Tα χαρακτηριστικά της ποίησης του Καβάφη
-πεζολογικός τόνος
- συμβολική χρήση
ιστορικών προσώπων, γενικότερα χρήση συμβόλων
-ρεαλισμός,
παραστατικότητα
-ακριβόλογη έκφραση
- ιδιότυπη
γλώσσα: η ομιλουμένη της παροικίας της Αλεξάνδρειας, κατά βάση δημοτική με
στοιχεία λόγια, επιτηδευμένους τύπους αλλά και πολίτικους ιδιωματισμούς, Συχνή
χρήση αντιποιητικών, καθημερινών λέξεων
- λεπτή ειρωνεία
- λιτότητα
εκφραστικών μέσων
- απουσία
λυρισμού
- υπαινικτικότητα
- χρήση ποιητικού
προσωπείου
-διδακτισμός
-θεατρικότητα(
ατμόσφαιρα, σκηνικό)
-δραματικότητα
(τα ποιήματα του Καβάφη, όπως τα ποιήματα του Όμηρου και του Δάντη ,
αναπαριστούν «την ανθρώπινη δράση και την ανθρώπινη συμπεριφορά»· είναι γεμάτα
από ένα πλήθος ανθρώπων και δραματικών καταστάσεων που παράγουν συγκίνηση.)
- φιλοσοφική
διάθεση
- αίσθηση του
τραγικού
-ελεύθερος στίχος, με
χασμωδίες και ιδιαίτερη προσοχή στη στίξη και στις παύσεις
-Τεχνοτροπικές
επιρροές από τον παρνασσισμό( ακριβολογία, έμπνευση από την ιστορική παράδοση),
τον συμβολισμό( χρήση συμβόλων, υποβλητικότητα, ονειροπόληση), ρεαλισμό (
επιμονή στη λεπτομέρεια )
-στο τέλος
πολλών ποιημάτων του επιφυλάσσει ένα απροσδόκητο ξάφνιασμα, που κάνει τον
αναγνώστη να αναζητήσει την αιτιολόγησή του, και ως εκ τούτου να έρθει σε μια
διαλογική συζήτηση με τον ποιητή.
Ο ίδιος
ο ποιητής έχει διαχωρίσει το έργο του στην « πρώιμη» και
στην «ώριμη» περίοδο, υιοθετώντας πως το 1911 αποτελεί την
κύρια διαχωριστική γραμμή. Ο Δαρείος ανήκει στα ποιήματα της ώριμης περιόδου,
τα οποία συνολικά έχουν κάποια διακριτά χαρακτηριστικά συγκρινόμενα με αυτά της
πρώιμης περιόδου.
Διακριτικά γνωρίσματα
της ώριμης ποίησης του Καβάφη:
-
ρεαλισμός
-απουσία
παρομοιώσεων
-αντιφατικότητα
- γενική
χαλάρωση της μετρικής μορφής
- άδηλη
ειρωνεία
-λόγος
διαμεσολαβημένος από ιστορικό ή μυθοπλαστικό χαρακτήρα
- αμφισημία
-αισθητική
απόσταση του ποιητή από το ποίημα, ελαχιστοποίηση του προσωπικού στοιχείου
-βιωμένη
εμπειρία
-πλάγια, έμμεση
ή δραματική παρουσίαση
Ο ΚΑΒΑΦΗΣ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Καβάφης είναι κατ’εξοχήν ποιητής–αναγνώστης· αγαπούσε πολύ την ιστορία και
πολλά ποιήματά του , που χαρακτηρίζονται ως «ιστορικά» ,εμπνέονται
από αυτήν . Η ιδιοτυπία της ποίησης του Καβάφη έγκειται
στο ότι έχει εκφράσει τον ποιητικό του κόσμο με σύμβολα που
αντλεί από την ιστορία, αλλά και από τη μυθολογία.
Αντλεί, κατά προτεραιότητα, τα θέματα των ιστορικών του ποιημάτων,
χρονικά από την περίοδο της ύστερης αρχαιότητας, την ελληνιστική και ρωμαϊκή
εποχή· γεωγραφικά, από την ευρύτερη περιοχή όπου εκτείνονται τα ελληνιστικά
κράτη των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου. Αυτός ο καινούριος κόσμος, με την
πανσπερμία των λαών που τον απαρτίζουν, αντιπροσωπεύει μια κορυφαία στιγμή του
ελληνικού πολιτισμού ως παράγοντα που διαμορφώνει την ιστορία. Ο αλεξανδρινός
Καβάφης αισθάνεται κληρονόμος αυτού του κόσμου κι επιχειρεί να τον ερμηνεύσει
με ποιητικά μέσα. Μέσα από την επιλογή τυπικών ανθρώπινων καταστάσεων, ο
ποιητής φέρνει τα ιστορικά ή ψευδοϊστορικά πρόσωπα της άλλης εποχής πιο κοντά
μας και τα κάνει να φαντάζουν οικεία, σα να κυκλοφορούν ανάμεσά μας.
Ο κόσμος του Καβάφη είναι- κατά βάση - ο
Αλεξανδρινός κόσμος της παρακμής. Στα ποιήματα δεν συναντούμε την
αρχαία δόξα , την ιστορία των πρωταγωνιστών. Ακόμη κι όταν αναφέρεται σε
στρατηγούς και αυτοκράτορες, πρωταγωνιστές δεν είναι τα σημαίνοντα
πρόσωπα · τον κύριο ρόλο στα ποιήματα διαδραματίζει η μοίρα, το
αναπόφευκτο, το ασήμαντο, ή η συγκυρία.
Επίσης θα
πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα τη λειτουργία των ιστορικών αναφορών του:
α) μέσα από την
ιστορικότητα των ποιημάτων του εκφράζει ευκολότερα προσωπικά βιώματα, αδιέξοδα
ή αγωνίες έχοντας εξασφαλίσει μια σκηνοθεσία καταστάσεων, ένα ιστορικό πλαίσιο
. Η εκμετάλλευση της ιστορίας στα ποιήματα του έχει ως στόχο να αποπροσωποποιήσει
τα βιώματα του ποιητή, να αποκρύψει το ποιητικό εγώ, ώστε να απελευθερωθεί ο
ποιητής και να μιλήσει, να κρίνει ελεύθερα πίσω από το προσωπείο του
ιστορικού προσώπου
β) Την
κίνηση της Ιστορίας και την
ανθρώπινη περιπέτεια ο Καβάφης την αντιλαμβάνεται αναστοχαστικά, σαν μια
ατέρμονη αλυσίδα λαθών και στοχαστικών αναπροσαρμογών.
γ) η Ιστορία που
περιγράφει στα ποιήματά του , γίνεται ερμηνευτικό κλειδί για να κατανοήσουμε τη
δική μας εποχή, για να εξασφαλίσουμε συνείδηση των αφανών παραγόντων που
προσδιορίζουν τη ζωή μας και τη θέση μας μέσα στον κόσμο. Και αντίστροφα, η
δική μας εμπειρία ζωής γίνεται, με τη σειρά της, ερμηνευτικό κλειδί, για να
κατανοήσουμε το ήθος και το πνεύμα της μακρινής εκείνης εποχής
δ) Οι αναφορές
στα ιστορικά πρόσωπα , στην καβαφική ποίηση, δεν αποτελούν μια
επιστροφή στο παρελθόν, μια οπτασιακή αναπόληση, αλλά είναι η προέκταση
και αντικειμενικοποίηση του συναισθήματος του Καβάφη, το οποίο είναι σύγχρονο.
ε) Διαλέγοντας σταθερά
ο ποιητής ως πλαίσιο των ιστορικών του ποιημάτων εποχές κρίσης και παρακμής,
όπου η εξουσία και τα πρόσωπά της δοκιμάζονται, δεν κάνει τίποτε άλλο από τα να
καταδεικνύει μια διαρκή ιστορική και πολιτική κρίση που φθάνει μέχρι και τις
ημέρες που ο ίδιος γράφει
Τη φιλοσοφική του διάθεση απέναντι στην ιστορία (την αποκαλύπτει ο Καβάφης στο
ποίημα «Ο Δαρείος», όπου ειρωνεύεται από την αρχή την ιστορικότητα του
ποιήματός του και τις ιστορικές λεπτομέρειες μέσω των οποίων καλείται ο ποιητής
Φερνάζης -προσωπείο του Καβάφη- να γράψει ένα επικό ποίημα. Γρήγορα λοιπόν και
κουρασμένος από τις ιστορικές λεπτομέρειες, ο ποιητής αντιπαραβάλλει σε αυτές
τη φιλοσοφία («Αλλ' εδώ χρειάζεται φιλοσοφία»), η οποία και θα τον απασχολήσει
μέχρι το τέλος του ποιήματος.
« Στο « Δαρείο»
το ποίημα δεν απορροφά απλώς ένα μικρό ποσοστό ιστορικής ύλης που
συσσωματώνεται και, ενδεχομένως, χάνεται ή αποδυναμώνεται μέσα σε άλλα, πιο
ισχυρά, ποιητικά στοιχεία. Συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Η ιστορική δηλαδή ύλη
γίνεται η κυρίαρχη κρούστα που επικαλύπτει και σκεπάζει το ποίημα σε ολόκληρη
την έκτασή του. Αυτή, ακριβώς, η ολική επικάλυψη του ποιήματος από την ιστορική
κρούστα, δημιουργεί συνθήκες θεματικής απόκρυψης.»
Κωνσταντίνος Καβάφης
«Ο Δαρείος»
Ο ποιητής Φερνάζης το σπουδαίον μέρος
του επικού ποιήματός του κάμνει.
Το πώς την βασιλεία των Περσών
παρέλαβε ο Δαρείος Υστάσπου. (Aπό αυτόν
κατάγεται ο ένδοξός μας βασιλεύς,
ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ). Aλλ’ εδώ
χρειάζεται φιλοσοφία· πρέπει ν’ αναλύσει
τα αισθήματα που θα είχεν ο Δαρείος:
ίσως υπεροψίαν και μέθην· όχι όμως — μάλλον
σαν κατανόησι της ματαιότητος των μεγαλείων.
Βαθέως σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής.
Aλλά τον διακόπτει ο υπηρέτης του που μπαίνει
τρέχοντας, και την βαρυσήμαντην είδησι αγγέλλει.
Άρχισε ο πόλεμος με τους Pωμαίους.
Το πλείστον του στρατού μας πέρασε τα σύνορα.
Ο ποιητής μένει ενεός. Τι συμφορά!
Πού τώρα ο ένδοξός μας βασιλεύς,
ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ,
μ’ ελληνικά ποιήματα ν’ ασχοληθεί.
Μέσα σε πόλεμο — φαντάσου, ελληνικά ποιήματα.
Aδημονεί ο Φερνάζης. Aτυχία!
Εκεί που το είχε θετικό με τον «Δαρείο»
ν’ αναδειχθεί, και τους επικριτάς του,
τους φθονερούς, τελειωτικά ν’ αποστομώσει.
Τι αναβολή, τι αναβολή στα σχέδιά του.
Και νάταν μόνο αναβολή, πάλι καλά.
Aλλά να δούμε αν έχουμε κι ασφάλεια
στην Aμισό. Δεν είναι πολιτεία εκτάκτως οχυρή.
Είναι φρικτότατοι εχθροί οι Pωμαίοι.
