), ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονται και τα greeklish. Με την πάροδο του χρόνου βέβαια και με τη δημιουργία γραμματοσειρών για κάθε σχεδόν ομιλούμενη γλώσσα, οι χρήστες του διαδικτύου μπορούσαν να επικοινωνήσουν στη μητρική τους γλώσσα, αλλά οι ψηφιακές γλώσσες εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται από πολλούς.
                Πρέπει, τέλος, να σημειωθεί ότι η ψηφιακή γλώσσα δε χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο στο διαδίκτυο [ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (email) ή διάλογοι σε άμεσο χρόνο (online messenger, chat rooms, ψηφιακά fora, κυβερνοσυζητήσεις κ.λπ.] αλλά και σε άλλες μορφές ηλεκτρονικής επικοινωνίας (μηνύματα sms σε κινητά τηλέφωνα κ.ά.).


GREEKLISH: ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ

                Η χρήση της ψηφιακής γλώσσας από τους χρήστες του διαδικτύου και της τεχνολογίας γενικότερα έχει προκαλέσει ευρύτατες συζητήσεις σε πολλές χώρες – ανάμεσα στις οποίες και η Ελλάδα – αναφορικά με τη σκοπιμότητά της και τους κινδύνους που ενδεχομένως εγκυμονεί. Τα κυριότερα επιχειρήματα υπέρ και κατά της ψηφιακής γλώσσας είναι τα ακόλουθα:

