Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

Η ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ



Η ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ


 Η Ακρόπολη των Αθηνών, ο επονομαζόμενος "ιερός βράχος", είναι ο πιο σημαντικός αρχαιολογικός χώρος στην Ελλάδα και βρίσκεται σε λόφο στο κέντρο της σημερινής Αθήνας. Αυτός ο λόφος «έχει ύψος 156μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και είναι απρόσιτος απ’όλες του τις πλευρές με εξαίρεση τη δυτική, η οποία αποτέλεσε το μοναδικό δρόμο προσπέλασης.» (Αντ.Ν. Μαστραπάς, Ελληνική Αρχιτεκτονική).  Με τον ιερό αυτό χώρο σχετίζονται οι σημαντικότεροι μύθοι της αρχαίας Αθήνας, οι μεγάλες θρησκευτικές γιορτές, οι παλαιότερες λατρείες της πόλης κλπ. Τα οικοδομήματά της είναι δημιουργήματα μιας κορυφαίας ιστορικής συγκυρίας όπου τα ανθρώπινα πνευματικά επιτεύγματα ήταν  απότοκό της. Οι  ιστορικές συγκυρίες που οδήγησαν στην κατασκευή του μνημείου  ήταν οι ακόλουθες: α) Η μεταφορά του συμμαχικού ταμείου από τη Δήλο στην Ακρόπολη των Αθηνών το 454π.χ  β) η Καλλίειος Ειρήνη γ) ο θάνατος του Κίμωνα και δ) η εκμετάλλευση των ορυχείων του Λαυρίου. Αυτές τις συνθήκες αξιοποίησε  ο Περικλής και  ξεκίνησε την κατασκευή της Ακρόπολης. Στην Ακρόπολη υπάρχουν τρεις αρχαίοι ναοί, ο Παρθενώνας, το Ερέχθειο και ο ναός της Απτέρου Νίκης. Επίσης, υπάρχει και η μνημειακή είσοδος, τα Προπύλαια. Όλα τα μνημεία της Ακρόπολης είναι κατασκευασμένα από Πεντελικό μάρμαρο και χτίστηκαν κατά το Χρυσό αιώνα του Περικλή, την επονομαζόμενη Κλασική Περίοδο (450-330 π.Χ.). Είναι αρμονικά συνδυασμένα με το φυσικό περιβάλλον, αποτελούν μοναδικά αριστουργήματα της αρχαίας αρχιτεκτονικής, που εκφράζουν πρωτοποριακούς συσχετισμούς ρυθμών και τάσεων της κλασικής τέχνης και επηρέασαν την πνευματική και καλλιτεχνική δημιουργία για πολλούς αιώνες αργότερα. Η Ακρόπολη του 5ου αι. π.Χ. αποδίδει με τον τελειότερο τρόπο το μεγαλείο, τη δύναμη και τον πλούτο της Αθήνας στην εποχή της μεγαλύτερης ακμής της. Γενικότερα, όλα τα οικοδομήματα από το 447 π.Χ ως το 406 π.Χ πιθανότατα ανήκουν σε ένα «ενιαίο χωροταξικό σχέδιο» του Περικλή ( Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, σελ. 280).

Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ

Οι πρώτες μαρτυρίες που αποδεικνύουν εγκατάσταση ανθρώπων στον Ιερό Βράχο χρονολογούνται από τη Νεολιθική εποχή. Λίγα θραύσματα αγγείων και μερικά απομεινάρια κατοικιών μαρτυρούν ότι η Ακρόπολη κατοικήθηκε αδιάκοπα από το 5000 π.Χ. και μετά. Γύρω στα 1400 π.Χ. με το 1000 π.Χ. κτίσθηκε ένα ψηλό τείχος, με τεράστιους ογκόλιθους κι ένα παλάτι, στο σημείο όπου αργότερα οικοδομήθηκε το Ερεχθείο. Μέσα στο τείχος, που λεγόταν Πελασγικόν, υπήρχαν βωμοί, ιερά και μια πηγή, που ονομαζόταν Κλεψύδρα. Οι κάτοικοι της πόλης, που άρχισε να αναπτύσσεται κάτω από την Ακρόπολη, έβρισκαν καταφύγιο μέσα σ' αυτήν, όταν αντιμετώπιζαν εχθρικές επιδρομές. Ο χαρακτήρας της αρχίζει να γίνεται έντονα θρησκευτικός, καθώς οι κάτοικοι των γύρω συνοικισμών θεωρούν πως το κοινό κέντρο της λατρείας πρέπει να τοποθετηθεί σ' αυτήν. Έτσι χτίζεται ο πρώτος ναός, αφιερωμένος στο μυθικό βασιλιά Ερεχθέα, το Ερεχθείο. Ο ναός αυτός χρησιμοποιεί τον πωρόλιθο σαν πρώτη ύλη και σήμερα σώζονται τα θεμέλια του. Κατά τα μέσα του 7ου π.Χ. αι. χτίζεται το Εκατόμπεδο, που λεγόταν έτσι γιατί είχε μήκος 100 πόδια, στη θέση που αργότερα θα χτιστεί ο Παρθενώνας. Ο τύραννος Πεισίστρατος κτίζει ένα νέο Εκατόμπεδο στη θέση του παλιού, το 530, ενώ δίνει ώθηση και στη διακόσμηση της Ακροπόλεως, χτίζοντας ιερά και βωμούς σε θεούς, ημίθεους και ήρωες. Όταν οι Αθηναίοι εγκαθίδρυσαν το δημοκρατικό πολίτευμα, άρχισαν να χτίζουν καινούργιους ναούς για να λαμπρύνουν την πόλη τους κι έτσι γκρέμισαν το Εκατόμπεδο για να χτίσουν τον πρώτο Παρθενώνα. Ο ναός δεν τελείωσε, γιατί το 480 π.Χ. οι Πέρσες κατέλαβαν την Αθήνα και έκαψαν την Ακρόπολη, καταστρέφοντας τα πάντα και λεηλατώντας αξιόλογα έργα τέχνης.
     Οι Αθηναίοι , μόλις επέστρεψαν στην πόλη τους, άρχισαν να σχεδιάζουν την ανοικοδόμηση της Ακρόπολης, ενώ παράλληλα, για να ασφαλίσουν από μελλοντικές επιδρομές, οχύρωσαν τα Προπύλαια. Κατόπιν έθαψαν τα απομεινάρια της καταστρεπτικής μανίας των Περσών, σαν να έθαβαν νεκρούς και χρησιμοποίησαν κομμάτια από τα χαλάσματα σαν υλικό για τα καινούργια οικοδομήματα. Αυτός που σύνδεσε το όνομα του με την κλασική μορφή του βράχου ήταν ο Περικλής, που με τη βοήθεια άξιων αρχιτεκτόνων , όπως του Ικτίνου και του Καλλικράτη και του αξεπέραστου γλύπτη Φειδία, δημιούργησε το σπουδαιότερο μνημείο της αρχαίας εποχής, ένα καλλιτεχνικό σύνολο που προξένησε το θαυμασμό των αρχαίων. Χτίστηκε ο Παρθενώνας, που τελείωσε το 438 π.Χ., κατόπιν τα Προπύλαια που εγκαινιάστηκαν το 432, ενώ ο ναός της Απτέρου Νίκης, ένα μικρό κομψοτέχνημα που άρχισε να κτίζεται το 456, ολοκληρώθηκε το 425. Το τελευταίο κτίσμα που οικοδομήθηκε, μέσα στη δίνη του Πελοποννησιακού πολέμου, ήταν το Ερεχθείο. Αυτός ο ναός χτιζόταν από το 421 ως το 407. Το γεγονός ότι στη διάρκεια ενός φοβερού πολέμου, οι Αθηναίοι δεν σταμάτησαν να κτίζουν, αποδεικνύει τη σημασία που είχε γι' αυτούς το οικοδομικό πρόγραμμα της Ακρόπολης.