Μπορούμε να τα βγάλουμε μ’ αυτούς,
οι Καππαδόκες; Γένεται ποτέ;
Είναι να μετρηθούμε τώρα με τες λεγεώνες;
Θεοί μεγάλοι, της Aσίας προστάται, βοηθήστε μας.—
Όμως μες σ’ όλη του την ταραχή και το κακό,
επίμονα κ’ η ποιητική ιδέα πάει κι έρχεται —
το πιθανότερο είναι, βέβαια, υπεροψίαν και μέθην·
υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος.
Πραγματολογικά, ιστορικά στοιχεία του ποιήματος και της εποχής του Καβάφη
Το ποίημα «Ο
Δαρείος» γράφτηκε από τον Καβάφη το 1917 και δημοσιεύτηκε το 1920.Είναι η
εποχή που η Ελλάδα μπήκε στον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των
Αγγλογάλλων.Ο Καβάφης και οι υπόλοιποι εργαζόμενοι στην εταιρεία
Αρδεύσεων πιέστηκαν να υπογράψουν υπέρ του κινήματος της Θεσσαλονίκης ( του
οποίου ηγέτης ήταν ο Ελ.Βενιζέλος ) που ζητούσε την έξοδο της Ελλάδας στον
πόλεμο στο πλευρό των Αγγλογάλλων. Ο Καβάφης αν και φιλοβασιλικός, υποχώρησε ,
υπέγραψε – προσωρινά μόνο, αφού αργότερα παραιτήθηκε - και πήρε ως αντάλλαγμα
προαγωγή και αύξηση μισθού· αυτή η αναντιστοιχία ανάμεσα στην προσωπική
ιδεολογία και την πολιτική αναγκαιότητα που τον πίεζε , δυσαρέστησε πολύ
τον ποιητή , που μέσα από το ποίημα αναρωτιέται :
-για τη σχέση του καλλιτέχνη με την εξουσία,
- για την ποιητική δραστηριότητα και την επιρροή της
από την εχθρική πραγματικότητα που βιώνει ο ποιητής, για τη σχέση ποίησης και
ιστορίας
-για την ανεξαρτησία της τέχνης και τη δυνατότητα να
μένει ο καλλιτέχνης ανεπηρέαστος από τις επιταγές των εξωτερικών συνθηκών
και των ιστορικών συγκυριών
-για την ουσιαστική και όχι ωφελιμιστική υπηρέτηση της
Τέχνης
Φερνάζης: ποιητικό προσωπείο του Καβάφη, φανταστικό
δημιούργημα, Καππαδόκης ποιητής ( εξελληνισμένος Πέρσης κατ΄άλλους ), ένας από
τους πολλούς αυλοκόλακες ποιητές του βασιλιά Μιθριδάτη . Πρόκειται για
πρόσωπο που το έπλασε η φαντασία του ποιητή, πλαστό δηλαδή, αλλά τοποθετημένο
σε περιβάλλον και σε συνθήκες απόλυτα ιστορικές. Το όνομά του,ίσως, παραπέμπει
στο όνομα του γιού του Μιθριδάτη, Φαρνάκη που αργότερα τον πρόδωσε στον
Πομπήιο( όπως αντίστοιχα « πρόδωσε» ο Φερνάζης τον Μιθριδάτη), ή
στον ίδιο τον Καβάφη ( οι αναγραμματισμοί στην καβαφική ποίηση είναι συχνοί,
άλλοτε ρητοί- ταυτολογικοί και άλλοτε υπόρρητοι - κρυπτογραφικοί· πρόκειται για
την τεχνική της απόκρυψης:
φΑρνΑκΗς – κΑβΑφΗς
Mιθριδάτης ο ΣΤ, ο Eυπάτωρ, (126-63
π.X.), Ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ Ευπάτωρ, πρωτότοκος γιος του Μιθριδάτη Ε΄ Ευεργέτη,
βασιλιά του Πόντου, και της Λαοδίκης, κόρης του Αντιόχου Δ΄ Επιφανούς βασιλιά
των Σελευκιδών, ήταν μόλις 12 χρονών όταν πέθανε ο πατέρας του. Η παρουσία του
ανήλικου Μιθριδάτη στη βασιλική αυλή θεωρήθηκε ανεπιθύμητη, καθώς η φιλόδοξη
μητέρα του Λαοδίκη επιθυμούσε να διατηρήσει την εξουσία για τον εαυτό της και
για τον επίσης ανήλικο γιο της Μιθριδάτη Χρηστό. Ο Μιθριδάτης θα περιπλανηθεί
για τα επόμενα επτά χρόνια στην ύπαιθρο, όπου θα σκληραγωγηθεί και θα συνηθίσει
μάλιστα τον οργανισμό του στη λήψη δηλητηρίων, ώστε να μην είναι δυνατή η με
αυτόν τον τρόπο δολοφονία του. Επιστρέφοντας στη Σινώπη θα κατορθώσει να
καταλάβει την εξουσία, παραμερίζοντας πλήρως λίγο καιρό αργότερα τη μητέρα του,
η οποία και θα πεθάνει στη φυλακή. Παρόμοια τύχη είχε και ο αδερφός του για τον
οποίο εικάζεται πως εκτελέστηκε καθ’ υπόδειξη του Μιθριδάτη. Ο Μιθριδάτης
αντλούσε την καταγωγή του από τη δυναστεία των Αχαιμενιδών είτε μέσω του Κύρου
Β΄ είτε μέσω του Δαρείου Α΄.
Ο Μιθριδάτης θέλοντας να επεκτείνει την κυριαρχία του
κράτους του στις γύρω περιοχές θα έρθει σε σύγκρουση με τους Ρωμαίους
ξεκινώντας από το 89 π.Χ. μια σειρά πολέμων εναντίον τους, οι οποίοι έμειναν
γνωστοί ως οι μιθριδατικοί πόλεμοι. Στις συγκρούσεις αυτές ο Μιθριδάτης σημείωσε
αρκετές νίκες, τα αποτελέσματα των οποίων υπήρξαν ωστόσο βραχύβια. Το ποίημα
τοποθετείται πιθανότατα στο πλαίσιο του τρίτου μιθριδατικού πολέμου (74-63
π.Χ.), κατά τη λήξη του οποίου ο Μιθριδάτης, αν και ηττημένος από το Σύλλα και
τον Πομπήιο, είχε κατορθώσει να επανακτήσει το μεγαλύτερο μέρος του κράτους
του. Η πλήρης συντριβή και ο θάνατος του Μιθριδάτη θα επέλθουν κατά τη διάρκεια
του τέταρτου μιθριδατικού πολέμου (66-63 π.Χ.), με το ρωμαϊκό στρατό να
βρίσκεται υπό την ηγεσία του Γνάιου Πομπήιου.
Γνωστές οι στρατηγικές του ικανότητες , χωρίς
το φραγμό καμιάς ηθικής προκατάληψης, γνωστή και η γλωσσομάθειά του( μιλούσε 22
γλώσσες! ) και ο εθισμός του στα δηλητήρια (ο εθισμός αυτός τον
αναγκάζει, όταν θέλει την ύστατη στιγμή να αυτοκτονήσει, να καταφύγει στο σπαθί
ενός Kέλτη μισθοφόρου του .)
Θεωρούσε τον Δαρείο πρόγονό του, και η ζωή του είχε
πολλές ομοιότητες με εκείνου: βιαιότητες και ραδιουργίες για την κατάληψη
του θρόνου , επεκτατική πολιτική κλπ
Δαρείος Υστάσπου: Ο Δαρείος Α΄ ήταν γιος του Σατράπη
της Παρθίας Υστάσπη και καταγόταν από ένα παρακλάδι των Αχαιμενιδών. Οι
συνθήκες υπό τις οποίες ανέβηκε στο θρόνο θεωρούνται σκοτεινές και ύποπτες.
Όταν το 522 π.Χ. ο τότε βασιλιάς των Περσών Καμβύσης, γιος και διάδοχος του
Κύρου Β΄, βρισκόταν στην Αίγυπτο -με την κατάκτηση της οποίας επέκτεινε το
κράτος των Αχαιμενιδών- ξέσπασε επανάσταση στην περσική αυτοκρατορία υπό τον
μάγο Gaumata. Ο μάγος
αυτός παρουσιάστηκε στο λαό ως ο αδερφός του Καμβύση, Σμέρδις, διεκδικώντας την
εξουσία. Εντούτοις ο αδερφός του Καμβύση είχε ήδη δολοφονηθεί είτε από τον ίδιο
τον Καμβύση είτε από τον Δαρείο. Επιστρέφοντας ο Καμβύσης από την Αίγυπτο για
να καταπνίξει την επανάσταση πέθανε, από φυσικά καθώς φαίνεται αίτια. Έτσι, ο
θρόνος των Περσών έμενε ουσιαστικά χωρίς διάδοχο. Ο Δαρείος θα επωφεληθεί του
γεγονότος σκοτώνοντας τον υποτιθέμενο αδερφό του Καμβύση, και ερχόμενος για ένα
περίπου χρόνο σε σύγκρουση με άλλους πιθανούς διεκδικητές του θρόνου, θα
εδραιώσει την εξουσία του επιδεικνύοντας άτεγκτη σκληρότητα.
Ο Δαρείος Α΄ είναι
πιο γνωστός σε μας από τις επιχειρούμενες εκστρατείες του εναντίον των Ελλήνων
και την ήττα του εκστρατευτικού του σώματος στο Μαραθώνα το 490 π.Χ. Σχεδίασε
την πρώτη περσική εκστρατεία εναντίον των Ελλήνων, με ηγέτη το Μαρδόνιο που
κατέληξε στην ήττα των Περσών στο Μαραθώνα το 490 πΧ
Μακρινός απόγονος του Δαρείου εθεωρείτο ο Μιθριδάτης , γι
αυτό ο Φερνάζης γράφει ένα υμνητικό, ποίημα για τον Δαρείο με σκοπό να
κολακεύσει το Μιθριδάτη.
Αμισός: Πόλη του
ελληνικού Πόντου, πρωτεύουσα του βασιλείου του Μιθριδάτη που περιλάμβανε και
μεγάλο μέρος της Καππαδοκίας. Η Aμισός πέφτει στα χέρια των Pωμαίων στα
71 π.X.
Ο τίτλος του
ποιήματος
Και ο Καβάφης και ο Φερνάζης γράφουν ένα ποίημα
με τον τίτλο «Δαρείος».
Ο τίτλος του ποιήματος του Καβάφη αναφέρεται στο
βασιλιά Δαρείο και όχι στο ποίημα του Φερνάζη ( δίνεται χωρίς εισαγωγικά)·
μέσω αυτού του ποιήματος ο Καβάφης προβληματίζεται για τη σχέση της
ποίησης , αλλά και της τέχνης γενικότερα , με τις επιταγές της ιστορικής
πραγματικότητας . Ο βασιλιάς Δαρείος είναι ο φορέας της υπεροψίας , της
αλαζονείας της εξουσίας που είναι και το βασικό θέμα του ποιήματος
.
Ο Φερνάζης, είναι το πρόσωπο που κατασκεύασε ο Καβάφης ώστε
να καταθέσει- εκ του ασφαλούς, αποπροσωποποιώντας το ποιητικό Εγώ -
τις ιδέες του, την κριτική του, τον προβληματισμό του γύρω από το θέμα. Έτσι
ο Καβάφης « αναθέτει» στον Φερνάζη να γράψει ένα ποίημα με τον τίτλο « Ο
Δαρείος», το οποίο μπαίνει σε εισαγωγικά. Μέσα , λοιπόν, στο
καβαφικό ποίημα Ο Δαρείος υπάρχει ένα ποίημα – έμβρυο, ένα
εγκιβωτισμένο ποίημα ,ένα ποίημα μέσα στο ποίημα, φανταστικό και όχι
πραγματικό. Βέβαια στο βαθμό που σχετίζονται οι δύο ποιητές, Καβάφης – Φερνάζης
– σχετίζονται και τα ποιήματά τους .