Α. Επιχειρήματα υπέρ της ψηφιακής γλώσσας

             1.  Η ψηφιακή γλώσσα δεν αποτελεί μόνο ελληνικό «φαινόμενο», αλλά συναντάται σε ολόκληρο τον κόσμο (με παραλλαγές ανάλογα με τη χώρα και την αντίστοιχη εθνική γλώσσα), συνιστώντας συστατικό γνώρισμα της προόδου στο χώρο τής ηλεκτρονικής και
της διαδικτυακής επικοινωνίας. Επομένως, η κριτική εναντίον όσων την χρησιμοποιούν είναι ουτοπική, αφού έχει καθιερωθεί στη συνείδηση εκατομμυρίων ατόμων σε ολόκληρο τον κόσμο και φυσικά και των Ελλήνων, χάρη στην ευκολία, τη χρησιμότητα και την αποτελεσματικότητά της.
             2. Ο βασικότερος λόγος είναι ότι εξυπηρετεί τις ανάγκες επικοινωνίας τους, όταν δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ελληνικές γραμματοσειρές (π.χ. όταν επισκέπτονται χώρες της αλλοδαπής ή όταν ο προσωπικός υπολογιστής τους ή το κινητό τηλέφωνό τους δε διαθέτει λογισμικό με ελληνικούς χαρακτήρες). Η χρήση των greeklish τότε είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωτική.
            3. Τα λογισμικά προγράμματα που χρησιμοποιούνται διεθνώς είναι «γραμμένα» στην αγγλική γλώσσα, η οποία θεωρείται η πιο διαδεδομένη και ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο (όπως στο παρελθόν υπήρξε και η ελληνική) και, ως εκ τούτου, έχει επηρεάσει τις υπόλοιπες τόσο «οπτικά» («οπτική συνήθεια») όσο και λεξιλογικά (σε επίπεδο συμβόλων/ χαρακτήρων και σε επίπεδο γλωσσικών δανείων). Είναι φυσιολογικό επομένως να έχει γίνει –
εκ των πραγμάτων – αποδεκτή από τους χρήστες τού διαδικτύου και να έχει σταδιακά μετατραπεί σε αναπόσπαστο κεφάλαιο της διαδικτυακής και ηλεκτρονικής κουλτούρας. Η αρνητική κριτική κατά των greeklish, επομένως, ισοδυναμεί κατά βάθος με πράξη τεχνοφοβίας και δεν είναι τυχαίο ότι προέρχεται συνήθως από άτομα μεγάλης ηλικίας, που αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό το «θαυμαστό καινούργιο κόσμο» τής Κυβερνητικής και πιστεύουν ότι θα γκρεμίσει και ένα κομμάτι τού κόσμου τους, μέσα στον οποίο αισθάνονται ασφαλείς.
             4.  Η ψηφιακή γλώσσα θα μπορούσε να θεωρηθεί – με την ευρεία έννοια – μια κοινωνική γλωσσική ποικιλία. Κι όπως κάθε γλωσσική ποικιλία, διαθέτει μία ιδιαίτερη μορφολογία και ομιλείται σε συγκεκριμένο περιβάλλον (το ψηφιακό/ διαδικτυακό), σε «ειδικές συνθήκες χρήσης», σύμφωνα με τους γλωσσολόγους. Όπως τονίζουν μάλιστα οι ίδιοι, η χρήση μίας γλωσσικής ποικιλίας δεν επηρεάζει την εκμάθηση και ορθή χρήση της μητρικής/ εθνικής γλώσσας, εφόσον οι χρήστες του διαδικτύου χρησιμοποιούν τα greeklish μόνο εντός ηλεκτρονικού/ ψηφιακού πλαισίου και μόνο για να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένες επικοινωνιακές ανάγκες τους, ενώ στις υπόλοιπες δραστηριότητές τους χρησιμοποιούν τη μητρική τους γλώσσα. Έτσι, καταρρίπτεται και το επιχείρημα που θέλει τους χρήστες των greeklish να μην είναι εξίσου ικανοί χειριστές της (επίσημης) ελληνικής γλώσσας.
             5.  Η χρήση λατινικών χαρακτήρων κατά τη διαδικασία μεταγραφής των λέξεων στην ψηφιακή γλώσσα δεν απειλεί την ελληνική γλώσσα. Μέσα στο πέρασμα των αιώνων αποτελεί σύνηθες φαινόμενο η αλλαγή των γραπτών συμβόλων, δηλαδή του αλφαβήτου, σε πολλές γλώσσες (π.χ. στο αρχαίο ελληνικό αλφάβητο υπήρχε το δίγαμμα, που δεν υφίσταται σήμερα, ενώ ο λεγόμενος δασύς φθόγγος έχει υιοθετηθεί και επιβιώσει όχι στην ελληνική, αλλά στις αγγλοσαξονικές γλώσσες). Ανάλογες αλλαγές σημειώνονται στη γραμματική και στο συντακτικό, αφού η γλώσσα είναι ένας ζων και αενάως μεταβαλλόμενος οργανισμός. Συνεπώς, ακόμη και αν, για λόγους εργασίας, υποτεθεί ότι η ελληνική γλώσσα κινδυνεύει να αλλοιωθεί μορφολογικά (στο επίπεδο των γραπτών συμβόλων) από τα greeklish, τότε αυτό θα είναι μία αλλαγή επιβεβλημένη από τις τρέχουσες εξελίξεις και θα έχει πρώτα εγγραφεί ως αντίληψη στη συνείδηση των Ελλήνων. Ακόμη δε και σε αυτήν την ακραία περίπτωση, θα είναι μία καθαρά μορφολογική αλλαγή, ενώ ο σκληρός πυρήνας της ελληνικής γλώσσας (τα
σημαινόμενα, οι ιδέες, τα νοήματα) και όλα τα πολιτισμικά και ιστορικά στοιχεία που εμπεριέχει δεν μπορεί επ’ ουδενί να επηρεαστεί και να αλλοιωθεί. Και, όπως τονίζουν οι γλωσσολόγοι, κάθε μορφή παρεμβατισμού και προστατευτισμού μιας γλώσσας – όπως στην περίπτωση αποκλεισμού της ψηφιακής γλώσσας στο όνομα της ακεραιότητας της ελληνικής γλώσσας – είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.