 ΤΟ ΥΛΙΚΟ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ


Το υλικό κατασκευής του βέβαια ήταν το πεντελικό μάρμαρο και αυτό αφορά και τα κεραμίδια του εξαιρουμένης βέβαια της ξύλινης στέγης του και της πωρολιθικής θεμελίωσής του. Χτίστηκε από τους αρχιτέκτονες Ικτίνο και Καλλικράτη υπό την εποπτεία του Αθηναίου γλύπτη Φειδία. Στο χώρο υπήρχαν επίσης δύο κολοσσιαία αγάλματα της θεάς Αθηνάς, έργα του Φειδία. Το ένα από τα δύο αγάλματα βρισκόταν μέσα στον Παρθενώνα, ήταν φτιαγμένο από χρυσό και ελεφαντόδοντο και είχε ύψος 12 μέτρα. Το άλλο, εξίσου μεγάλο, ήταν φτιαγμένο από χαλκό και βρισκόταν έξω από το  ναό.
 Χιλιάδες άνθρωποι ( χτίστες, χαλκουργοί, εργάτες της πέτρας, ζωγράφοι, μεταλλουργοί, μαραγκοί, πλάστες, βαφείς, χρυσοχόοι, τεχνίτες του ελεφαντόδοντου, καλλιτέχνες μέσα σ' έναν πρωτοφανή πυρετό, εργάστηκαν για πολλά χρόνια για να γίνουν οι ασύγκριτοι σε πλούτο και ομορφιά ναοί της Ακρόπολης και τα αριστοτεχνικά αγάλματα, μνημεία αφιερωμένα στους θεούς. Τα καράβια ξεφόρτωναν συνέχεια στον Πειραιά πολύτιμη ξυλεία της Θράκης και του Λιβάνου. Από την Αίγυπτο έφτασαν πολλά φορτία με ελεφαντόδοντο. Η Θράκη και η Λιβύη προμήθευσε το χρυσάφι που χρειαζόταν για τα αγάλματα. Και η κοντινή Πεντέλη πρόσφερε το ολοκάθαρο και πολύτιμο μάρμαρο της . Αυτά τα έργα τέχνης, όπως είπε ο Περικλής "φτιάχτηκαν από τους ανθρώπους για τους ανθρώπους". Τα επίσημα εγκαίνια του Παρθενώνα, έγιναν στα μεγάλα Παναθήναια του 439.



Ο ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ
                                
        Ο Παρθενώνας ήταν αφιερωμένος στη θεά Αθηνά, την προστάτιδα της πόλης. Στο σημείο που οικοδομήθηκε ο Παρθενώνας, πιθανότατα προϋπήρχε ένας άλλος ναός που ονομάζεται Προ-Παρθενώνας. Τα θεμέλια του ναού ήταν από «μεγάλες πώρινες πλάκες και είχαν μπει πριν από τη μάχη των Πλαταιών, στα 479 π.Χ στη Βοιωτία.» ( Β. Αγγελοπούλου, Η Ακρόπολη και η ιστορία της).  Η ανέγερση του Παρθενώνα ξεκίνησε το 447 π.χ και ολοκληρώθηκε το 438 π.χ. Τα γλυπτά που τον διακοσμούν δημιουργήθηκαν το 432 π.χ., δηλαδή πέρασαν 6 χρόνια επιπλέον προκειμένου να φτάσουν τα γλυπτά στην τέλεια μορφή που επιθυμούσε ο Φειδίας. Όταν κατασκευαζόταν, ήταν γνωστός ως «Μεγάλος νεώς» αλλά για πρώτη φορά αναφέρεται ως «Παρθενών» από το Δημοσθένη.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΝΑΟΥ

  Ο Παρθενώνας είναι περίπτερος αμφιπρόστυλος ναός, δηλαδή έχει κολόνες και στον πρόναο αλλά και στον οπισθόδομο. Συγκεκριμένα, υπάρχουν δεκαεπτά δωρικές κολόνες σε κάθε μακριά πλευρά του και οχτώ σε κάθε στενή πλευρά. Συνολικά οι κολόνες είναι σαράντα έξι. Χωρίζεται σε 5 μέρη: 1) τον πρόναο 2) το σηκό 3) τον κυρίως Παρθενώνα 4) τον οπισθόδομο και 5) το βάθρο του αγάλματος της Αθηνάς.
1) Η πρόσοψη του ναού είναι στραμμένη προς την Ανατολή και εκεί βρίσκεται ο πρόναος. Πρόκειται για μία στοά με 6 κολόνες από την οποία περνά κανείς για να βρεθεί στο 2) σηκό, δηλαδή το κύριο μέρος του ναού. Στο σηκό υπήρχε το επιβλητικό  άγαλμα της Αθηνάς  3) Πίσω από το σηκό βρίσκεται ο « παρθενώνας» , μια αίθουσα με τέσσερις κολόνες ιωνικού ρυθμού. Από αυτό το μέρος του ναού πήρε το όνομά του ο Παρθενώνας. Δεν γνωρίζουμε σε τι χρησίμευε ακριβώς. Ίσως εκεί να βρίσκονταν οι θησαυροί και τα χρήματα της Αθήνας. 4) Ο οπισθόδομος ήταν μια στοά όπως ο πρόναος αλλά βρίσκεται στα δυτικά δηλαδή ακριβώς αντίθετα από τον πρόναο. 5) Περνώντας από  τον πρόδομο και μετά από την πόρτα του σηκού, έφτανε μπροστά στο βάθρο του αγάλματος της Αθηνάς. Ήταν ένα χρυσελεφάντινο άγαλμα της θεάς, φτιαγμένο από τον Φειδία. Μας το περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια ο Παυσανίας, που το είδε στη θέση του όταν επισκέφτηκε την Αθήνα, έτσι όπως μας έκανε και την περιγραφή του αγάλματος του Δία, στην Ολυμπία, έργο και αυτό του Φειδία. Το ύψος του αγάλματος μαζί με το βάθρο έφτανε τα 15 μέτρα. Ήταν μια Αθηνά που στεκόταν όρθια , επιβλητική και ολοζώντανη. Φορούσε έναν Αττικό χιτώνα και τα χέρια της ήταν γυμνά, φτιαγμένα από ελεφαντόδοντο. Στο δεξί της χέρι κρατούσε τη φτερωτή νίκη, που είχε ύψος 1,80εκ. και ήταν χρυσελεφάντινη. Στο αριστερό χέρι κρατούσε ακουμπισμένα στο δάπεδο, το δόρυ και την ασπίδα. Ανάμεσα σ' αυτά τα δύο υπήρχε ένα φίδι που παρίστανε τον Εριχθόνιο. Στο εσωτερικό μέρος της ασπίδας, ο μοναδικός ζωγράφος Πολύγνωτος είχε ζωγραφίσει σκηνή από τη πρώτη  γιγαντομαχία και στο εξωτερικό υπήρχε σκηνή από τον πόλεμο του Θησέα με τις Αμαζόνες. Σ' έναν από τους πολεμιστές ο Φειδίας είχε δώσει τη μορφή του Περικλή και σε έναν άλλο, σε ένα γέρο που σήκωνε μια πέτρα, τη δική του μορφή.  Το χρυσάφι του αγάλματος ζύγιζε κάπου έναν τόνο! Δυστυχώς δεν σώζεται σήμερα και οι πληροφορίες που έχουμε προέρχονται από τα ελληνιστικά και ρωμαϊκά αντίγραφα.