( Εδώ , ίσως είναι ενδιαφέρον να
αναφερθεί, και μια άλλη άποψη για το πού απευθύνεται το ποίημα , από το
περιοδικό « Εκπαιδευτικοί προβληματισμοί», και διατυπώθηκε από τον
Τ.Τσέκο: αυτή λέει πως ο Καβάφης γράφοντας το « Δαρείο»
αναφέρεται στον Παλαμά, με τον οποίο βρίσκονταν σε ποιητική αντιπαλότητα· ο Παλαμάς
συστημικός, λυρικός με έντονο ρητορισμό στα ποιήματά του, ενώ ο Καβάφης ένας
ποιητής- επαναστάτης που ανέτρεψε το ποιητικό κατεστημένο της εποχής του. Το
1910 ο Παλαμάς εξέδωσε τη « Φλογέρα του βασιλιά», στην οποία
αξιοποιεί και εξυμνεί τον ηρωϊσμό της Βυζαντινής περιόδου με τον
Ιουλιανό, τον Φωκά, τον Τσιμισκή, μα πάνω απ’ όλους τον Βουλγαροκτόνο,
ενώ το 1907 με τον Δωδεκάλογο του Γύφτου έδειξε μια αντιβασιλική
διάθεση.Ο Καβάφης θεωρούσε πως ο Παλαμάς έδειξε καιροσκοπική διακύμανση στις
πολιτικές του πεποιθήσεις και ως εκ τούτου με τον «Δαρείο» ήθελε να επικρίνει
τον ποιητικό του «αντίπαλο»)
Η επίδραση της
ιστορικής πραγματικότητας στην ποιητική στάση του Φερνάζη.
Η προσωπικότητα και
το ήθος του
Ο Φερνάζης προβληματίζεται γράφοντας ένα επικό- υμνητικό
ποίημα για το Δαρείο για το ποια θέση πρέπει να κρατήσει σχετικά με τον
τρόπο που κατέλαβε την εξουσία. Να γράψει με ειλικρίνεια αυτό που συνέβη
( σκότωσε τον αδελφό του για να καρπωθεί εκείνος την εξουσία) αποδίδοντάς
του υπεροψία και μέθην και να δυσαρεστήσει τον τωρινό βασιλιά
Μιθριδάτη που θεωρείται απόγονος του Δαρείου, ή να εξωραΐσει την
πραγματικότητα με σκοπό να κερδίσει την εύνοια του βασιλιά;
Αποφασίζει να γίνει αρεστός στο Μιθριδάτη και να αποκομίσει το όφελος απ΄αυτό ως ποιητής. Πρόκειται λοιπόν για έναν άνθρωπο καιροσκόπο και ατομιστή . Δείχνεται ιδιοτελής, λειτουργεί οπορτουνιστικά με μοναδικό γνώμονα το προσωπικό του συμφέρον. Ένας αυλοκόλακας που «ξεπουλάει» κι αυτήν ακόμα την τέχνη του για να εξασφαλίσει την εύνοια του ισχυρού βασιλιά και να αναδειχτεί ανάμεσα στους ανταγωνιστές ομότεχνούς του ποιητές.
Ακόμη κι όταν μαθαίνει την έναρξη του πολέμου δεν
οδύρεται, για το κακό που βρίσκει τη χώρα του, αλλά γιατί ματαιώνονται τα
σχέδιά του.
Όμως, ο Φερνάζης παρακάτω θα
αλλάξει στάση καθώς θα συνειδητοποιήσει την αλλαγή των ιστορικών, πραγματικών
συνθηκών. Την αρχική του απογοήτευση για τη ματαίωση των ποιητικών του σχεδίων
την διαδέχεται η ανασφάλεια για την τύχη της πόλης του αλλά και τη δική
του. Αναλογίζεται πως η Αμισός δεν είναι μια αρκούντως οχυρωμένη πόλη και
οι Ρωμαίοι είναι φριχτότατοι εχθροί .Ταράζεται από το
φόβο, κορυφώνεται το αδιέξοδό του και επικαλείται τους θεούς
σε μια κορύφωση της απόγνωσής του ( « θεοί μεγάλοι της Ασίας προστάται,
βοηθήστε μας»).Από αυτό το σημείο συμπεραίνουμε την ασιατική του καταγωγή
που υπερισχύει στη σκέψη του, ενώ η ελληνική του παιδεία μπαίνει πια στο
περιθώριο. Η καβαφική ειρωνεία αποφορτίζει τη δραματική ένταση των στίχων.
«Η ποιητική ιδέα πάει κι έρχεται» όμως, παρ΄όλη την ταραχή
και το κακό.
Η ήττα και το τέλος του Μιθριδάτη είναι
κοντά και τώρα μπορεί να αποφασίσει , χωρίς φόβο, να υπηρετήσει την
ποιητική τέχνη του από το δρόμο της αλήθειας (ίσως και να σκέφτεται
πως έτσι θα κερδίσει την εύνοια των Ρωμαίων που πρόκειται να αναλάβουν τώρα την
εξουσία στην κατακτημένη χώρα του).Ο Φερνάζης λοιπόν, γίνεται ειλικρινής όταν η
νέα τάξη πραγμάτων τον συμπαρασύρει, ώστε να εκλαμβάνουμε αυτή την
εντιμότητα του ως συμπαράταξη με αυτή τη νέα τάξη.
Πάντως ο Φερνάζης ξαναγίνεται ποιητής και επηρεαζόμενος από το πολεμικό κλίμα, προσαρμόζει την ποιητική του σκέψη · σε τέτοιες κρίσιμες ώρες ταραχής και κακού η στοχαστική του σκέψη « σαν κατανόησι της ματαιότητας των μεγαλείων» δεν ταιριάζει, ενώ ο καταλογισμός υπεροψίας και μέθης ταιριάζει και στο Δαρείο, και στο Μιθριδάτη και στους Ρωμαίους και σε όλους τους φορείς μια αλαζονικής εξουσίας. Ο Καβάφης δείχνει να πιστεύει πως η ποιητική δραστηριότητα δεν μπορεί να ανασταλεί, ακόμη και κάτω από τόσο αντίξοες συνθήκες, απλά η ποιητική πράξη προσαρμόζεται, επηρεάζεται από τον περιβάλλοντα ιστορικό και κοινωνικό χώρο.
Πάντως ο Φερνάζης ξαναγίνεται ποιητής και επηρεαζόμενος από το πολεμικό κλίμα, προσαρμόζει την ποιητική του σκέψη · σε τέτοιες κρίσιμες ώρες ταραχής και κακού η στοχαστική του σκέψη « σαν κατανόησι της ματαιότητας των μεγαλείων» δεν ταιριάζει, ενώ ο καταλογισμός υπεροψίας και μέθης ταιριάζει και στο Δαρείο, και στο Μιθριδάτη και στους Ρωμαίους και σε όλους τους φορείς μια αλαζονικής εξουσίας. Ο Καβάφης δείχνει να πιστεύει πως η ποιητική δραστηριότητα δεν μπορεί να ανασταλεί, ακόμη και κάτω από τόσο αντίξοες συνθήκες, απλά η ποιητική πράξη προσαρμόζεται, επηρεάζεται από τον περιβάλλοντα ιστορικό και κοινωνικό χώρο.
Ο Φερνάζης βέβαια δεν
απαλλάσσεται ούτε στο τέλος από την « κατηγορία» του καιροσκοπισμού αφού
, όπως σημειώνει και ο Γ. Βελουδής : «ο οπορτουνιστής – ποιητής Φερνάζης
αποφασίζει να δώσει στο έργο του «γραμμή» καθαρά αντιμιθριδατική, από τη στιγμή
που διαβλέπει πως η είσοδος των Ρωμαίων, των μελλοντικών αφεντικών του, στην
Αμισό είναι αναπόφευκτη- ο Φερνάζης έχει περάσει , ψυχολογικά και διανοητικά
στο στρατόπεδό τους»
Ο Δ. Μαρωνίτης εκφράζει μια άλλη οπτική:
«.. . Είναι λοιπόν ο Φερνάζης ένας απλός κόλακας της
εξουσίας;. . . Ας πούμε καλύτερα πως είναι ένας επαγγελματίας ποιητής, κι όχι
ένας ανιδιοτελής τεχνίτης, παραδομένος μόνο στις επιταγές της Μούσας του.
Επιτέλους έπος γράφει ο άνθρωπος· και είναι γνωστά ότι τα έπη από τα ομηρικά
ακόμη χρόνια, ακούγονται σε βασιλικές αυλές. Ότι ο Φερνάζης δεν είναι ένας
απλός κόλακας, το δείχνει και η δυσκολία που τον σταματά: αναρωτιέται για τα
αισθήματα του Δαρείου, την ώρα που ο Πέρσης μονάρχης παίρνει την εξουσία στα
χέρια του (…)
Η συμφορά (η είδηση περί
έναρξης του πολέμου) προκαλεί στην αρχή αποκλειστικό και μόνο τα αντανακλαστικά
του ως ποιητή. Το πρόβλημα είναι σε τελευταία ανάλυση θέμα προσαρμογής σε
μια αδόκητη και δυσάρεστη πραγματικότητα. Ποιος την πετυχαίνει εύκολα και
αμέσως; Τα αντανακλαστικά λοιπόν του Φερνάζη λειτουργούν φυσικά και αυτόματα:
η ατομική έγνοια σκεπάζει στην αρχή την ομαδική συμφορά
Κάποτε επιτέλους βγαίνει ο Φερνάζης απ ’
το ποιητικό κλουβί του, αρχίζει να αντιδρά σαν ένας κοινός πολίτης της
Αμισού. Τώρα μπαίνει σε λειτουργία το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, εκφρασμένο
με μια γλώσσα ομαδική. Αλλά ο Φερνάζης δεν χάνει ολότελα. τον οίστρο του
τον ποιητικό μέσα στην πολεμική παραζάλη. Το μυαλό του δουλεύει διπλά: μια με
τα αντανακλαστικά του κοινού ανθρώπου, μια με τα αντανακλαστικά του ποιητή. Το
περίεργο είναι πως τα πρώτα βοηθούν τα δεύτερα, και η δυσκολία της αρχής
καταλήγει σε τοκετό: «υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος».
Και κλείνει ο Δ. Μαρωνίτης : « Ο Φερνάζης όμως είναι απόλυτα
ειλικρινής και ρεαλιστικός. Έστω κι αν δεν ταυτίζονται, Καβάφης και Φερνάζης έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό μεταξύ τους: δεν
μπορούν να κάνουν ποίηση δίχως να πουν την αλήθεια, όσο πικρή κι αν είναι ·
αυτή είναι η υπεροψία τους, η πιο αβλαβής μορφή υπεροψίας που ξέρω.»
Πρόκειται για μια πιο ήπια κριτική που «βλέπει» αρχικά τον
Φερνάζη ως ένα απλό άνθρωπο που εύλογα κοιτάζει το συμφέρον του και τελικά τον
ποιητή που υπηρετεί την τέχνη του.
Ο Φερνάζης, ως προσωπείο του Καβάφη,
αντιμετωπίζεται από τον ποιητή με συμπάθεια και επιείκεια · ο Καβάφης είναι ο
ποιητής που πάντα έβλεπε με κατανόηση τις ανθρώπινες αδυναμίες γιατί άλλωστε
αυτές είναι που δίνουν το στίγμα της ανθρώπινης πραγματικότητας · και ο
Φερνάζης και ο Καβάφης είναι απλοί άνθρωποι που γνωρίζουν πόσο ατελέσφορος
είναι κάθε ηρωισμός.