Β. Επιχειρήματα κατά της ψηφιακής γλώσσας

             1. Η ψηφιακή γλώσσα αποτελεί ένα διαβρωτικό για την ελληνική γλώσσα μηχανισμό, γιατί πλήττει άμεσα ένα κεφαλαιώδες συστατικό στοιχείο της, το αλφάβητο. Η αντικατάσταση των ελληνικών χαρακτήρων με λατινικούς συνιστά μία μορφή «γλωσσικής αποικιοποίησης», δηλαδή μια μορφή άλωσης της ελληνικής (και όχι μόνο) γλώσσας από την αγγλική. Πρόκειται για μια διαδικασία σταδιακής εξοικείωσης των Ελλήνων χρηστών με τους χαρακτήρες της αγγλικής, κάτι που τους απομακρύνει από τα αντίστοιχα σύμβολα της ελληνικής. Το γεγονός αυτό δεν είναι τόσο αθώο όσο φαινομενικά δείχνει, γιατί η εκμάθηση μιας γλώσσας γίνεται – σύμφωνα με τους γλωσσολόγους και τους παιδοψυχολόγους – κατά κύριο λόγο οπτικά και μιμητικά. Και η οπτική εξοικείωση των μικρών χρηστών του διαδικτύου και της κινητής τηλεφωνίας με τους λατινικούς χαρακτήρες δημιουργεί το λεγόμενο «κυρίαρχο γλωσσικό πρότυπο»: αυτό σημαίνει ότι η αγγλική γλώσσα εγγράφεται στο υποσυνείδητο των ατόμων ως «ανώτερη» και η ελληνική ως «κατώτερη», με αποτέλεσμα σταδιακά η τελευταία να υποχωρεί να μεταλλάσσεται.
             2.  Η ελληνική γλώσσα (όπως και κάθε άλλη εθνική γλώσσα αντίστοιχα) είναι ένα θεμελιώδες κεφάλαιο του εθνικού μας πολιτισμού. Σε αυτήν αντικατοπτρίζονται παραδόσεις, ιδέες, αντιλήψεις, ήθη και ιστορικές παρακαταθήκες αιώνων. Κάθε μεταγραφή της με στοιχεία (σύμβολα, χαρακτήρες) ξένα προς αυτήν συνιστά μια ευθεία απειλή για την υπόστασή της είτε γίνεται συνειδητά είτε ασυνείδητα. Η ψηφιακή γλώσσα αποτελεί ένα είδος
πολιτισμικού ιμπεριαλισμού των χρηστών τής αγγλικής γλώσσας (κυρίως των Η.Π.Α.) πίσω από την προμετωπίδα των τεχνολογικών συμβάσεων και περιορισμών. Απώτερος στόχος της είναι η αποδυνάμωση του στοιχείου εκείνου που οι γλωσσολόγοι ονομάζουν «εθνογλωσσική συνείδηση» ή «εθνογλωσσική ταύτιση» και αποτελεί μία πτυχή τού κυρίαρχου οικονομικού, πολιτικού και πολιτισμικού μοντέλου τής εποχής μας, που είναι γνωστό ως «παγκοσμιοποίηση». Μέσα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίηση επιχειρείται η ισοπέδωση (ευφημιστικά ονομάζεται «εξομάλυνση») των πολιτισμικών διαφορών των λαών και η πολιτισμική τους εξομοίωση, πάντοτε όμως κάτω από τη δεσποτική παρουσία του αγγλοσαξονικού μοντέλου (ζωής) και της αγγλοσαξονικής γλώσσας.
            3. Η επικοινωνία στο διαδίκτυο και στην κινητή τηλεφωνία μπορεί να γίνεται με ελληνικούς χαρακτήρες, αφού οι εταιρείες από την αρχή σχεδόν της εμφάνισης αυτών των τεχνολογικών επιτευγμάτων μερίμνησαν γι’ αυτό. Η εμμονή, επομένως, πολλών χρηστών να