Εξωτερικά , στις μετόπες, στα αετώματα, στη ζωφόρο, ο ναός ήταν στολισμένος με παραστάσεις από τη θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων και μύθους της Αττικής. Αυτά «τα μάρμαρα του Παρθενώνα» δεν κατασκευάστηκαν  πρώτα και έπειτα τοποθετήθηκαν ψηλά στον Παρθενώνα, αλλά σκαλίστηκαν στις πλευρές του αφού είχε ολοκληρωθεί η κατασκευή του.   Τα αετώματα διακοσμούνταν από «ολόγλυφα αγάλματα» ( Αντ. Ν. Μαστραπάς.) Ειδικότερα στο ανατολικό αέτωμα, στην πρόσοψη του ναού, παρουσιάζεται η γέννηση της Αθηνάς: Ο Δίας αριστερά καθισμένος στο θρόνο του, με το σκήπτρο στο αριστερό του χέρι και τον κεραυνό στο δεξί, έχει απέναντί του όρθια, πάνοπλη και ολόχαρη την Αθηνά που μόλις έχει γεννηθεί μέσα από το κεφάλι του. Πίσω της εικονίζεται γυμνός και όρθιος ο θεός Ήφαιστος, κρατώντας το τσεκούρι με το οποίο είχε χτυπήσει το κεφάλι του Δία. Καθιστή πίσω από το Δία και την Αθηνά, βρίσκονται αντίστοιχα η Ήρα και ο Ποσειδώνας, που έκπληκτοι μπροστά στο γεγονός, παρακολουθούν το θαύμα. Δεξιά και αριστερά βρίσκονται άλλοι θεοί που παρακολουθούν και μετέχουν στο ευχάριστο γεγονός. Στην αριστερή άκρη του αετώματος απεικονίζεται το τέθριππο άρμα του Ήλιου που ανατέλλει από τον Ωκεανό και κατευθύνεται προς το κέντρο, ενώ δεξιά απεικονίζεται το τέθριππο άρμα της Σελήνης, που φεύγει για να βυθιστεί στον Ωκεανό. Στο δυτικό αέτωμα, ζωντανεύει η διαμάχη της με τον Ποσειδώνα για την κυριαρχία στην Αττική. Οι δύο θεοί, εικονίζονται με τα σύμβολά τους, όρθιοι με ζωηρή παραστατικότητα. Το γυμνό ρωμαλέο κορμί του Ποσειδώνα τινάζεται βίαια προς τα πίσω, είναι νευρικός και αβέβαιος για τη νίκη του στον αγώνα. Αντίθετα η θεά Αθηνά με τη μεγαλόπρεπη στάση της φανερώνει τη σιγουριά της για τη νίκη. Κοντά στους δύο θεούς εικονίζονται τα σημάδια - σύμβολα, η ελιά και η πηγή με το θαλάσσιο νερό, τα δώρα που πρόσφεραν οι δύο θεοί για να αποκτήσουν την προστασία της πόλης.   Δεξιά και αριστερά από τους θεούς ήταν τα άρματα που τους έφεραν στα βράχια της Ακρόπολης για τον αγώνα. Το άρμα της Αθηνάς το οδηγούσε η Νίκη και το άρμα του Ποσειδώνα η Αμφιτρίτη ή κάποια άλλη από τις Νηρηίδες. Τα άρματα τα συνόδευαν οι αγγελιοφόροι των θεών, ο Ερμής και η Ίρις. Τον αγώνα παρακολουθούσαν ο Κέκροπας και ο Ερεχθέας με τις οικογένειές τους. Στις δυο γωνιές του αετώματος εικονίζονται ο Κηφισός και ο Ιλισός ή ίσως δύο άλλοι ήρωες της Αττικής. Οι καταστροφές που υπέστησαν τα αετώματα ήταν τόσο μεγάλης έκτασης ώστε τα θέματα των παραστάσεων να μας είναι γνωστά μόνο από τις γραπτές μαρτυρίες του Παυσανία, ο οποίος έζησε και έγραψε γύρω στο 150 μ.Χ..   
Γύρω γύρω στον Παρθενώνα, πάνω από τους εξωτερικούς κίονες βρίσκονταν εναλλάξ τα τρίγλυφα και οι μετόπες. Κάθε μετόπη χωρίζονταν από τις γειτονικές της με το τρίγλυφο, που ήταν μια απλή αρχιτεκτονική διακόσμηση. Πάνω στις 92  συνολικά μετόπες στο διάζωμα του θριγκού( 32 σε κάθε μεγάλη πλευρά του και 14 σε κάθε μικρή) , που είναι διακοσμημένες με ανάγλυφες παραστάσεις,  απεικονίζονται μυθικά πρόσωπα και θεϊκές μορφές π.χ  στη νότια πλευρά Κένταυροι και Λαπίθες, θεοί και Γίγαντες στην ανατολική πλευρά, ο Θησέας και οι Αμαζόνες στη δυτική και στη βόρεια  πλευρά η άλωση της Τροίας.  Κάθε μετόπη είχε δύο ανθρώπινες μορφές ή σύμπλεγμα ανθρώπου και ζώου. Οι μετόπες της ανατολικής, της βόρειας και της δυτικής πλευράς είχαν καταστραφεί βάρβαρα από τους Χριστιανούς όταν μετέτρεψαν τον Παρθενώνα σε χριστιανική εκκλησία (5ος - 6ος αι.μ.Χ.). Από την καταστροφή αυτή εξαιρέθηκαν οι νότιες μετόπες. Γενικότερα, έχουν καταστραφεί στο μεγαλύτερο μέρος τους και αυτές που διασώθηκαν βρίσκονται κυρίως στη νότια πλευρά. Περίπου 20 βρίσκονται σε ξένα μουσεία. ( 15 στο Βρετανικό Μουσείο και μία στο Λούβρο. ) , ενώ 39 στο μουσείο της Ακρόπολης. Η ζωφόρος, ιωνικό στοιχείο, περιβάλλει το επάνω μέρος των τοίχων του ναού, πίσω από τους εξωτερικούς κίονες. Είχε μήκος 160 μ. και απεικόνιζε την πομπή κατά τη διάρκεια της γιορτής των Παναθηναίων. Έργο του Φειδία, « σαν πλατιά κορδέλα τυλίγει το κύριο σώμα του Παρθενώνα» (Β. Αγγελοπούλου) δηλαδή περιέτρεχε το εσωτερικό του πτερού. Παρουσιάζονται καβαλάρηδες, παλικάρια που οδηγούν τα ζώα στη θυσία, όμορφες Αθηναίες που ακολουθούν την πομπή και άρχοντες υπεύθυνοι για την τάξη. Πολλά τμήματα της ζωφόρου βρίσκονται στο μουσείο της Ακρόπολης αλλά ορισμένα κοσμούν το Βρετανικό μουσείο του Λονδίνου.
 Στις δύο πλευρές του ναού, στα μεγάλα τριγωνικά διαστήματα, τοποθετήθηκαν τα εναέτια γλυπτά. Ήταν σχεδιασμένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε τα αγάλματα που βρισκόταν στο κεντρικό και υψηλότερο σημείο του τριγώνου, να είναι γιγαντιαία.  