Το ποίημα, χτισμένο πάνω στο τρίπτυχο
σχήμα θέση – άρση – θέση (=
τίθεται η λειτουργία της ποίησης, αίρεται και, τελικά, επανατίθεται), συνιστά
πλάγιο ύμνο στην τέχνη της ποίησης που η πολεμική ταραχή αδυνατεί να την
ακυρώσει και να την καταργήσει. Η ποίηση υμνείται ως ακατάλυτη αξία και
διάρκεια.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Στιχ1-11 Ο αφηγητής συλλαμβάνει
τον Φερνάζη στην πιο σπουδαία ώρα της δημιουργίας. Την ώρα που προσπαθεί να
βρει τη βαθύτερη αιτία των κινήσεων και τα συναισθήματα των ηρώων του. Ο
Φερνάζης , επικός ποιητής, που προσπαθεί να εγκωμιάσει τον Δαρείο ,πρόγονο του
βασιλιά του, για να αποκτήσει την εύνοια του τελευταίου βρίσκεται μπροστά σε ένα
δίλημμα. Το ερώτημα είναι τι ένιωθε ο Δαρείος παίρνοντας την εξουσία. Η εύλογη
απάντηση έρχεται αμέσως στον Φερνάζη.:
«υπεροψία και μέθη». Αμέσως όμως απορρίπτεται γιατί ο έπαινος δε θα συμβιβαζόταν με την κατάδειξη της
υπεροψίας του Δαρείου. Έτσι αναζητάται δεύτερη λύση και προτιμάται τουλάχιστον
για την ώρα η κατανόηση της ματαιότητας των μεγαλείων. Ο Δαρείος δηλαδή , ένας
ανώτερος άνθρωπος έχοντας αυτογνωσία αλλά και γνώση της ανθρώπινης ζωής θα
καταλάβαινε την ματαιότητα της εξουσίας , το εφήμερο των μεγαλείων. Ο Φερνάζης
ακόμα το σκέπτεται. « βαθέως σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής»
Ειρωνεία. Ο αφηγητής κρατά ειρωνική στάση απέναντι στον Φερνάζη. Κρυφογελά όταν
μιλά για το σπουδαίον μέρος , όταν σχολιάζει ότι χρειάζεται φιλοσοφία, όταν τον
βλέπει να σκέπτεται βαθέως. Ήδη από την αρχή διάκειται αρνητικά απέναντι στον
αυλοκόλακα ποιητή «ο ένδοξός μας βασιλεύς Διόνυσος και Ευπάτωρ»
Αυτοαναφορικότητα. Και το ποίημα αυτό αναφέρεται στη δημιουργία της ποίησης. Παρακολουθούμε
έναν ποιητή καθώς διαμορφώνει τις βασικές κατευθύνσεις του έργου του. Βασικό
χαρακτηριστικό της δημιουργίας, η σκέψη. Ο ποιητής αναλύει συναισθηματικά τους
ήρωές του και προσπαθεί να φωτίσει την προσωπικότητά τους.
Στόχος της ποίησης να
καταδείξει την πραγματική πλευρά των ανθρώπων. Της πραγματικής ποίησης. Ο
Φερνάζης δεν είναι εκπρόσωπός της και γι’ αυτό χρησιμοποιεί την τέχνη του για
να εξυπηρετήσει ιδιοτελείς σκοπούς. Την ανάδειξή του ως ποιητή στην αυλή του
Μιθριδάτη. Ο Καβάφης λοιπόν σατιρίζει μέσω του Φερνάζη όλους τους ποιητές της εποχής
του που υποβιβάζουν την ποίηση σε ευτελές μέσο εξυπηρέτησης προσωπικών
συμφερόντων.
Στιχ 12-15
Το κείμενο αποκτά
θεατρικότητα αλλά και δραματικότητα καθώς τα πράγματα αλλάζουν. Έχουμε
περιπέτεια στην πλοκή του μύθου. Εμφανίζεται ο υπηρέτης , ο οποίος αναγγέλλει
την είδηση « άρχισε ο πόλεμος…..σύνορα». ο πόλεμος θα αλλάξει τα σχέδια του
ποιητή. Η ιστορία ,η πραγματικότητα έρχεται να ταράξει την ποιητική ηρεμία.
Στιχ16-20 Από το στιχ17 ακούμε μάλλον αυτούσια τα λόγια
του Φερνάζη. Υπάρχει μόνο το σχόλιο του αφηγητή που συνεχίζει την ειρωνική
αντιμετώπιση προς τον επικό δημιουργό «ο ποιητής μένει ενεός.» μόνο που ο
ποιητής δεν αναστατώνεται από το φόβο των εχθρών και των δεινών του πολέμου. Η
πρώτη σκέψη του δεν έχει να κάνει με το συλλογικό πρόβλημα αλλά με την ανατροπή
των προσωπικών επιδιώξεων. Το ατομικό πρόβλημα υποσκελίζει τη συλλογική
συμφορά. Ο βασιλιάς δε θα ενδιαφερθεί για το ποίημά του.
Μας κάνει εντύπωση ο
αμοραλισμός του Φερνάζη. Είναι δυνατόν να σκέπτεται τον «Δαρείο» του μπροστά
στη συμφορά του πολέμου; Ο Καβάφης όμως δεν επιδιώκει να προβάλλει ιδανικούς
χαρακτήρες. Ο Φερνάζης , φανταστικό πρόσωπο μεν, είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα
της καθημερινότητάς μας. Αν δούμε τα πράγματα ρεαλιστικά , οι περισσότεροι
άνθρωποι μπροστά στη συμφορά σκεφτόμαστε πρώτα τους εαυτούς μας και μετά ίσως
τα ευρύτερα προβλήματα. Εξάλλου ο Φερνάζης ένας αυλικός ποιητής είναι! (ο
ρεαλισμός βασικό χαρακτηριστικό της ποιησης του Καβάφη)
Μέσα στον
πόλεμο- φαντάσου ελληνικά ποιήματα» : ο Καβάφης γράφει το δικό του «Δαρείο» στα 1920. Τον απασχολεί κι αυτόν
το ίδιο ερώτημα. Αν θα πρέπει να γράφει ποιήματα την περίοδο του πολέμου. Η
απάντηση δίνεται και με το ποίημα και μέσα από το ίδιο το ποίημα. Τον Φερνάζη
παρ’ όλες τις σκέψεις δεν τον αφήνει η ποιητική ιδέα. Επανέρχεται στο τέλος του
ποιήματος και δίνει και τη λύση στο σπουδαίο μέρος του ποιήματος. Η απάντηση
στο ερώτημα λοιπόν είναι θετική. Να γράφεις ποιήματα αρκεί να είναι αληθινά.
Στιχ 21-25 Η επιφωνηματική φράση
και οι επαναλήψεις εκφράζουν την απελπισία του Φερνάζη. Απελπισία που
συνίσταται στο ότι τα σχέδια του για ανάδειξη και καταξίωση αλλά και η επιθυμία
του να απομονώσει τους επικριτάς του αναβάλλονται. Πίσω βέβαια από τα
θαυμαστικά και τις επαναλήψεις κρύβεται η ειρωνική ματιά του Καβάφη.
Στιχ 26-33 Ο Φερνάζης αντιλαμβάνεται ότι η αναβολή των
σχεδίων του θα καταλήξει σε πλήρη ματαίωση. Λειτουργώντας τώρα και το ένστικτο
της αυτοσυντήρησης αλλά και η συναίσθηση της συλλογικής συμφοράς «να δούμε αν
έχουμε και ασφάλεια στην Αμισό» , ο
Φερνάζης αντιμετωπίζει τώρα τις πραγματικές συνέπειες που θα έχει ο
πόλεμος με τους Ρωμαίους. Με δόση ηττοπάθειας απευθύνεται στους θεούς της Ασίας
γιατί αντιλαμβάνεται ότι οι εχθροί είναι φρικτότατοι , η χώρα του δεν είναι
οχυρωμένη και οι συμπατριώτες του δεν έχουν τη δύναμη να τα βάλλουν μαζί τους.
Για μια στιγμή δείχνει ότι συνέρχεται. Ξεχνά τον εαυτό του , τις φιλοδοξίες του
,συνειδητοποιεί τη συμφορά. Πάντως στο μυαλό του κυριαρχεί η ματαίωση των σχεδίων
του.
Στιχ 34-37 Η τελική επιλογή του Φερνάζη στο πρόβλημά του
είναι υπεροψία και μέθη. Υπεροψία και μέθη θα ένιωθε ο Δαρείος.
Ο πόλεμος που είχε
προκαλέσει το ξεστράτισμα από την ποίηση, είναι αυτός που με τις συμφορές του
βοηθά τον ποιητή να δει το ποίημα του τώρα στις πραγματικές του διαστάσεις. Ο
Φερνάζης επανέρχεται στη νηφαλιότητα της ποιητικής δημιουργίας.
Α» τώρα η ποίηση
παίρνει την πραγματική της υπόσταση , βρίσκει το σκοπό της , ανεξάρτητη από
ιδιοτελείς σκοπούς.
Β» ο Φερνάζης
προσαρμόζεται στις νέες καταστάσεις , καθώς αφού επικράτησαν οι λεγεώνες δεν
έχει νόημα ο έπαινος του Δαρείου.
Αφηγητής: το ποίημα δίνεται από έναν αφηγητή αμέτοχο στην ιστορία. Την αφηγείται σε
γ’ πρόσωπο και είναι παντογνώστης , αφού γνωρίζει τις εσωτερικές καταστάσεις ,
τα συναισθήματα, τα διλήμματα του. Γι’ αυτό και
βλέπουμε τόσο καθαρά τη ψυχολογία του. Αν μίλαγε ο Φερνάζης θα τα
παρουσίαζε τα πράγματα διαφορετικά. Στο ποίημα όμως διαπλέκεται το πρώτο με το
τρίτο πρόσωπο. «μπορούμε να τα βγάλουμε μ’ αυτούς οι Καππαδόκες» ακούμε μ’ αυτό
τον τρόπο τα λόγια του Φερνάζη , παρακολουθούμε το δράμα του, μπορούμε έτσι να
μπούμε στη θέση του και να ερμηνεύσουμε καλύτερα τη στάση του.
Η ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ – Η ΓΛΩΣΣΑ
- πεζολογικός
χαρακτήρας
-χρήση –
κατ΄εξοχήν- ιαμβικού μέτρου
- μετρικές
ιδιοτυπίες, όπως η κατάργηση ή ανορθόδοξη χρήση τομής, ή η παρουσία χασμωδιών
(πράγμα ο ποιητής, φαντάσου ελληνικά, τι αναβολή, να δούμε αν, κι ασφάλεια,
ποιητική ιδέα, πιθανότερο είναι)
-απουσία
ομοιοκαταληξίας, και γενικά παραβίαση της παραδοσιακής ποιητικής
φόρμας
-Η οργάνωση του στίχου
γίνεται με βάση τη νοηματική πληρότητα
-Στην πρώτη στροφή
προβάλλεται η δημιουργική διαδικασία, στη δεύτερη η δραστηριότητα διακόπτεται
με τη δυσάρεστη αναγγελία, στην επόμενη ο ήρωας συνειδητοποιεί την ακύρωση του
έργου του, στην τέταρτη αποδίδονται τα συναισθήματα που προκύπτουν από τη νέα
κατάσταση, στην πέμπτη ο Φερνάζης συνειδητοποιεί την αδυναμία, το αδιέξοδο στο
οποίο οδηγεί η νέα κατάσταση και εναποθέτει όλες τις ελπίδες του στη θεϊκή
βοήθεια, ενώ στην τελευταία επιστρέφει στην υποκειμενική του πραγματικότητα,
δηλαδή τις ιδέες για την ποιητική του δημιουργία.