χρησιμοποιούν greeklish (εκτός των περιπτώσεων που η ηλεκτρονική συσκευή τους δε διαθέτει ελληνικούς χαρακτήρες, γεγονός πολύ σπάνιο πλέον) φανερώνει ότι χρησιμοποιούν τους τεχνικούς περιορισμούς ως πρόφαση (πέραν των όντως υπαρκτών). Η αλήθεια είναι ότι η ψηφιακή γλώσσα έχει γίνει πλέον συνήθεια για τους περισσότερους χρήστες και δείχνει τη βαθιά όσο και επικίνδυνη διείσδυση της αγγλικής γλώσσας στη συνείδηση αλλά και στο υποσυνείδητό τους. Το γεγονός αυτό μάλιστα εντάσσεται από τους ειδικούς και στην ευρύτερη τάση τής ξενομανίας που χαρακτηρίζει ένα μεγάλο τμήμα της νεοελληνικής κοινωνίας. Αυτό σημαίνει ότι πολλοί χρήστες χρησιμοποιούν τα greeklish όχι μόνο λόγω εξοικείωσης μαζί τους στο διαδίκτυο αλλά και επειδή θεωρούν φυσιολογικό να χρησιμοποιούν την αγγλική γλώσσα (έστω και σε επίπεδο χαρακτήρων/ συμβόλων) στο πλαίσιο της γενικευμένης τάσης τους να αφομοιώνουν και να υιοθετούν ξενικά πρότυπα και
στοιχεία.
             4.  Η χρήση των greeklish επηρεάζει και την ορθή εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας. Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι η μορφολογία της ψηφιακής γλώσσας είναι αρκετά χαλαρή και μεταβαλλόμενη. Το γεγονός αυτό όμως έχει επιπτώσεις στην ορθή γραφή των λέξεων της ελληνικής γλώσσας. Συγκεκριμένα, έχει διαπιστωθεί από έρευνες ότι πολλοί μαθητές της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης που είναι εξοικειωμένοι με τη χρήση των greeklish πραγματοποιούν σωρεία λαθών στην ορθογραφία. Το γεγονός ότι η ψηφιακή γλώσσα επιτρέπει τη μεταγραφή των λέξεων με διαφορετικούς τρόπους (π.χ. η λέξη «κυνηγός» μπορεί να μεταγραφεί ως «kynhgos» αλλά και ως «kinigos») απομακρύνει τους μικρούς σε
ηλικία χρήστες από την επίσημη (ορθή) νόρμα των λέξεων, αφού μπορούν να μεταφέρουν την ψηφιακή μεταγραφή και στο γραπτό λόγο τους (να γράφουν δηλαδή τη λέξη «κυνηγός» και ως «κινιγός»). Έτσι, η ψηφιακή γλώσσα γίνεται το όχημα για πλημμελή εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας αλλά και καταφύγιο πολλών ανορθόγραφων συμπατριωτών μας, που καλύπτουν την αδυναμία τους κάτω από το άλλοθι των greeklish.
             5.  Τα greeklish δεν μπορούν να θεωρηθούν ιδιαίτερη γλωσσική ποικιλία. Είναι περισσότερο ένα ιδίωμα του οποίου η διαφορά με τα υπόλοιπα είναι πως πρόκειται για τεχνητή επινόηση και όχι προϊόν «φυσικής γλωσσικής επιλογής», διαμορφωμένης από
ξεχωριστά και εντελώς ιδιαίτερα ιστορικά, γεωγραφικά, κοινωνικά και πολιτιστικά γνωρίσματα και συνθήκες. Και από τη στιγμή που η ψηφιακή γλώσσα δεν είναι κάτι πηγαίο, δεν αποτελεί μια αυθόρμητη έκφραση λόγου τού λαού ή κάποιας κοινωνικής ομάδας, αλλά εργαλείο συγκεκριμένων (αδιαφανών) κέντρων, χάνει την πεμπτουσία μιας γλώσσας ή μίας διαλέκτου, έστω και με τις ιδιαιτερότητές της, και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εμπλουτίζει την ελληνική γλώσσας όπως οι υπόλοιπες διάλεκτοι και ιδιώματα
(ΠΗΓΗ:  http://11kai.blogspot.gr)