Ο ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ

 Ο Παρθενώνας, έμεινε για πολλούς αιώνες άθικτος. Διάφοροι Μαικήνες, βασιλιάδες της Ελληνιστικής περιόδου και ρωμαίοι αυτοκράτορες έστελναν στον Ιερό βράχο διάφορα αφιερώματα, που όμως δεν μπορούν να συγκριθούν με τα αγάλματα της κλασικής περιόδου. Προς τιμή του αυτοκράτορα Αύγουστου και της Ρώμης χτίστηκε ένας κυκλικός ναός, ενώ μια μαρμάρινη σκάλα και η πύλη που χρησιμοποιείται και σήμερα για είσοδος φτιάχτηκαν αργότερα, και γύρω στα 180μ.Χ. κατασκεύασαν τα Μικρά Προπύλαια που οχυρώθηκαν.
 Στους ύστερους Ρωμαϊκούς χρόνους έπαθε την πρώτη μεγάλη καταστροφή που οφειλόταν σε πυρκαγιά. Τον επισκεύασε ο αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Παραβάτης. Οι Χριστιανοί το 500 μ.Χ. τον μετέτρεψαν σε χριστιανική εκκλησία, κάνοντας ελάχιστες αλλαγές στο εσωτερικό του. Του πρόσθεσαν αψίδα, άνοιξαν πλευρικές εισόδους και κατασκεύασαν κλιμακοστάσιο στην ΝΔ πλευρά του σηκού. Φυσικά, αυτή την εποχή το πολύτιμο άγαλμα της Αθηνάς δεν υπήρχε.
 Την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου, η Ακρόπολη αρχίζει να παρακμάζει, καθώς η παλιά θρησκεία χάνει την αίγλη της. Ο θρησκευτικός της χαρακτήρας παραμένει όμως αναλλοίωτος, ο Παρθενώνας μετατρέπεται σε ναό της Παναγίας, τα Προπύλαια σε ναό των Ταξιαρχών και το Ερεχθείο σε ναό της Θεοτόκου. Όμως πολλά καλλιτεχνήματα καταστρέφονται εξαιτίας του υπέρμετρου φανατισμού ορισμένων Χριστιανών που θεωρούσαν απειλητικό κάθετί που παρίστανε την αρχαία θρησκεία.  Την εποχή της Φραγκοκρατίας ο χώρος γίνεται καθολική μητρόπολη των ηγεμόνων του Δουκάτου των Αθηνών, τα Προπύλαια διαμορφώνονται σε ανάκτορα, ενώ σε κάποιο μέρος τους χτίστηκε ένας ψηλός τετράγωνος πύργος. Γενικά όμως η όψη της Ακρόπολης δεν υφίσταται αλλαγές.
  Το 1458 οι Τούρκοι καταλαμβάνουν την Αθήνα και αυτοί με τη σειρά τους έκαναν τον Παρθενώνα τζαμί, χτίζοντας ένα μιναρέ στη ΝΔ γωνία του. Το κτίριο όμως δεν το πείραξαν. Πρέπει να ήταν επιβλητικό μνημείο όπως μαρτυρούν οι περιγραφές του Τούρκου περιηγητή Εμβλιά – Τσελεμπή. Ο τούρκος φρούραρχος εγκαταστάθηκε πρώτα στο Ερέχθειο και μετά στα Προπύλαια. Μία τρομερή έκρηξη συγκλόνισε την Ακρόπολη στις 25 Οκτωβρίου του 1656. Έπεσε κεραυνός στα Προπύλαια, τα οποία είχαν γίνει μπαρουταποθήκη και τίναξε στον αέρα ένα μεγάλο μέρος του ναού.
  Οι μεγαλύτερες καταστροφές του Παρθενώνα προήλθαν από τους Δυτικούς.  Το 1687, στις 26 του Σεπτέμβρη,  οι Βενετσιάνοι, με αρχηγό τον Ενετό στρατηγό και αργότερα Δόγη  Φραγκίσκο  Μοροζίνη , κατά τη διάρκεια του Ενετοτουρκικού πολέμου ,βομβάρδισαν την Ακρόπολη από το Λόφο του Φιλιπάππου μέσα στην οποία ήταν κλεισμένοι οι Τούρκοι. Το αποτέλεσμα ήταν καταστροφικό αφού κατέρρευσε ο σηκός και μεγάλο μέρος της Βόρειας πλευράς.
 
  Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1801-1803 ο Άγγλος έκτακτος απεσταλμένος του Βρετανικού θρόνου στην Πόλη, ο
Thomas  Bruce κόμης του Έλγιν, πήρε άδεια από τις Τουρκικές αρχές ν' αφαιρέσει όσα γλυπτά ήθελε από τον  ναό της Αθηνάς και να τα μεταφέρει στο Λονδίνο. Οι εργάτες που τα ξεκολλούσαν έσπασαν αρκετά από τα αριστουργήματα του Φειδία. Τα υπόλοιπα τα φόρτωσε ο ιερόσυλος Άγγλος στο καράβι και τα πήγε στη χώρα του. Ονομάστηκαν Ελγίνεια μάρμαρα και βρίσκονται στο Βρετανικό μουσείο. 
 Ένα ιδιαίτερο περιστατικό που αφορούσε τον Παρθενώνα έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης. Όταν οι Τούρκοι πολιορκούνταν από τους Έλληνες στην Ακρόπολη, είχαν ελλείψεις σε βόλια και σκόπευαν να πάρουν μόλυβδο από τους συνδέσμους των αρχιτεκτονικών μελών του μνημείου. Όμως ο Γκούρας  που πολιορκούσε τους Τούρκους, παρενέβη και έσωσε τον Παρθενώνα από σίγουρη καταστροφή, στέλνοντας στους Τούρκους το μολύβι που χρειάζονταν.
 Όταν δημιουργήθηκε το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος, είχε προταθεί η κατασκευή των ανακτόρων του Όθωνα στην Ακρόπολη. Ευτυχώς αυτή η πρόταση δεν εφαρμόστηκε και αποτράπηκε μία ολοκληρωτική καταστροφή του μνημείου.
 Στον  β΄ παγκόσμιο πόλεμο, στις 31 Μαϊου 1941, ο Μανώλης Γλέζος και ο Λάκης Σάντας κατέβασαν τη φασιστική σημαία από την Ακρόπολη.
 Μεγάλος εχθρός της ακρόπολης τα τελευταία χρόνια είναι η ατμοσφαιρική ρύπανση των τελευταίων 30 χρόνων, η οποία σύμφωνα με τους ειδικούς επέφερε πολύ μεγάλη καταστροφή οφειλόμενη σε φυσικούς παράγοντες. Τα 2400 χρόνια που πέρασαν από τη δημιουργία της Ακρόπολης, δεν έφθειραν την Ακρόπολη, όσο αυτή φθάρηκε τα τελευταία χρόνια.
 Από το 1898 μέχρι σήμερα γίνονται προσπάθειες αναστήλωσης και αποκατάστασης του Παρθενώνα. 

ΕΡΕΧΘΕΙΟ
                                                   
   
Ακριβώς απέναντι από τον Παρθενώνα βρίσκεται το Ερέχθειο. Πρόκειται για ένα ιδιόμορφο κτίσμα που συστέγαζε τη λατρεία πολλών θεοτήτων. Οι κύριοι χώροι του ναού ήταν αφιερωμένοι στην Αθηνά, στον Ποσειδώνα και στον Ερεχθέα. Το σχήμα του ναού οφείλεται κατά κύριο λόγο στη φυσική διαμόρφωση του εδάφους που παρουσιάζει υψομετρικές διαφορές και στη συνύπαρξη πολλών ιερών. Πρόκειται για ένα ορθογώνιο ναό με το σηκό του και τον οπισθόδομο. Τα διαφορετικά  επίπεδα που είναι χτισμένος και η προσθήκη των προστάσεων στα βόρεια και στα νότια συνθέτουν το οικοδόμημα. Λέγεται ότι το Ερέχθειο είναι κτισμένο εκεί που βρίσκονταν η κατοικία του Κέκροπα του πιο αρχαίου βασιλιά της Αθήνας. Η οικοδόμηση του ξεκίνησε το 421π.Χ. και ολοκληρώθηκε γύρω στο 405π.Χ.Ο αρχιτέκτονας του Ερέχθειου είναι άγνωστος, αν και έχει διατυπωθεί η άποψη ότι μπορεί να ήταν ο Μνησικλής. Αυτό που γνωρίζουμε, από επιγραφή του 409/8 π.Χ., είναι το όνομα ενός αρχιτέκτονα που επιστατούσε στην κατασκευή του, του Φιλοκλή από το δήμο των Αχαρνέων.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΝΑΟΥ

Ξεκινώντας από το ανατολικό τμήμα, που ήταν αφιερωμένο στη θεά Αθηνά και είχε   πρόσταση από 6 ιωνικούς κίονες, η οποία επικοινωνούσε μέσω θύρας με το σηκό αμφίπλευρα της οποίας υπήρχαν παράθυρα. Η  πρόσταση αυτή διακοσμούνταν από γλυπτή ζωφόρο και αέτωμα χωρίς γλυπτό διάκοσμο. Στο σηκό του ναού φυλάσονταν το ξόανο της θεάς Αθηνάς, που πίστευαν ότι είχε πέσει από τον ουρανό. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς τη μορφή του, αλλά από διάφορες περιγραφές συμπεραίνουμε ότι ήταν ξύλινο και παρουσίαζε  τη θεά καθισμένη. «Είχε στεφάνι στο κεφάλι, φορούσε περιδέραιο και σκουλαρίκια και στο στήθος της είχε την αιγίδα με το φοβερό γοργόνειο. Κρατούσε ένα τάσι χρυσό και δίπλα της βρισκόταν η αγαπημένη της κουκουβάγια, το πουλί της σοφίας. Μπροστά στο πανάρχαιο αυτό ξόανο έφεγγε χρυσό άσβηστο λυχνάρι, έργο του καλλιτέχνη Καλλίμαχου, ενώ από πάνω ένας χάλκινος φοίνικας μάζευε τις καπνιές».(Β.Αγγελοπούλου «Η Ακρόπολη  και η ιστορία της»).Για αυτό το άγαλμα ύφαιναν τον χιλιοπλουτισμένο πέπλο οι εργαστίνες και οι αρρηφόροι,που ήταν κοπέλες από τις καλύτερες οικογένειες της Αθήνας. Επίσης αυτό το άγαλμα τιμούσαν στην πομπή των Παναθηναίων.
Το δυτικό τμήμα ήταν αφιερωμένο στον Ποσειδώνα και στον Ερεχθέα. Χωριζόταν από το ανατολικό με εγκάρσιο τοίχο, του οποίου σήμερα μόνο ίχνη σώζονται και επικοινωνούσε  με το σηκό μέσω θύρας. Το δυτικό τμήμα παρουσιάζει υψομετρική διαφορά 3 μέτρων προς το ανατολικό. Για να ξεπεραστεί αυτή η διαφορά υπήρχαν 4 ιωνικοί κίονες, που ήταν ενωμένοι μεταξύ τους μέχρι ενός σημείου και το υπόλοιπο ήταν ελεύθεροι. Στο εσωτερικό του ναού υπήρχε η «Ερεχθηίς θάλασσα» το σημείο δηλαδή που τρύπησε ο Ποσειδώνας με την τρίαινά του και ξεπήδησε το νερό όταν αγωνίστηκε με την Αθηνά για το ποιος θα είναι ο προστάτης των Αθηνών. Τα σημάδια της τρίαινας είναι ορατά στο χάσμα κάτω από  το δάπεδο της βορεινής στοάς. Επίσης αν κοιτάξει κανείς ψηλά θα δει ότι απ’την οροφή λείπει ένα φάτνωμα και φαίνεται ο ουρανός. Το σημείο αυτό θεωρούνταν ιερό κατά τη θρησκεία των αρχαίων και έπρεπε να μείνει ελεύθερο στο φως και στον ήλιο. Στο υπόγειο του ναού είχε την κατοικία του ο «Εριχθόνιος», το ιερό φίδι της Αθηνάς, το καλό στοιχείο της ακρόπολης.
Στη βόρεια θύρα του ναού είχε δημιουργηθεί μια πρόσταση με 4 ιωνικούς κίονες στην πρόσοψη και 2 στις πλαϊνές πλευρές. Οι κολόνες αυτές είναι τρομερά λεπτοδουλεμένες. Λέγεται μάλιστα ότι για τις ραβδώσεις της κάθε κολόνας εργάζονταν επί δύο μήνες πέντε ως εφτά μαρμαράδες. Ο στολισμός της θύρας ήταν περίτεχνος καθώς περιμετρικά ήταν στολισμένη από κυμάτια και  ρόδακες. Αριστερά και δεξιά στο επάνω μέρος της πόρτας υπήρχαν δυο στηρίγματα διακοσμημένα με έλικες και φυτικά κοσμήματα, που κρατούσαν ένα είδος γείσου με κυμάτια και ανθέμια.
Αυτό όμως που αποτελεί το χαρακτηριστικότερο σημείο του Ερέχθειου είναι η πρόσταση με τις Καρυάτιδες. Πρόκειται για ένα είδος σκεπαστής βεράντας, της οποίας τη στέγη τη στηρίζουν κοπέλες, αντικαθιστώντας τις κολόνες. Το τμήμα αυτό του ναού ονομάζονταν «Πρόσταση των κορών» την περίοδο που χτίστηκε ο ναός. «Αργότερα τις κόρες τις είπαν «Καρυάτιδες», από το όνομα των κοριτσιών από τις Καρυές της Λακωνίας, που, όταν χόρευαν για να τιμήσουν την Αρτέμιδα, είχανε κάνιστρα στο κεφάλι τους».( Β. Αγγελοπούλου «Η  Ακρόπολη και η ιστορία της»).Από τις έξι Καρυάτιδες οι πέντε βρίσκονται σήμερα στο Μουσείο της Ακρόπολης και η έκτη βρίσκεται στο Βρετανικό μουσείο, καθώς ο λόρδος Έλγιν φρόντισε να την αφαιρέσει μαζί με μια πλειάδα θησαυρών από την Ακρόπολη. «Ο θριγκός επάνω από τις Κόρες διαμορφώνεται από επιστύλιο με τρεις ταινίες από τις οποίες η ανώτερη διακοσμείται με ρόδακες, από γεισόποδες αντί ζωφόρου για να αποφευχθεί μάλλον  το μεγάλο βάρος και από γείσο με σίμα διακοσμημένη».(Αντ. Μαστραπάς «Ελληνική Αρχιτεκτονική»).Το μνημείο ήταν κατασκευασμένο από πεντελικό μάρμαρο εκτός από τις πλάκες της ζωφόρου που ήταν από σκουρόχρωμο ελευσινιακό  λίθο. Οι πλάκες είχαν προσαρμοσμένες με συνδέσμους ανάγλυφες μορφές, πράγμα που διευκόλυνε τον κύριο Έλγιν να τις αφαιρέσει. Οι Καρυάτιδες ήταν στημένες σ’αυτή την πλευρά του ναού επειδή πίστευαν ότι ο τόπος ήταν ιερός. Πίστευαν ότι εκεί κοντά ήταν ο τάφος του Κέκροπα, του πανάρχαιου βασιλιά και ίσως οι Καρυάτιδες ν’αποτελούσαν  την τιμητική του φρουρά.
       


ΤΑ ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ
                                     
  