-λιτότητα και
οικονομία στην έκφραση(επίδραση του παρνασσισμού)
-λιτή και μετρημένη
χρήση των επιθέτων που υπαινίσσονται τη στάση του Καβάφη απέναντι
σε πρόσωπα και αξίες αλλά και εξυπηρετούν το μέτρο και το ρυθμό
- Ειρωνεία:
σημαίνει μια δήλωση ή ένα γεγονός που υπονομεύεται από το πλαίσιο στο οποίο
εμφανίζεται. Το βασικό χαρακτηριστικό κάθε ειρωνείας είναι µια αντίθεση ανάµεσα
σ΄ ένα φαινόμενο και σε µια πραγματικότητα Στο ποίημα έχουμε τη
συμπόρευση , τον συνδυασμό της λεκτικής και της δραματικής
ειρωνείας , «το χώνεμα της λεκτικής και της δραματικής ειρωνείας»
κατά τον Νάσο Βαγενά.
Η λεκτική ειρωνεία
υποβάλλει νοήματα και αισθήματα που δε βρίσκονται στις λέξεις , και που είναι
διαφορετικά ή αντίθετα από το νόημα που αυτές εκφράζουν :
« το σπουδαίον μέρος του επικού ποιήματός του κάμνει».Η λόγια
κατάληξη του επιθέτου επιτείνει την ειρωνεία που , άλλωστε , είναι και
εσωτερική- νοηματική: σπουδαίο μέρος της βιογραφίας ενός βασιλιά δεν είναι ,
φυσικά, ο τρόπος με τον οποίο πήρε την εξουσία ( που στη συγκεκριμένη περίπτωση
ήταν δόλιος και όχι σπουδαίος…), αλλά η προσφορά του στο λαό και τη χώρα του
« ο ένδοξός μας βασιλεύς, ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ» (
υπερβολική διατύπωση που , ενώ φαίνεται να κολακεύει τον βασιλιά ,
συγχρόνως ειρωνεύεται και τον ανήθικο τρόπο με τον οποίο πήρε την εξουσία)
«Aλλ’ εδώ χρειάζεται φιλοσοφία, Βαθέως σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής» (έκδηλος
ειρωνικός τόνος για το ψευτοδίλημμα του Φερνάζη ),
οι επιφωνηματικές εκφράσεις με το θαυμαστικό να επιτείνει τον
ειρωνικό τόνο. " τι συμφορά!, Ατυχία!" Ο Φερνάζης
οδύρεται για την ματαίωση των ιδιοτελών ποιητικών του σχεδίων σε μια στιγμή που
η πατρίδα του με τον πόλεμο κινδυνεύει και αυτό και μόνο θα έπρεπε να αποτελεί
την απόλυτη προτεραιότητά του.
«επίμονα κ’ η ποιητική ιδέα πάει κι έρχεται, το πιθανότερο είναι, βέβαια,
υπεροψίαν και μέθην· υπεροψίαν και μέθην θα είχε ο Δαρείος » , ο Φερνάζης
ανακτά την ποιητική του ιδιότητα και η νέα πραγματικότητα του πολέμου,
δίνει την τελική απάντηση στο δίλημμα
οι επαναλήψεις ως στοιχείο ειρωνείας :
« ελληνικά
ποιήματα» :αποδίδεται η απόγνωση του Φερνάζη για την έναρξη του πολέμου
αλλά συγχρόνως ο Καβάφης ειρωνεύεται την αλαζονική προσκόλληση του
ποιητή στα προσωπικά του σχέδια σε μια τόσο δύσκολη στιγμή για την πατρίδα
«τι αναβολή, τι
αναβολή» ο Καβάφης ειρωνεύεται
την πρόθεση του ποιητή να αποκομίσει δόξα, φήμη και κοινωνική αναγνώριση από
την ποίηση
η επανάληψη του τίτλου
«ο ένδοξός μας βασιλεύς, ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ» , όπου ο
Καβάφης ειρωνεύεται τον Μιθριδάτη ·ενώ γνωρίζουμε τον δόλιο τρόπο με τον
οποίο πήρε την εξουσία , τώρα στη δυσκολία του πολέμου καλείται να
αποδείξει πως οι τίτλοι του τον αντιπροσωπεύουν
Η δραματική
ειρωνεία πραγματώνεται
ως εξής:
Με την αντίθεση
(ή και σύγκρουση) της μιας κατάστασης με την άλλη .'Αλλα πιστεύουν οι ήρωες για
τον εαυτό τους και το περιβάλλον τους κι εντελώς διαφορετική αποδεικνύεται η
πραγματικότητα. Επίσης πραγματώνεται με την ανάδειξη της ματαιότητας των
επιθυμιών του ήρωα αλλά και με την αντίθεση ανάμεσα στις προθέσεις των
ηρώων και τις εξελίξεις που έχουν τα γεγονότα.
( Ο Φερνάζης
σχεδιάζει το μέλλον του αλλά ο πόλεμος ανατρέπει τα σχέδιά του· ο Φερνάζης
αναφέρει πως ο Δαρείος παρέλαβε την εξουσία , ενώ είναι γνωστό πως την
σφετερίστηκε · το εφήμερο της εξουσίας του Μιθριδάτη.)
Αλλά ειρωνεία υπάρχει
και στο επίπεδο της αφήγησης , στον τρόπο που βλέπει ο αφηγητής τις επιδιώξεις
του Φερνάζη καθώς του καταλογίζει εμμέσως καιροσκοπισμό .
Δεν ξεχνούμε όμως ποτέ
πως στο ποίημα τα δύο είδη της ειρωνείας είναι αλληλένδετα.
Γλώσσα: Δημοτική με στοιχεία καθαρεύουσας · αρχαιοπρεπές
λεξιλόγιο, όταν αναφέρεται στην εποχή του Φερνάζη (υπεροψίαν και μέθην θα
είχεν, κατανόησι της ματαιότητος των μεγαλείων το πλείστον του στρατού μας),
ενώ αναφέρει λέξεις καθημερινές, όταν μιλάει ο ίδιος (κάμνει),
αλλά και χρησιμοποιεί ορισμένες λέξεις με ιδιότυπη νοηματοδότηση (αγγέλλει
= αναγγέλλει, εκτάκτως = ιδιαιτέρως, θετικό = σίγουρο, τες
= τις).Πεζολογικός τόνος και ρεαλιστική έκφραση.
ΠΗΓΕΣ
Fotodendro.blogspot.gr
Γ.Π.Σαββίδης,
Μικρά Καβαφικά, Ερμής
Π.Μάκριτζ, εκμαγεία
της ποίησης: Σολωμός, Καβάφης, Σεφέρης, Εστία
Δ. Μαρωνίτης
«Υπεροψία και μέθη» , ο ποιητής και η ιστορία, Κέδρος
Αγάθη Γεωργιάδου,
Εριέττα Δεληγιάννη, Νεοελληνική Λογοτεχνία, εκδ. Ξιφαράς
Σ.Βρεττός, Για
τα ιστορικά ποιήματα του Καβάφη, www.avgi.gr
Ν.Βαγενάς , η ειρωνική
γλώσσα, Κριτικές μελέτες για τη νεοελληνική γραμματεία , Στιγμή
Ν.Βαγενάς, ο Καβάφης
της κριτικής και ο Καβάφης του Σεφέρη, http://www.kavafis.gr
Ε.Καψωμένος, η ποίηση
και η ποιητική του Κ.Π.Καβάφη, εταιρεία κρητικών σπουδών, http://www.eks-ik.eu
Γ.Δάλλας, Καβάφης και
Ιστορία, Ερμής
Γ.Βελουδής, «Μέσα
σε πόλεμο – φαντάσου ελληνικά ποιήματα» (η κρίση της
καλλιτεχνικής συνείδησης) εκδ. Κέδρος
Α.Σταματιάδης,
το ιστορικό διακείμενο στην ποίηση του Καβάφη, http://www.academia.edu
Κ.Μποκόρου,
Νεοελληνική Λογοτεχνία, Σαββάλας
Α.Κοβάνη,
Φ.Καλαϊτζάκης, Νεοελληνική Λογοτεχνία, Κιμωλία
Τάσου Τσέκου,
μια ερμηνευτική πρόταση για το «Δαρείο» του Καβάφη, περιοδικό Εκπαιδευτικοί
προβληματισμοί, Ζήτη
* Η
ιστορική μέθοδος του Καβάφη, http://psifiakesergasies.wordpress.com
Ο Ελληνιστικός
και Ρωμαϊκός κόσμος του Καβάφη. Ιστορία και δημιουργικότητα, http://www.blod.gr
Ελληνικό Ανοικτό
Πανεπιστήμιο, η ποίηση του Καβάφη, http://eapilektoi.blogspot.gr
Γκανέτσος
Δημήτρης, Νεοελληνική Λογοτεχνία, Ποίηση
αφιερώματα λογοτεχνικών περιοδικών: Διαβάζω , Η Λέξη
Γεράσιμος Μαρκαντωνάτος, Ζαχαρίας Λιγνός Νεοελληνική
Λογοτεχνία, εκδ. Gutenberg
“Μέσα σε πόλεμο - φαντάσου, ελληνικά ποιήματα”
Η αλλαγή των ιστορικών συνθηκών, το ξέσπασμα του πολέμου με
τους Ρωμαίους , ανατρέπει τα σχέδια του ποιητή Φερνάζη, γιατί ο βασιλιάς
Μιθριδάτης μέσα στη δίνη του πολέμου δεν μπορεί να ενδιαφερθεί για τα
ποιήματά του. Υπογραμμίζει ο Καβάφης το ρόλο που παίζουν οι
ιστορικές συνθήκες στις επιλογές του καλλιτέχνη “Μέσα σε
πόλεμο - φαντάσου, ποιήματα ελληνικά είναι ένας ενδοιασμός, γράφει ο Γ.
Βελουδής που βασανίζει προσωρινά τη σκέψη του Φερνάζη και που εκφράζει ένα
θεμελιακό προβληματισμό του ίδιου του Καβάφη: τη σχέση της τέχνης με τις
επιταγές της ιστορικής πραγματικότητας, συμπυκνωμένη στην πιο κρίσιμη
στιγμή της, τη στιγμή του πολέμου. Με τη φράση "ελληνικά ποιήματα
" από τη μια υποδηλώνεται η παγκοσμιότητα της ελληνικής γλώσσας (οι Πέρσες
γράφουν ποίηση στην ελληνική, έχουν εξελληνιστεί) ,από την άλλη, ο
προσδιορισμός “ελληνικά ” δείχνει να συντελεί στην υποβάθμιση του
ενδιαφέροντος του βασιλιά. Μοιάζει να θεωρεί ασήμαντα τα ποιήματα, που
έτσι κι αλλιώς σε μια τέτοια κατάσταση περνούν αδιάφορα. Αυτό ενοχλεί τον
Φερνάζη που αντιδρώντας ατομικιστικά , ως ποιητής, αδιαφορεί για το
μείζον, την τύχη της πατρίδας του αυτή την κρίσιμη ώρα του πολέμου.