ΓΛΩΣΣΑ-ΛΕΞΙΠΕΝΙΑ



Το φαινόμενο της λεξιπενίας = η ύπαρξη περιορισμένου γλωσσικού κώδικα.

 Η γλώσσα αποτελεί βασικό πολιτιστικό αγαθό κάθε λαού. Είναι στοιχείο της παράδοσής του και η εξέλιξή της δείχνει αντίστοιχα τις γενικότερες καταστάσεις που αντιμετωπίζει ένας λαός, ένα έθνος, ένας πολιτισμός (όμαιμον, ομόγλωσσον, ομόθρησκον : συνεκτικοί δεσμοί για τους αρχαίους Ελληνες.)  
 Όταν πρωτοεμφανίζονται οι κοινωνίες στον πλανήτη μας αυτόματα ξεπρόβαλλε η ανάγκη για επικοινωνία μεταξύ των λαών και των ανθρώπων. Προφανώς αυτό επιβάλλεται από την συμβίωση: αλληλοβοήθεια, μετάδοση χαράς και λύπης (δημιουργείται έτσι ο ψυχικός δεσμός.)
 Η επικοινωνία διενεργείται μέσω ενός κώδικα. Ο τελειότερος και οικονομικότερος είναι η γλώσσα. Άλλοι κώδικες: η τέχνη, η αρίθμηση, η μιμόγλωσσα). Οικονομία δεν σημαίνει στεγνότητα στη γλώσσα. Όταν μια γλώσσα έχει τη δυνατότητα έκφρασης αποχρώσεων  τότε είναι πλούσια και ευαίσθητη, μπορεί να εκφράσει κανείς την ευαισθησία του. Συστατικά στοιχεία του λόγου είναι: α) οι φθόγγοι για τον προφορικό λόγο, β) τα γράμματα για τον γραπτό λόγο. Ο γραπτός έπεται του προφορικού.
 Μέσω της γλώσσας εκφράζουμε τον εαυτό μας, καταλαβαίνουμε τον συνάνθρωπό μας, μεταδίδουμε εμπειρίες και γνώσεις. Είναι ο μοναδικός δρόμος δια του οποίου ο άνθρωπος προοδεύει. Βασικά στοιχεία μιας γλώσσας είναι η συστηματοποίηση, η ευκολία μάθησής της και η σωστή χρήση της. 
  Η γλώσσα αποτελεί πανανθρώπινο φαινόμενο. Ορισμένες γλώσσες γεννιούνται, εξελίσσονται, ακμάζουν, παρακμάζουν και πεθαίνουν όπως η αρχαία ελληνική που ήκμασε στα χρόνια της αθηναϊκής δημοκρατίας. Η γλώσσα εξελίσσεται ανάλογα με τις ανάγκες της επικοινωνίας και της κοινωνίας. Δημιουργούνται νέες λέξεις και άλλες εξαφανίζονται ανάλογα με την εξέλιξη της τεχνολογίας ή άλλων τομέων της ζωής μας. Λόγου χάρη, όταν έλαβε χώρα η βιομηχανική επανάσταση η γλώσσα εμπλουτίστηκε με νέες λέξεις για να εκφραστεί η νέα τεχνολογική επανάσταση. Η γλώσσα αναγκάζεται να επιστρατεύσει τις δυνάμεις της για να αποδώσει πληρέστερα και οικονομικότερα το περιεχόμενο των νέων τεχνολογικών δεδομένων.
  Ο κοινωνικός ρόλος της γλώσσας: η νέα  γενιά διαφοροποιείται γλωσσικά από τις προηγούμενες, όχι όμως τόσο ώστε να ξεφεύγει από τον στόχο της, την επικοινωνία που είναι ανάγκη των μελών του κοινωνικού συνόλου. Η γλώσσα είναι προϊόν κοινωνικής συμβίωσης. Ο διάλογος είναι ο μόνος τρόπος επίλυσης προβλημάτων, ατομικών και κοινωνικών. Με τον διάλογο οι γενιές συνεννοούνται και πραγματώνουν την εξέλιξη. Γλώσσα και κοινωνία εξελίσσονται μαζί. Σε προοδευμένες κοινωνίες συναντούμε λεπτότερες έννοιες στη γλώσσα.
 Γενικότερα για τον ρόλο της γλώσσας: αποτελεί βασικό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης αλλά και όλων των επιτευγμάτων. Μεταδίδει πνευματική και τεχνική εμπειρία. Στις πνευματικές επιστήμες, την καλλιτεχνική δημιουργία αλλά και στην βαθύτερη γνώση της ανθρώπινης ύπαρξης και έκφρασης χρησιμοποιούνται πολλοί τρόποι όπως χορός, μουσική, εικαστική δημιουργία. Κανένας όμως από αυτούς τους τρόπους δεν είναι τόσο ικανός όπως η γλώσσα για να καλύψει τις παραπάνω εκφάνσεις της ζωής μας.
 Όλες οι μορφές ζωής επηρεάζονται από τον λόγο. Η γλώσσα επηρεάζει την εθνική συνείδηση στην αυγή της ιστορίας των νεότερων εθνών. Έτσι η γλώσσα γίνεται εθνικό χαρακτηριστικό όπως η θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμα.

  Λεξιλόγιο: Διακρίνεται σε ενεργητικό και παθητικό. Το ενεργητικό αποτελείται από τις λέξεις που χρησιμοποιούμε. Το παθητικό συνίσταται στις λέξεις που τις γνωρίζεις, τις ακούς και τις καταλαβαίνεις άσχετα αν τις χρησιμοποιείς ή όχι.

Η ακαλλιέργητη γλώσσα στηρίζεται στις κύριες προτάσεις. Η καλλιεργημένη στηρίζεται στις δευτερεύουσες προτάσεις.
(προσωπικές σημειώσεις)