  Γενικά, ο όρος σημαίνει την μνημειακή είσοδο σε έναν ιερό χώρο, μια αγορά ή μια πόλη. Τα Προπύλαια της Ακρόπολης χτίστηκαν μετά την αποπεράτωση του Παρθενώνα δηλαδή το 437 π.Χ. Πήραν την τελική μορφή τους λίγο πριν την έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου, δηλαδή το 432 π.Χ. Εκτός από την αισθητική λειτουργία τους, είχαν και πρακτικό σκοπό όπως την προστασία των παρευρισκομένων από τις καιρικές συνθήκες. Αρχιτέκτονάς τους ήταν ο Μνησικλής, ο οποίος αξιοποίησε την κλίση του εδάφους του λόφου και κατόρθωσε να προσανατολίσει το κτίριο έτσι ώστε μόλις κάποιος διάβαινε τις πύλες , περνούσε σε μια μικρή στοά και από εκεί ανοιγόταν μπροστά του όλη η ομορφιά της Ακρόπολης. Το υλικό κατασκευής τους ήταν φυσικά το πεντελικό μάρμαρο και ο ελευσινιακός σκουρόχρωμος λίθος. Πρόκειται για ένα «μεγαλόπρεπο και πολύπλοκο κτίριο» που « απλωνόταν σ’όλη τη δυτική πλευρά του βράχου κι όπως ήταν ολόκληρα από μάρμαρο έλαμπαν κάτω από το γαλάζιο φως τ’ουρανού. Ήταν τέτοια η ομορφιά τους, που οι συγγραφείς της αρχαίας εποχής τα ονόμαζαν « το φωτεινό μέτωπο της Ακρόπολης». (Β. Αγγελοπούλου, Η Ακρόπολη και η ιστορία της).
 Η μνημειακή είσοδος της Ακρόπολης διαμορφώνεται από ένα κεντρικό οικοδόμημα και δύο πτέρυγες, οι οποίες βρίσκονται αριστερά και δεξιά της εισόδου, στη δυτική πλευρά. Μπροστά στην είσοδο, στο κέντρο, βρίσκονται οι μαρμάρινες δωρικές κολόνες που στήριζαν το διάζωμα και το τριγωνικό αέτωμα του κτιρίου. Μια από τις πύλες αποτελούσε την είσοδο για τα ζώα που οδηγούνταν για θυσίες. Μια άλλη στοά οδηγούσε στην Πινακοθήκη. Πρόκειται για ένα μεγάλο δωμάτιο που το διακοσμούσαν τοιχογραφίες και έργα μεγάλων ζωγράφων της εποχής. Εκεί οι πολίτες μπορούσαν να ξεκουραστούν πριν περάσουν στα ιερά των θεών.
 Στα δεξιά της μνημειακής εισόδου, υπήρχε μία άλλη στοά με τρεις δωρικές κολόνες. Μέσα από αυτή τη στοά μπορούσε κάποιος να κατευθυνθεί στο ναό της Αθηνάς Νίκης. Στην πλευρά αυτή των Προπυλαίων, προβλεπόταν η κατασκευή ενός ακόμη χώρου. Αυτός ο χώρος δεν κατασκευάστηκε ποτέ γιατί θα παραβίαζε την περιοχή του Ιερού της Βραυρωνίας  Αρτέμιδας και τα υπολείμματα του παλαιού μυκηναϊκού τείχους. Ανάμεσα στα Προπύλαια και το Ερέχθειο, είχε τοποθετηθεί πάνω σε ένα ψηλό βάθρο, ένα πελώριο χάλκινο άγαλμα της θεάς Αθηνάς.
  Η εικόνα των Προπυλαίων άλλαξε κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ όταν προστέθηκε «μνημειακή κλίμακα σ’όλο το πλάτος της πρόσβασής τους» ( Αντ. Ν. Μαστραπάς, Ελληνική Αρχιτεκτονική) . Στα παλαιοχριστιανικά χρόνια η νότια πτέρυγα έγινε εκκλησία και τον 10ο αιώνα μ. Χ στα Προπύλαια δημιουργήθηκε εκκλησία όπως αποδεικνύουν κάποιες τοιχογραφίες των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ, που βρέθηκαν στις ανασκαφές. Κατά τη Φραγκική κυριαρχία η βόρεια πτέρυγα έγινε ανάκτορο των Δουκών ντε λα Ρος. Την ίδια εποχή στη νότια πτέρυγα κατασκευάστηκε ένας ψηλός πύργος που είναι γνωστός ως Κουλάς και από εκεί οι Φράγκοι έλεγχαν την περιοχή γύρω από την Ακρόπολη. Αυτός ο πύργος κατεδαφίστηκε το 1874. Κατά την Τουρκοκρατία τα Προπύλαια έγιναν μπαρουταποθήκη η οποία όμως εξερράγη ύστερα από χτύπημα κεραυνού προκαλώντας ανυπολόγιστες καταστροφές στο ναό. Το 1687 όταν οι Ενετοί πολιόρκησαν την Ακρόπολη και οι Τούρκοι για να ενισχύσουν την οχύρωσή τους, έκλεισαν τα Προπύλαια με ένα τείχος. Μετά τη δημιουργία του ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους, απομακρύνθηκαν από τα Προπύλαια όλες οι προσθήκες που είχαν γίνει από τους διάφορους κατακτητές. Η αναστυλωτική προσπάθεια συνεχίζεται μέχρι σήμερα.




Ο ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΑΠΤΕΡΟΥ ΝΙΚΗΣ

                                                    
 Στα νότια της Ακρόπολης, σ' ένα περιορισμένο χώρο, ο Καλλικράτης συμπλήρωσε τα αριστουργήματα του ιερού λόφου μ' έναν ακόμη ναό. Ήταν μικρός ( 16 τ.μ) ιωνικού ρυθμού, με 4 κίονες στην μπροστινή όψη και 4 πίσω. Οι διαστάσεις του είναι 8,27μ. μήκος και 5,44μ. πλάτος. Μέσα σ' αυτόν τοποθετήθηκε το ξόανο της Απτέρου Νίκης. Οι Αθηναίοι, για να μη φύγει ποτέ η νίκη από την πόλη τους, σκέφτηκαν να την κάνουν χωρίς φτερά! Η κατασκευή του διήρκεσε αρκετά χρόνια κι ολοκληρώθηκε μετά το 430π.Χ. Η ανοικοδόμησή του τελείωσε πολύ αργότερα από αυτή του Παρθενώνα , συγκεκριμένα ολοκληρώθηκε όταν είχε αρχίσει ήδη ο Πελοποννησιακός πόλεμος.
 Ο ναός είχε ζωφόρο που τον διακοσμούσε  και στις τέσσερις πλευρές. Στην ανατολική πλευρά η ζωφόρος παρίστανε όρθιους τους δώδεκα θεούς, με την Αθηνά ανάμεσα στο Δία και τον Ποσειδώνα. Στις άλλες πλευρές της ζωφόρου εικονίζονται μάχες ανάμεσα σε Έλληνες και Αμαζόνες ή Έλληνες και Πέρσες. Επίσης τα αετώματα του ναού πρέπει να ήταν διακοσμημένα με αμαζονομαχίες και γιγαντομαχίες. Σήμερα πολλά μέρη του ναού βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο και στη θέση τους έχουν τοποθετηθεί αντίγραφα.  Αργότερα γύρω από το κράσπεδο του υψώματος πάνω στο οποίο είναι χτισμένος ο μικρός αυτός ναός, οι Αθηναίοι τοποθέτησαν  μαρμάρινες ανάγλυφες πλάκες οι οποίες παρίσταναν φτερωτές Νίκες σε διάφορες στάσεις (άλλοτε με τα φορέματα κολλημένα επάνω τους σα βρεγμένα και άλλοτε με τα φτερά τους ανοιγμένα τόσο περίτεχνα που νόμιζες πως πετούσαν) και μορφές της θεάς Αθηνάς     

 Ο ναός αυτός είναι αφιερωμένος στη θεά Αθηνά Νίκη κι όχι στη φτερωτή θεά Νίκη.  Ακόμη είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι στην ίδια ακριβώς θέση, κάτω από τα θεμέλια του ναού της Αθηνάς Νίκης, μέσα στη γη σε βάθος 1,40μ., βρέθηκαν τα θεμέλια ενός άλλου μικρού ναού που είχε χτιστεί στην αρχαϊκή εποχή. Σ' έναν από τους δύο βωμούς του ναού βρέθηκε επιγραφή που έλεγε ότι και αυτός ο παλαιός ναός ήταν αφιερωμένος στη θεά Αθηνά Νίκη.

ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΚΤΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ

 Πάνω στον «Ιερό Βράχο» και περιμετρικά αυτού υπάρχουν αρκετά κτίσματα πλήθος από αγάλματα, βωμοί και αφιερώματα, που το καθένα έπαιξε το δικό του ρόλο στο πέρασμα του χρόνου. Βορειοδυτικά του Ερέχθειου υπάρχουν ερείπια τετράγωνου κτίσματος του 5ου αιώνα π.Χ. όπου δύο εσωτερικές σκάλες οδηγούσαν εκτός της Ακρόπολης σε σπηλιά, αφιερωμένη στην Άγλαυρο. Πρόκειται για το Αρρηφόριο, όπου έμεναν για ένα χρόνο τέσσερα κορίτσια, διαλεγμένα από αρχοντικές οικογένειες και λάμβαναν μέρος σε μυστηριακή τελετή, τα Αρρηφόρια. Μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου και αφού η ιέρεια του ναού διάλεγε τα δύο από τα τέσσερα κορίτσια, έβαζε στο κεφάλι τους σκεπασμένα κάνιστρα αγνώστου περιεχομένου. Τα κορίτσια ακολουθώντας τις σκάλες και ένα μυστικό πέρασμα έφταναν στο ιερό της Αφροδίτης, στη βόρεια πλαγιά, άφηναν τα δώρα και έπαιρναν άλλα αγνώστου περιεχομένου και επέστρεφαν στο Αρρηφόριο ακολουθώντας την αντίστροφη διαδρομή.
Δυτικά του Ερέχθειου ήτανε το ιερό της Πανδρόσου, μιας από τις τρεις κόρες του Κέκροπα. Στο ίδιο σημείο βρισκόταν και η ιερή ελιά, που η Αθηνά είχε δωρίσει στους αθηναίους όταν διεκδικούσε την Αθήνα από τον Ποσειδώνα. Επίσης πάνω στην Ακρόπολη «Ένα από τα σπουδαιότερα αγάλματα ήτανε η Λημνία Αθηνά του Φειδία, την οποία είχαν αφιερώσει στη θεά οι Αθηναίοι κληρούχοι όταν πήγαν να εγκατασταθούν στην υποταγμένη Λήμνο».(Β.Αγγελοπούλου «Η Ακρόπολη και η ιστορία της»).
Στη βόρεια πλαγιά της Ακρόπολης συναντάμε το Ολυμπιείο, αφιερωμένο στον Ολύμπιο Δία. Η κατασκευή του ξεκίνησε στα χρόνια του Πεισίστρατου, η ανοικοδόμηση συνεχίστηκε στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αύγουστου και αποπερατώθηκε από τον Αδριανό το 132 μ.Χ. Το Πύθειο ,που ήταν αφιερωμένο στον Απόλλωνα, καθώς και τη σπηλιά του θεού Πάνα και το ιερό της Αγραύλου, κόρης του Κέκροπα.
Από τη βόρεια πλευρά ξεκινούσε ο «Περίπατος», ένα φαρδύ μονοπάτι μήκους 1100 μέτρων, καταλήγοντας στη νότια πλευρά, όπου συναντούμε το ναό του Διονύσου, καθώς και το θέατρό του. Τον 4ο π.Χ. αιώνα το θέατρο πήρε περίπου τη μορφή με  την οποία μας είναι γνωστό σήμερα. Ακόμα συναντάμε το Ωδείο του Περικλή και το ιερό του Ασκληπιού και της Υγείας.  Ίχνη κτίσματος με στοές και περίβολο κατά μήκος του νότιου τείχους αποτελούν το ιερό της Βραυρωνίας Αρτέμιδος. Ανατολικά του ιερού της Βραυρωνίας βρίσκεται η Χαλκοθήκη, που η κατασκευή της χρονολογείται στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα και πρέπει να προστέθηκε στοά στη βόρεια πλευρά του στις αρχές του 4ου π.Χ. αιώνα
«Μνημείο του Αγρίππα. Υψηλό βάθρο στα δυτικά της Πινακοθήκης που κατασκευάστηκε μάλλον για να δεχθεί το ανάθημα του περγαμινού βασιλιά Ευμένη Β’. Τούτο όμως αντικαταστάθηκε τον 1ο αιώνα π.Χ. από τέθριππο του Αγρίππα, όπως μαρτυρεί η επιγραφή στη δυτική πλευρά του βάθρου».(Αντ. Μαστραπάς «Ελληνική Αρχιτεκτονική»).
Ανατολικά του Παρθενώνα υπάρχουν μέλη μικρού ναού αφιερωμένου στο Ρωμαίο αυτοκράτορα Αύγουστο και στη Ρώμη, του οποίου η κατασκευή χρονολογείται στο 27 π.Χ. Επίσης ανατολικά του Παρθενώνα και σε απόσταση 15 μέτρων πρέπει να υπήρχε σύμφωνα με την Ιλιάδα ο βωμός της Αθηνάς, όπου οι άνθρωποι πρόσφεραν τα δώρα τους στη θεά και την ημέρα της γιορτής των Παναθηναίων θυσίαζαν εκεί μια αγελάδα για χάρη της.
Βορειοανατολικά του Παρθενώνα στο ψηλότερο σημείο του βράχου τοποθετείται από τη γραπτή παράδοση και λαξεύματα πάνω στο βράχο το ιερό του Δία Πολιέως.
Θεμέλια οικοδομήματος, του οποίου τμήμα σώζεται στο υπόγειο του Μουσείου της Ακρόπολης, έχει ταυτιστεί με το ιερό του Πανδίονος.
Ερείπια οικοδομήματος που βρίσκονται στη βορειοδυτική περιοχή της Ακρόπολης αποδίδονται σε κατοικία ιερέων και χρονολογείται αμέσως μετά τους Περσικούς πολέμους.
Τέλος θ’αναφερθούμε στην πύλη Beule,που πήρε τ’όνομά της από το Γάλλο αρχαιολόγο που έκανε έρευνες στο χώρο αυτό. Πρόκειται για μία από δύο πύλες, τη δυτική ,που αποτελεί μέρος οχυρωματικού τείχους και πιθανολογείται ότι πρόκειται για την τελευταία επέμβαση στο χώρο μετά την επιδρομή των  Ερούλων τον 3ο μ.Χ. αιώνα. 



                                             


 ΤΑ ΓΛΥΠΤΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ ΣΤΟ ΒΡΕΤΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ
   