Η επανάληψη των τίτλων του Μιθριδάτη, «Διόνυσος και Ευπάτωρ», αλλά και της φράσης «ελληνικά ποιήματα» , λειτουργεί προς την κατεύθυνση της ειρωνείας και πάλι · υπονοείται επίσης πως ενώ ο Μιθριδάτης εθεωρείτο προστάτης των ελληνικών γραμμάτων , τελικά αποδείχτηκε πως η ενασχόληση και το ενδιαφέρον του ήταν επιφανειακά με μοναδικό σκοπό του να δώσει μια επίφαση πολιτισμού στην εξουσία και στη χώρα του
Η επανάληψη των τίτλων του Μιθριδάτη, «Διόνυσος και Ευπάτωρ», αλλά και της φράσης «ελληνικά ποιήματα» , λειτουργεί προς την κατεύθυνση της ειρωνείας και πάλι · υπονοείται επίσης πως ενώ ο Μιθριδάτης εθεωρείτο προστάτης των ελληνικών γραμμάτων , τελικά αποδείχτηκε πως η ενασχόληση και το ενδιαφέρον του ήταν επιφανειακά με μοναδικό σκοπό του να δώσει μια επίφαση πολιτισμού στην εξουσία και στη χώρα του
Η σχέση Καβάφη - Φερνάζη
Ο Καβάφης στα ιστορικά του ποιήματα συνήθως δεν
εμφανίζεται καθόλου, αντίθετα χρησιμοποιεί μια persona, ένα ποιητικό προσωπείο,
αυτό του αφηγητή και μέσα από αυτό, αποστασιοποιημένος και ελεύθερος σχολιάζει
και κρίνει ελεύθερος από το άχθος της προσωπικής έκθεσης. Ο ποιητής
Φερνάζης αποτελεί το ποιητικό είδωλο του Καβάφη.
Στο «Δαρείο» προσπαθεί να
αποποιηθεί τη ταύτιση του με τον Φερνάζη μέσω των εξής επιλογών: α) Ο
Φερνάζης γράφει επικό ποίημα , ενώ ο Καβάφης δεν έγραφε επική ποίηση β)ο
Φερνάζης έχει επιτήδευση και ρητορισμό στην ποίησή του , ενώ ο Καβάφης
χαρακτηρίζεται για την εκφραστική του λιτότητα.
Όμως πολλά στοιχεία μας δείχνουν
καθαρά πως ο Φερνάζης είναι προσωπείο του Καβάφη:
είναι και οι δύο
ποιητές, με ελληνική παιδεία , αλλά ζουν εκτός Ελλάδας. Προσπαθούν με την
ποίησή τους να αναπλάσουν με πιστότητα παρωχημένες ιστορικές εποχές.
«Η ψυχολογική ταύτιση του Καβάφη με τον Φερνάζη/Φαρνάκη
υποδηλώνεται εξωτερικά από τη σύμπτωση στα φωνήεντα του ονόματός τους: π.χ:
φΑρν’ΑκΗς, κΑβΆφΗς.» Τεχνική της
απόκρυψης μέσω του αναγραμματισμού. ( Γιώργος Βελούδης, Προτάσεις
(Δεκαπέντε Γραμματολογικές Δοκιμές)).
«Η ταύτιση του Καβάφη με τον Φερνάζη, υποστηρίζεται ομως και
εσωτερικά από τη σύμπτωση στην καταγωγή τους: Η – υποτιθέμενη- περσική καταγωγή
του Φερνάζη, υπενθυμίζει τη φημολογούμενη περσική καταγωγή του Καβάφη , που τη
σχολιάζει ο ίδιος στην αυτόγραφη «Γενεαλογία» του , αλλά και την περσική
προέλευση του ονόματός του. (Καβάφης=τσαγκάρης) .
γράφουν και
οι δύο ένα ποίημα ιστορικό, που έχει τον τίτλο «Δαρείος» ( Δαρείος
του Φερνάζη το 70 πΧ, Δαρείος του Καβάφη το 1920 Πχ ).Και στα δύο
ποιήματα ο τίτλος δεν μπαίνει σε εισαγωγικά , ενώ μέσα στο ποίημά του ο Καβάφης
τον κλείνει σε εισαγωγικά στον στίχο 22.
Και οι δύο ποιητές προβληματίζονται για τη λειτουργία της
ποίησης σε κρίσιμες ιστορικές περιόδους όπως αυτές που βιώνουν οι ίδιοι. Τελικά και οι δύο αντιμετωπίζουν το δίλημμά τους (ποίηση ή ιστορία) μ’έναν κοινό τρόπο:
εξακολουθούν πεισματικά να γράφουν ποίηση και μάλιστα «ελληνικά ποιήματα» -
«μέσα σε πόλεμο» (στ.20). Αποφασίζουν, ενάντια στις δυσμενείς συνθήκες, να γράψουν την ιστορική αλήθεια («υπεροψίαν και μέθην») , αφήνοντας ένα αδιάψευστο
ντοκουμέντο για την τραγωδία της εποχής τους.
‘Οπως ο Φερνάζης, έτσι και ο Καβάφης, γράφει το Δαρείο του εγκατεστημένος σε μία περιφερειακή περιοχή του Ελληνισμού ( Ο Καβάφης ζει στην Αλεξάνδρεια της
Αιγύπτου, ενώ ο Φερνάζης στην άσημη Αμισό). « Βρίσκεται στο επίκεντρο μιας
πολεμικής, αποτέλεσμα της περίπου οργανωμένης προσπάθειάς του να καθιερωθεί» (
Σκοπετέα Έλλη, 1983, «Νεότερα περί του Φερνάζη», περ. Χάρτης, 5/6, αφιέρωμα
στον Κ.Π Καβάφη, Απρίλιος, Αθήνα, σ. 675.). Να καθιερωθεί ως αξιόλογος ποιητής στο κοινό της Αλεξάνδρειας
και να γίνει αποδεκτός από τους λογοτεχνικούς κύκλους της Αθήνας ( όπου
κυριαρχεί η ποίηση του καταξιωμένου Κ. Παλαμά).
γράφουν τα ποιήματά τους σε
δύσκολες συγκυρίες, ο Φερνάζης στη διάρκεια του Γ΄ Μιθριδατικού πολέμου και ο
Καβάφης κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο . Γνωρίζουμε από το Σχεδίασμα χρονογραφίας του Καβάφη , που
μας κληροδότησε ο Στρατής Τσίρκας, ότι ο Καβάφης αυτός ο τέως βασιλικός , περνάει, «μέσα σε πόλεμο» , στο αντίπαλο
στρατόπεδο , στους βενιζελικούς (στις 14 Μαρτίου 1917, υπογράφει δήλωση με
την οποία προσχωρεί στο κίνημα της Θεσσαλονίκης) και παίρνει προβιβασμό και
αύξηση μισθού από τους Άγγλους προϊστάμενούς του.
η παρέμβαση των Ρωμαίων μετατρέπει
το ποιητικό δίλημμα του Φερνάζη σε υπαρξιακό, ενώ αντίστοιχα η παρέμβαση των
γεγονότων με τους Αγγλογάλλους το 1917 δημιουργεί υπαρξιακό δίλημμα στον Καβάφη
που υπέγραψε, όπως είπαμε παραπάνω, δήλωση προσχώρησης ( ίσως ο Καβάφης
επικρίνει την συμπεριφορά που φοβόταν πως θα υιοθετήσει ή ήδη υιοθέτησε…)
Τα δύο πρόσωπα (Φερνάζης-Καβάφης) διαφοροποιούνται σε κάποια σημεία:
• Ο Φερνάζης είναι ένας « επικός και
πατριωτικός ποιητής που καταπιάνεται να γράψει
για τον ένδοξο πρόγονο του βασιλιά Μιθριδάτη με σκοπό την κοινωνική του
άνοδο» ( Σκοπετέα Έλλη, 1983) . Αντίθετα μ’αυτόν ο Καβάφης δεν θα μπορούσε να
χαρακτηριστεί ποτέ επικός και «πατριωτικός» ποιητής αφού η ποίησή του παρουσιάζει με ρεαλισμό τον σύγχρονο άνθρωπο και δονείται
από την αντιηρωική στάση απέναντι στα εθνικά κελεύσματα.
•
« ‘Αλλωστε και αν ακόμα ο Καβάφης βρισκόταν στη θέση του Φερνάζη, δεν
είναι βέβαιο ότι θα επέλεγε το Δαρείο για να μεγαλύνει τον οίκο του Μιθριδάτη»
. Ο ποιητής του Ελληνισμού Καβάφης θα προσανατολιζόταν στην καταγωγή του Μιθριδάτη από το «ελληνικό» αίμα των Σελευκιδών και
όχι από το αίμα ενός «βαρβάρου» Πέρση δεσπότη (του Δαρείου). (Σκοπετέα
Έλλη,1983). Η υπόθεση αυτή δείχνει τη διαφορετική
στάση που θα κρατούσε ο Καβάφης απέναντι στο ιστορικό παρόν (όσο και
απέναντι στο ιστορικό παρελθόν) , στάση που διαφοροποιεί τους δύο ποιητές.
ο υποθετικός αφηγητής και το α΄πληθυντικό πρόσωπο «μας»:
στο ποίημα κυριαρχεί ένας παντογνώστης, τριτοπρόσωπος
αφηγητής που γνωρίζει σκέψεις, πράξεις και συναισθήματα των ηρώων
.Μετατρέπεται αργότερα σε πρωτοπρόσωπο για να μας μεταδώσει με
παραστατικότητα τις σκέψεις του Φερνάζη ( και του υπηρέτη) : ο ένδοξός
μας βασιλεύς, ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ / Το πλείστον του στρατού μας
πέρασε τα σύνορα / Aλλά να δούμε αν έχουμε κι ασφάλεια στην Aμισό. /
Μπορούμε να τα βγάλουμε μ’ αυτούς, οι Καππαδόκες; Γένεται ποτέ; Είναι να
μετρηθούμε τώρα με τες λεγεώνες; Θεοί μεγάλοι, της Aσίας προστάται, βοηθήστε
μας.
Ο υποθετικός αφηγητής κρατά καυστική
και επικριτική στάση απέναντι στο Φερνάζη και είναι ο ίδιος ο
Καβάφης, που υποδύεται – όπως είπαμε – τον ανεξάρτητο παρατηρητή· έτσι έχει τη
δυνατότητα να ειρωνευτεί ,να σαρκάσει ελεύθερα τον Φερνάζη , που
βέβαια είναι ο ίδιος του ο εαυτός....
τα προοπτικά
επίπεδα του ποιήματος:
Ο Δαρείος, οι ραδιουργίες του και η παράνομη κατάληψη
της εξουσίας
Ο Φερνάζης, ο Μιθριδάτης και ο πόλεμος με τους
Ρωμαίους
Ο ίδιος ο Καβάφης την εποχή της εμπλοκής της Ελλάδας
στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
Θεατρικότητα
ρητορικές ερωτήσεις
εσωτερικός μονόλογος
θεατρική δράση και πλοκή ( δραματικό απρόοπτο η εμφάνιση του
υπηρέτη, ο πόλεμος)
εναλλαγή πρωτοπρόσωπης και τριτοπρόσωπης αφήγησης
Αφηγηματικοί τρόποι
αφήγηση , ελεύθερος πλάγιος λόγος ( στ,.9-10, 14-15,
16-19, εσωτερικός μονόλογος ( με την προϋπόθεση η φωνή να είναι του Φερνάζη :
στ 4-6, 16-19, 36-37 ), σχόλιο στο στ.20
Κυρίαρχα μοτίβα στην ποίηση του Καβάφη η ήττα, η
διάψευση, ο εγκλωβισμός του ανθρώπου στα αδιέξοδά του και η κρίση της καλλιτεχνικής
συνείδησης.