Λέξεις στον καιρό της κρίσης

Της Μαρίας Κατσουνάκη


Ο μόνος λόγος που αναδημοσιεύουμε την είδηση των New York Times είναι για την πρωτοτυπία της: η American Dialect Society (Αμερικανή Εταιρεία Διαλέκτων) επέλεξε το «because» (διότι, επειδή) ως «λέξη της χρονιάς». Παρότι, σημειώνει το κείμενο, κυριάρχησαν νεολογισμοί όπως selfie (αυτοφωτογράφιση με κινητό) ή bitcoin (εικονικό νόμισμα). Στην ετήσια συνάντηση των μελών στη Μινεάπολη το «because» απέσπασε 127 σε σύνολο 175 ψήφων. Γιατί αλλάζει η χρήση του, αγνοώντας γραμματικούς κανόνες, υπακούοντας στην ανάγκη των νέων, διαδικτυακών, μέσων. Το δημοσίευμα περιλαμβάνει την τεκμηρίωση της απόφασης και άλλα στοιχεία στενά συνδεδεμένα με τη γλώσσα και τη νοοτροπία της χώρας.
Εμείς, όμως, ας λοξοδρομήσουμε στον κόσμο των φανταστικών υποθέσεων: αν γινόταν και στη χώρα μας μια παρόμοια διαδικασία, ποια λέξη θα αναδεικνυόταν ως πιο καθοριστική τη χρονιά που μας πέρασε; Ποια ακούσαμε περισσότερες φορές, ποια χρησιμοποίησαν στις δηλώσεις τους οι πολιτικοί, ποια εμείς στην καθημερινότητά της, ποια επαναλαμβανόταν σταθερά στα δελτία ειδήσεων ή στα δημοσιογραφικά κείμενα; Ενα πρόχειρο γκάλοπ στο περιβάλλον δεν ανέδειξε καμία νικήτρια. Ασφαλώς η κρίση, η τρόικα, η διαφθορά, η μίζα, η διαπλοκή, τα ελλείμματα, η κινητικότητα, οι μεταρρυθμίσεις, η ανάπτυξη, η ανάκαμψη, είναι ανάμεσα στις προπορευόμενες. Ο καθένας μας μπορεί να προσθέσει ή να αφαιρέσει από τη λίστα, να έχει τις δικές του προτάσεις. Ενδεχομένως, πάντως, η έκφραση που προκάλεσε τη μεγαλύτερη αίσθηση είναι «οι κόκκινες γραμμές». Αυτές που δήλωναν το ανυποχώρητο και θεσπίστηκαν για να παραβιάζονται, έχοντας όμως πρώτα δώσει τη δυνατότητα στον χρήστη να εμφανιστεί αμετακίνητος βράχος αρχών και αντιλήψεων.
Μια κοινωνία σε κρίση, λεξιλόγιο σε κρίση. Λέξεις γνωστές ή επινοημένες, επικαιροποιημένες, άλλες ενεργοποιούν το θυμικό, άλλες προσπαθούν να δημιουργήσουν αίσθημα ασφάλειας, αισιοδοξίας.
Μέσα όμως σε αυτόν τον γλωσσικό αναβρασμό, η επικοινωνία εμφανίζεται διαρκώς ως αιτούμενο. Οσο η πραγματικότητα στενεύει τόσο η διαφυγή μέσω των επαναλήψεων και στερεοτύπων προκαλεί λεκτική ασφυξία (μήπως και ακαμψία;). Ο συντηρητισμός, η κόπωση, το «δεν υπάρχει κάτι καινούργιο να προτείνουμε», επιφέρει αλλαγές στη γλώσσα ή και αντίστροφα. Πόσο συνδέονται γλώσσα και κοινωνία; Από τη δεκαετία του ’70 (διαβάζουμε) αποτελεί επιστημονικά αποδεδειγμένη γνώση η στενή και άρρηκτη σχέση της γλώσσας με την κοινωνία. Πόσο εγκλωβιζόμαστε σε αδιέξοδα σχήματα; Πόσο η έλλειψη φαντασίας και παιδείας αδρανοποιεί τις εκφραστικές μας δυνατότητες, επανεισάγοντας παρωχημένα σχήματα που όχι μόνο δεν ανταποκρίνονται στις αυξημένες απαιτήσεις των καιρών αλλά καθηλώνουν στα ίδια, στενεύοντας όρια και ορίζοντες;
Αν υιοθετήσουμε τη ρήση του Βιτγκενστάιν ότι «τα όρια της γλώσσας μου σημαίνουν τα όρια του κόσμου μου» θα πρέπει να δεχτούμε και το επόμενο βήμα: «δεν μπορούμε να πούμε αυτό που δεν μπορούμε να σκεφτούμε». Δηλαδή; Ποιος θα ήταν ο ελληνικός σύνδεσμος που θα μπορούσε να αναδειχθεί «λέξη της χρονιάς»; Σε ποια κατηγορία ανήκει; Γιατί με την υπερχρήση των τελικών («για να») εξορίσαμε τους αποτελεσματικούς («ώστε»). Και απομείναμε με τους χρονικούς. Οταν και όποτε...

http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_1_08/01/2014_534952