       Όλα αυτά τα μνημεία στην Ακρόπολη της Αθήνας διατηρήθηκαν επί 20 αιώνες, για 2000 ολόκληρα χρόνια. Διασώθηκαν από φωτιές, σεισμούς, εισβολές και εισβολείς, επιδρομές, πολέμους και κατακτητές. Δυστυχώς δεν κατάφεραν να διασωθούν την ιεροσυλία του Έλγιν που  τότε ήταν πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη  και  αφαίρεσε τα γλυπτά από τα μνημεία τους για να τα μεταφέρει στη χώρα του, με την ανοχή της τουρκικής κυβέρνησης.
      Ως πρεσβευτής της Βρετανίας πήρε μια άδεια από το σουλτάνο να αφαιρέσει μερικά κομμάτια από την Ακρόπολη. Ξεπερνά όμως κάθε ανθρώπινη φαντασία να πιστέψουμε ότι είχε πάρει την άδεια για να κάνει ότι έκανε μετέπειτα. Τι ακριβώς έκανε λοιπόν; Ο Έλγιν απέσπασε το μεγαλύτερο τμήμα της γλυπτής διακόσμησης των μνημείων, απομάκρυνε ολόκληρους κίονες από τις βάσεις τους, απέσπασε εκατοντάδες αντικείμενα και όλα αυτά τα μετέφερε στην Αγγλία, χωρίς να αντιλαμβάνεται την καταστροφή που προκάλεσε απομακρύνοντας  μνημεία του πολιτισμού μας από το φυσικό τους χώρο.  
 Ο Έλγιν πήρε αγάλματα από τα αετώματα, τμήματα της ζωφόρου, κίονες, μετόπες   κομμάτια από το ναό της Αθηνάς Νίκης, μία Καρυάτιδα και μία κολόνα από το Ερέχθειο. Συνολικά 253 κομμάτια, βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο.
 Μετά την απελευθέρωση, τα μνημεία της Ακρόπολης τέθηκαν υπό τη μέριμνα του νέου ελληνικού κράτους. Οι πρώτες ανασκαφές στο βράχο έγιναν ανάμεσα στα έτη 1835 και 1837. Η μεγάλη συστηματική ανασκαφή της Ακρόπολης έγινε από το 1885 ως το 1890 από τον Παναγιώτη Καββαδία, ενώ στις αρχές του 20ου αιώνα έγιναν οι πρώτες αναστηλωτικές εργασίες από το Ν. Μπαλάνο.   Το 1975 ιδρύθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού η «Επιτροπή Συντηρήσεως Μνημείων Της Ακρόπολης» (ΕΣΜΑ) που έχει στόχο την αποκατάσταση και την προστασία του βράχου και των μνημείων του. ‘Όμως μόνο όταν επιστραφούν και τα Ελγίνεια Μάρμαρα θα παρουσιαστεί ολοκληρωμένο ένα από τα σημαντικότερα δημιουργήματα του αρχαιοελληνικού πνεύματος που ήκμασε στον Χρυσό αιώνα του Περικλή (5ος αιώνας π. Χ ), η Ακρόπολη των Αθηνών.
    Η Ελλάδα καταβάλλει συνεχείς προσπάθειες για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα. Τα μάρμαρα του Παρθενώνα είναι σχεδόν ίσα μοιρασμένα - μισά στο Λονδίνο και μισά στην Αθήνα. Ακριβώς επειδή τα γλυπτά που σώζονται βρίσκονται σε δύο χώρες, σε απόσταση 1500 μιλίων, η ελληνική κυβέρνηση έχει ζητήσει να επιστραφούν τα μάρμαρα του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο ώστε να αποτελέσουν μία μοναδική συλλογή και να τοποθετηθούν στο μουσείο της Ακρόπολης Η Ουνέσκο και άλλοι διεθνείς οργανισμοί κατέχουν την πλήρη και λεπτομερή περιγραφή όλων των αντικειμένων που απομακρύνθηκαν από την Ακρόπολη και ο κατάλογος αυτός αποτελεί τμήμα της διεθνούς βιβλιογραφίας.


       
    
ΤΟ ΝΕΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ
 «Τα μνημεία της Ακρόπολης άντεξαν στις καταστροφές που συνέβησαν τόσο στους αρχαίους χρόνους όσο και στο Μεσαίωνα. Ως τον 17ο αιώνα, ξένοι περιηγητές απέδιδαν μια ανέπαφη εικόνα των μνημείων και αυτή ήταν η κατάσταση ως τα μέσα του ίδιου αιώνα, όταν τα Προπύλαια, που είχαν μετατραπεί σε πυριτιδαποθήκη, ανατινάχτηκαν. Τριάντα χρόνια αργότερα, οι Οθωμανοί κατακτητές αποσυναρμολόγησαν το γειτονικό ναό της Αθηνάς Νίκης για να χρησιμοποιήσουν το υλικό του στην ενίσχυση της οχύρωσης της Ακρόπολης. Ζοφερή χρονιά για την Ακρόπολη ήταν το 1687, όταν πολλά αρχιτεκτονικά μέλη του ναού διασκορπίστηκαν γύρω από το βράχο της Ακρόπολης, λόγω μιας βόμβας των Ενετών. Ξένοι επισκέπτες ψάχνοντας μέσα στα χαλάσματα πήραν αρχαία θραύσματα ως αναμνηστικά. Τον 19ο αιώνα, ο Λόρδος Elgin αφαίρεσε αρχιτεκτονικά γλυπτά από τη ζωφόρο, τις μετόπες και τα αετώματα του Παρθενώνα.

Το 1833 αποσύρθηκε η τουρκική φρουρά από την Ακρόπολη. Αμέσως μετά την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους άρχισαν συζητήσεις για την κατασκευή ενός μουσείου για την Ακρόπολη πάνω στο Βράχο. Το 1863, αποφασίστηκε να χτιστεί το μουσείο σε χώρο νοτιοανατολικά του Παρθενώνα και στις 30 Δεκεμβρίου του 1865 έγινε η θεμελίωση.

Το οικοδομικό πρόγραμμα για το Μουσείο προέβλεπε το ύψος του κτιρίου να μην υπερβαίνει το στυλοβάτη του Παρθενώνα. Με έκταση μόλις 800 τ.μ. το κτήριο αποδείχθηκε γρήγορα ακατάλληλο να στεγάσει τα ευρήματα των μεγάλων ανασκαφών της Ακρόπολης που άρχισαν το 1886. Ένα δεύτερο μουσείο, το Μικρό Μουσείο, αναγγέλθηκε το 1888. Κατά τα έτη 1946-1947, το δεύτερο Μουσείο κατεδαφίστηκε ενώ το αρχικό επεκτάθηκε σημαντικά.

Από τη δεκαετία του 1970 φάνηκε ότι το Μουσείο δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει ικανοποιητικά στα μεγάλα πλήθη των επισκεπτών του. Η ακαταλληλότητα του χώρου συχνά προκαλούσε προβλήματα και υποβάθμιζε το αισθητικό αποτέλεσμα που ήθελε να επιτύχει η έκθεση των αριστουργημάτων του Βράχου.

Την ανάγκη αυτή για τη δημιουργία ενός νέου Μουσείου της Ακρόπολης διατύπωσε πρώτος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τον Σεπτέμβριο του 1976, οριοθετώντας και τον χώρο στον οποίο τελικά κτίστηκε το νέο Μουσείο. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με τη διορατική του ματιά, έθεσε ως αναγκαιότητα για την Ελλάδα, την κατασκευή ενός νέου Μουσείου που θα διέθετε όλες τις απαραίτητες τεχνικές εγκαταστάσεις για τη συντήρηση των ανεκτίμητων έργων της Ελληνικής τέχνης και όπου θα μεταφέρονταν τα γλυπτά του Παρθενώνος, οι Καρυάτιδες και όσα γλυπτά βρίσκονταν στις αποθήκες του παλαιού Μουσείου.

Για τους λόγους αυτούς, διεξήχθησαν δύο αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί το 1976 και το 1979. Το 1989 η Μελίνα Μερκούρη, που ως Υπουργός Πολιτισμού ταύτισε την πολιτική της με τη διεκδίκηση της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο, κίνησε ένα νέο διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Τα αποτελέσματα του διαγωνισμού ακυρώθηκαν μετά την αποκάλυψη μιας μεγάλης οικιστικής περιοχής στο οικόπεδο Μακρυγιάννη που χρονολογείται από τους προϊστορικούς ως τους βυζαντινούς χρόνους. Η ανασκαφή έπρεπε να ενταχθεί μέσα στο Νέο Μουσείο.

Το 2000, ο Οργανισμός Ανέγερσης Νέου Μουσείου Ακρόπολης (ΟΑΝΜΑ) ανακοίνωσε πρόσκληση για συμμετοχή σε ένα νέο διαγωνισμό, ο οποίος ήταν σύμφωνος με τις Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτός ο διαγωνισμός τελεσφόρησε και απένειμε το πρώτο βραβείο στον Bernard Tschumi με τον Μιχάλη Φωτιάδη.

Σήμερα, το νέο Μουσείο της Ακρόπολης είναι στο σύνολό του 25,000 τ.μ. και διαθέτει εκθεσιακούς χώρους με εμβαδόν 14,000 τ.μ., δέκα φορές μεγαλύτερους από ότι στο παλιό Μουσείο. Το νέο Μουσείο προσφέρει όλες τις υπηρεσίες που απαιτούνται από ένα παγκόσμιο μουσείο του 21ου αιώνα.» (από την ιστοσελίδα του νέου μουσείου της Ακρόπολης).