Τα σημεία στίξης και η λειτουργία τους
θαυμαστικό,
στ.21: αισθητοποίηση της ειρωνείας του Καβάφη προς το Φερνάζη
άνω
τελεία, στ 9, 36: στοχαστικό κλίμα , προβληματισμός του αναγνώστη
παύλα,
στ.9: ειρωνεία, στ.20 ειρωνεία, στ.33 αισθητοποίηση της απόγνωσης του Φερνάζη,
στ. 35 αισθητοποιεί την ποιητική ιδέα του Φερνάζη που αλλάζει και αφήνει
στον αναγνώστη περιθώρια προβληματισμού
ερωτηματικό,
στ 31-32 , ρητορική ερώτηση, η αγωνία του Φερνάζη , η ειρωνεία του Καβάφη
παρένθεση στ. 4-6 ειρωνεία
άνω
τελεία στ. 8 οι επόμενοι στίχοι εκφέρονται από τον Φερνάζη
εισαγωγικά,
στ. 22, τίτλος του ποιήματος του Φερνάζη, « Δαρείος»
Σχήματα λόγου:
Ρητορικές ερωτήσεις:
«Μπορούμε να τα βγάλουμε μ’αυτούς, οι Καππαδόκες; - Γένεται ποτέ; - Είναι να
μετρηθούμε τώρα με τις λεγεώνες;
Επίκληση: «Θεοί
μεγάλοι, της Ασίας προστάται, βοηθήστε μας.»
Εικόνες: Οπτικές
( ο ποιητής σιωπηλός και προβληματισμένος: « Ο ποιητής Φερνάζης το σπουδαίον...
σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής),( « Ο ποιητής μένει ενεός... και μέθην θα είχεν
ο Δαρείος»).
Οπτική, ακουστική,
κινητική : η αιφνίδια είσοδος του
υπηρέτη και η αναγγελία του πολέμου ( «
Αλλά τον διακόπτει ο υπηρέτης του...στρατού μας πέρασε τα σύνορα),
Επαναλήψεις: ελληνικά
ποιήματα, ο ένδοξός μας βασιλεύς, ο Μιθριδάτης, Διόνυσος και Ευπάτωρ – Τι
αναβολή, τι αναβολή- υπεροψίαν και μέθην.
Αντίθεση: Ανάμεσα στη στοχαστική ατμόσφαιρα της πρώτης
στροφής και τη δυναμική της δεύτερης, στην οποία η εξέλιξη σημαδεύεται από το
δραματικό απρόοπτο. μέσα σε πόλεμο φαντάσου ελληνικά ποιήματα
Ειρωνεία: το σπουδαίον μέρος- ο ένδοξός μας
βασιλεύς- αλλά εδώ χρειάζεται φιλοσοφία- Βαθέως σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής-
την βαρυσήμαντην είδησι- Τι συμφορά!- Ατυχία! Τι αναβολή, τι αναβολή στα σχεδιά
του.
Αναφώνηση: τι
συμφορά! – Ατυχία!
ΠΗΓΕΣ
Fotodendro.blogspot.gr
Αγάθη Γεωργιάδου, Εριέττα Δεληγιάννη, Νεοελληνική
Λογοτεχνία, εκδ. Ξιφαράς
Γ.Π.Σαββίδης, Μικρά Καβαφικά, Ερμής
Π.Μάκριτζ, εκμαγεία της ποίησης: Σολωμός, Καβάφης, Σεφέρης,
Εστία
Δ. Μαρωνίτης «Υπεροψία και μέθη» , ο ποιητής και η
ιστορία, Κέδρος
Σ.Βρεττός, Για τα ιστορικά ποιήματα του Καβάφη,
www.avgi.gr
Ν.Βαγενάς , η ειρωνική γλώσσα, Κριτικές μελέτες για τη νεοελληνική
γραμματεία , Στιγμή
Ν.Βαγενάς, ο Καβάφης της κριτικής και ο Καβάφης του Σεφέρη,
http://www.kavafis.gr
Ε.Καψωμένος, η ποίηση και η ποιητική του Κ.Π.Καβάφη,
εταιρεία κρητικών σπουδών, http://www.eks-ik.eu
Γ.Δάλλας, Καβάφης και Ιστορία, Ερμής
Γ.Βελουδής, «Μέσα σε πόλεμο – φαντάσου ελληνικά ποιήματα» (η κρίση της καλλιτεχνικής συνείδησης) εκδ. Κέδρος
Α.Σταματιάδης, το ιστορικό διακείμενο
στην ποίηση του Καβάφη, http://www.academia.edu
Κ.Μποκόρου, Νεοελληνική Λογοτεχνία, Σαββάλας
Α.Κοβάνη, Φ.Καλαϊτζάκης, Νεοελληνική Λογοτεχνία,
Κιμωλία
Τάσου Τσέκου, μια ερμηνευτική πρόταση για το «Δαρείο»
του Καβάφη, περιοδικό Εκπαιδευτικοί προβληματισμοί, Ζήτη
* Η ιστορική μέθοδος του Καβάφη,
http://psifiakesergasies.wordpress.com
Ο Ελληνιστικός και Ρωμαϊκός κόσμος του Καβάφη.
Ιστορία και δημιουργικότητα, http://www.blod.gr
Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, η ποίηση του Καβάφη,
http://eapilektoi.blogspot.gr
Γκανέτσος Δημήτρης, Νεοελληνική Λογοτεχνία,
Ποίηση
αφιερώματα λογοτεχνικών περιοδικών: Διαβάζω , Η
Λέξη
Γεράσιμος Μαρκαντωνάτος, Ζαχαρίας Λιγνός Νεοελληνική
Λογοτεχνία, εκδ. Gutenberg
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΑΠΟ ΤΟ BLOG LATISTOR (http://latistor.blogspot.com)
Ο Καβάφης με την αναφορά σε πραγματικά ιστορικά πρόσωπα
τοποθετεί τη δράση του ποιήματος σ’ ένα προγενέστερο ιστορικό πλαίσιο
αποδεσμεύοντάς το αφενός από το παρόν του ίδιου του ποιητή και τονίζοντας
αφετέρου τη διαχρονικότητα των προβληματισμών που πραγματεύεται. Ο ποιητής
απέφευγε να συνδέει τα ποιήματά του και τις σε αυτά προβαλλόμενες ιδέες και
διαπιστώσεις με γεγονότα της εποχής του, καθώς θεωρούσε πως κάτι τέτοιο δε θα
επέτρεπε στους αναγνώστες του να κατανοήσουν τη διαχρονική διάσταση και την
επαναλαμβανόμενη φύση τους, μιας και εκείνοι θα παρέμεναν προσκολλημένοι στο
συγχρονικό γεγονός και στο κατά πόσο αυτό αποδόθηκε, ερμηνεύτηκε και
παρουσιάστηκε σωστά, σύμφωνα με τη δική τους κρίση.
Ειδικότερα, η αναφορά στο Δαρείο, ο οποίος κατέχει καίριο
ρόλο στο ποίημα, όπως αυτό προκύπτει από τη χρήση του ονόματός του τόσο στον
τίτλο του ποιήματος του Καβάφη, όσο και στον τίτλο του ποιήματος του Φερνάζη,
φέρνει στο επίκεντρο το θέμα της εξουσίας και της διάθεσης των ανθρώπων που τη
διεκδικούν να φτάσουν σε οποιαδήποτε ακρότητα. Τα πιθανολογούμενα συναισθήματα
του Δαρείου, όταν μετά από πολλές δολοφονίες και ποικίλες βιαιότητες, κατέλαβε
την εξουσία∙ η υπεροψία κι η μέθη από τη δύναμη που περιήλθε στα χέρια του,
συνιστούν το ένα μέρος του προβληματισμού που τίθεται στο ποίημα.
Με τον προβληματισμό αυτό σχετίζεται και η αναφορά στον
Μιθριδάτη -το ιστορικό παρόν του οποίου λειτουργεί και ως παρόν της ποιητικής
δράσης-, καθώς μερικούς αιώνες μετά τον πρόγονό του, βρίσκεται κι εκείνος υπό
την επήρεια της ίδιας αλαζονείας και υπεροψίας που τον ωθούν να θεωρήσει τον
εαυτό του ικανό να αντιμετωπίσει την ισχυρότατη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία,
διεκδικώντας ακόμη μεγαλύτερη εξουσία και δύναμη. Η διπλή αυτή αναφορά και η
χρονική απόσταση ανάμεσα στα δύο ιστορικά πρόσωπα αποτελεί ήδη μια πρώτη
πιστοποίηση της αλήθειας και της διαχρονικότητας όσων επιχειρεί να αναδείξει ο
ποιητής.
«Ο ποιητής Φερνάζης το σπουδαίον μέρος
του επικού ποιήματός του κάμνει.
Το πώς την βασιλεία των Περσών
παρέλαβε ο Δαρείος Υστάσπου. (Aπό αυτόν
κατάγεται ο ένδοξός μας βασιλεύς,
ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ). Aλλ’ εδώ
χρειάζεται φιλοσοφία· πρέπει ν’ αναλύσει
τα αισθήματα που θα είχεν ο Δαρείος:
ίσως υπεροψίαν και μέθην· όχι όμως — μάλλον
σαν κατανόησι της ματαιότητος των μεγαλείων.
Βαθέως σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής.»
Ο επινοημένος ποιητής Φερνάζης συνθέτει ένα επικό ποίημα για
τον Δαρείο Α΄ γιο του Υστάσπη, πρόγονο του Μιθριδάτη ΣΤ΄, στο οποίο επιχειρεί
να υμνήσει τη δράση και τη βασιλεία του μεγάλου Πέρση ηγεμόνα. Το σημείο που
τον απασχολεί ιδιαίτερα είναι το πώς «παρέλαβε» την εξουσία ο Δαρείος μετά το
θάνατο του προκατόχου του. Το ρήμα παρέλαβε, που υποδηλώνει μια ήπια μετάβαση
της εξουσίας, αποκρύπτει επί της ουσίας τη βία που χρειάστηκε να ασκήσει ο
Δαρείος, αλλά και τα σκοτεινά σημεία που καλύπτουν το πέρασμα του βασιλείου των
Αχαιμενιδών στα χέρια του.
Ο Φερνάζης επιθυμεί να παρουσιάσει τα συναισθήματα του
Δαρείου κατά τη στιγμή που πέρασε σε αυτόν ο θρόνος του εκτενούς και ισχυρού
βασιλείου της Περσίας. Η πρώτη σκέψη του ποιητή είναι πως φυσικά ο νέος
βασιλιάς θα αισθανόταν υπεροψία, υπερβολική υπερηφάνεια για το κατόρθωμά του να
υπερισχύσει έναντι όλων των άλλων διεκδικητών και να γίνει εκείνος ο ηγεμόνας
των Περσών, καθώς και μέθη, ένα αίσθημα παραζάλης από την έκταση και το μέγεθος
της δύναμης που αποκτούσε. Τα συναισθήματα αυτά, τα οποία αντανακλούν πλήρως τη
συναισθηματική κατάσταση κάθε φιλόδοξου ανθρώπου, ο οποίος με μηχανορραφίες,
φόνους και δολιότητες κατορθώνει να αποκτήσει μια τεράστια εξουσία, ηχούν
ωστόσο μάλλον προσβλητικά για τον Δαρείο κι αυτό προβληματίζει τον Φερνάζη,
καθώς είναι πιθανό πως θα ενοχλήσει με αυτά τον Μιθριδάτη, την εύνοια του
οποίου εν τέλει διεκδικεί.
Η επόμενη σκέψη, επομένως, του Φερνάζη είναι να αποδώσει
στον Δαρείο μια αίσθηση ωριμότητας, η οποία ταιριάζει περισσότερο σε εξαιρετικά
καλλιεργημένους και απόλυτα συνειδητοποιημένους ηγέτες, οι οποίοι και
αναγνωρίζουν απ’ την πρώτη στιγμή το μέγεθος της ευθύνης που αναλαμβάνουν.
Σκέφτεται, δηλαδή, να αποδώσει στον Δαρείο την επίγνωση και την κατανόηση της
ματαιότητας όλων αυτών των μεγαλείων, τα οποία όσο σημαντικά κι αν φαίνονται
δεν έχουν να προσθέσουν τίποτε περισσότερο στην αξία ενός ανθρώπου με άρτια και
συγκροτημένη προσωπικότητα. Για έναν πραγματικά ευσυνείδητο ηγέτη, άλλωστε,
εκείνο που θα είχε σημασία θα ήταν η ευθύνη του απέναντι στους πολίτες του
κράτους και η υποχρέωσή του να τους υπηρετήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, κι
όχι η προσωπική του ανάδειξη και φήμη.
Ωστόσο, η δεύτερη αυτή επιλογή, μολονότι θα ήταν τιμητική
για τον Δαρείο και αρεστή στον Μιθριδάτη, δεν ικανοποιεί πλήρως τον ποιητή, ο
οποίος γνωρίζει πως κάτι τέτοιο δεν ήταν αληθές. Ο Δαρείος χρειάστηκε να
εξουδετερώσει πάρα πολλούς αντιπάλους, να φανεί εξαιρετικά σκληρός και να
καταφύγει σε ακραίες βιαιότητες προκειμένου να πάρει την εξουσία. Κι όλα αυτά
δεν τα έκανε από βαθιά αίσθηση χρέους απέναντι στους μελλοντικούς υπηκόους του,
αλλά προκειμένου να καταστεί ένας από τους ισχυρότερους άνδρες της Ασίας,
αποκομίζοντας υπέρμετρα οφέλη για τον εαυτό του.
Ο Φερνάζης, λοιπόν, βρίσκεται αντιμέτωπος μ’ ένα ουσιώδες
δίλημμα, υπό την έννοια πως από τη μία έχει ό,τι αποτελούσε πιθανότατα την
ιστορική αλήθεια κι από την άλλη μια ψευδή κατάσταση, η οποία θα πρόδιδε την
εγκυρότητα του ποιήματος, αλλά θα εξυπηρετούσε άριστα τον σκοπό του να
κολακεύσει τον Μιθριδάτη. Μένει, λοιπόν, αβέβαιος για το αν θα πρέπει να
σεβαστεί την ποιητική του τέχνη και να καταγράψει την αλήθεια, διακινδυνεύοντας
όμως μ’ αυτόν τον τρόπο το προσωπικό του όφελος, ή αν θα πρέπει να προτάξει την
προσωπική του ανάδειξη και να καταγράψει στο ποίημά του μια αναληθή εικόνα της
πραγματικότητας.
«Aλλά τον διακόπτει ο υπηρέτης του που μπαίνει
τρέχοντας, και την βαρυσήμαντην είδησι αγγέλλει.
Άρχισε ο πόλεμος με τους Pωμαίους.
Το πλείστον του στρατού μας πέρασε τα σύνορα.
Ο ποιητής μένει ενεός. Τι συμφορά!»
Ο Φερνάζης ασχολούμενος επίμονα με το επικό του ποίημα είναι
βέβαιος πως με αυτό θα κατορθώσει να αναδειχθεί ως αξιόλογος ποιητής, δίνοντας
μια αποφασιστική απάντηση σε όσους τον επικρίνουν και αμφισβητούν τις ποιητικές
του ικανότητες. Ανυπομονεί, μάλιστα, σε τέτοιο βαθμό να έρθει η στιγμή αυτής
της δικαίωσης, ώστε όταν μαθαίνει πως έχει ξεκινήσει ο πόλεμος με τους
Ρωμαίους, αισθάνεται πως δέχεται ένα δεινό προσωπικό χτύπημα. Προσηλωμένος στις
εγωκεντρικές του επιδιώξεις αντιμετωπίζει το ξέσπασμα του πολέμου ως μια
αναβολή για τα δικά του σχέδια, αδυνατώντας να αντιληφθεί αμέσως τις πολύ
σημαντικότερες συνέπειες που ενδεχομένως θα έχει ένας τέτοιος πόλεμος για την
ασφάλεια του ίδιου και των συμπολιτών του. Η αγανάκτηση κι η απελπισία του
Φερνάζη φανερώνουν την αδημονία του να γνωρίσει επιτέλους την αναγνώριση που
θεωρεί πως του αξίζει.
«Πού τώρα ο ένδοξός μας βασιλεύς,
ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ,
μ’ ελληνικά ποιήματα ν’ ασχοληθεί.
Μέσα σε πόλεμο — φαντάσου, ελληνικά ποιήματα.»
Ο Φερνάζης σκέφτεται πως με το ξέσπασμα του πολέμου δεν
υπάρχει πια περίπτωση να ασχοληθεί ο Μιθριδάτης με το επικό ποίημα που συνθέτει
για να τον τιμήσει. Η εικόνα και μόνο του φαίνεται αδιανόητη, γι’ αυτό και
σχολιάζει εμφατικά, φαντάσου ν’ ασχολείται με ελληνικά ποιήματα μέσα σε πόλεμο.
Ωστόσο, στη φράση αυτή εντοπίζεται μια πολύ ουσιαστικότερη σκέψη σχετικά με το
ρόλο της ποίησης στις κρίσιμες στιγμές της ιστορίας. Το ερώτημα που λανθάνει
είναι κατά πόσο καθίσταται περιττή ή ανώφελη η ενασχόληση με την ποιητική τέχνη
κατά τη διάρκεια σημαντικών γεγονότων, όπως είναι μια περίοδος πολεμικών
συγκρούσεων. Κι ενώ η προφανής απάντηση για τον Φερνάζη είναι πως η ποίηση δεν
έχει θέσει σε μια τέτοια περίοδο, στην πραγματικότητα το ζήτημα επιλύεται με μια
διαφορετική προσέγγιση. Η ποίηση οφείλει να είναι παρούσα ακόμη και σε τόσο
κρίσιμες στιγμές και πολύ περισσότερο, ιδίως, σε τόσο κρίσιμες στιγμές,
διαπραγματευόμενη όμως ακριβώς τα αίτια, τις πηγές και τη φύση του ζητήματος
που απασχολεί και επηρεάζει τη ζωή των ανθρώπων εκείνη την περίοδο. Η ποίηση
δεν είναι μια επιφανειακή τέχνη που προορίζεται μόνο για τις στιγμές της σχόλης
και της αδράνειας. Είναι μια ζωντανή, ενεργή τέχνη που έχει να προσφέρει κάθε
στιγμή καίριους προβληματισμούς, ηθική στήριξη, αλλά και σκέψεις που μπορούν να
βοηθήσουν στην καθαρότερη και ουσιαστικότερη θέαση των πραγμάτων.
Ας σημειωθεί, επίσης, πως το επίθετο ελληνικά, που
υπενθυμίζει τη γενικευμένη χρήση της ελληνικής γλώσσας στα ελληνιστικά
βασίλεια, λειτουργεί εδώ με τρόπο υπονομευτικό, καθώς ο Φερνάζης εμφανίζεται να
θεωρεί απίθανο όχι απλώς το γεγονός ν’ ασχοληθεί ο Μιθριδάτης με ποιήματα, αλλά
ειδικότερα με ελληνικά ποιήματα. Διαπίστωση που εμμέσως υποδηλώνει τη μη
ουσιαστική επαφή του Μιθριδάτη με την ελληνική παιδεία, παρά το γεγονός πως
ήταν γνώστης της ελληνικής γλώσσας και κατά τη διάρκεια της βασιλείας του
φρόντισε για τη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού.
«Aδημονεί ο Φερνάζης. Aτυχία!
Εκεί που το είχε θετικό με τον «Δαρείο»
ν’ αναδειχθεί, και τους επικριτάς του,
τους φθονερούς, τελειωτικά ν’ αποστομώσει.
Τι αναβολή, τι αναβολή στα σχέδιά του.»
Στους στίχους αυτούς ο Καβάφης ειρωνεύεται την αδημονία και
την απόγνωση του Φερνάζη, ο οποίος θέλησε να χρησιμοποιήσει την ποίηση ως μέσο
κολακείας, ως μέσο για ν’ αποκτήσει φήμη και καταξίωση κι ως μέσο για να
αποστομώσει τους επικριτές του. Μπροστά στον κίνδυνο του πολέμου ο Φερνάζης
σκέφτεται επίμονα τη ματαίωση των δικών του σχεδίων.
Η στάση αυτή του Φερνάζη φέρνει στην επιφάνεια ένα ακόμη
επίπεδο της ειρωνείας του ποιήματος, καθώς η υπεροψία και η μέθη, που μέχρι
πρότινος έμοιαζαν να χαρακτηρίζουν μόνο τους φιλόδοξους και αιμοσταγείς ηγέτες,
τώρα έρχεται να αποδοθεί και στον κενόδοξο ποιητή. Ο Φερνάζης θεωρούσε βέβαιο
πως με την ολοκλήρωσή του ποιήματός του θα κέρδιζε την αναγνώριση που τόσο
ποθούσε και θα έδινε μια τελειωτική απάντηση στους φθονερούς επικριτές του. Η
έναρξη ωστόσο του πολέμου έδωσε μια διαφορετική απάντηση στον ίδιο τον
υπεροπτικό ποιητή που είχε την αίσθηση πως μπορούσε να ελέγξει την πορεία των
πραγμάτων.
«Και νάταν μόνο αναβολή, πάλι καλά.
Aλλά να δούμε αν έχουμε κι ασφάλεια
στην Aμισό. Δεν είναι πολιτεία εκτάκτως οχυρή.
Είναι φρικτότατοι εχθροί οι Pωμαίοι.
Μπορούμε να τα βγάλουμε μ’ αυτούς,
οι Καππαδόκες; Γένεται ποτέ;
Είναι να μετρηθούμε τώρα με τες λεγεώνες;
Θεοί μεγάλοι, της Aσίας προστάται, βοηθήστε μας.— »
Καθώς ο Φερνάζης συνειδητοποιεί καλύτερα τις συνέπειες που
μπορεί να έχει ο πόλεμος εκδηλώνει το φόβο και την ανασφάλειά του∙
χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου που δε θα αναλάμβανε ποτέ μια ενεργή συμμετοχή
στις πολεμικές συγκρούσεις, ενός ανθρώπου που απέχει από τη δράση και τη
δυναμική προάσπιση της ασφάλειας της δικής του και των γύρω του. Κι είναι
τέτοιας έντασης ο φόβος του, ώστε ο ποιητής στρέφεται στις επικλήσεις προς τους
μεγάλους θεούς, τους προστάτες της Ασίας (αν και εξελληνισμένος, ο φόβος τον
ωθεί προς τους πατρογονικούς του θεούς).
Οι τρεις συνεχόμενες ρητορικές ερωτήσεις τονίζουν την
αναστάτωση και το φόβο του Φερνάζη. Ο θαυμασμός κι εμπιστοσύνη που είχε στο
πρόσωπο του ένδοξου Μιθριδάτη χάνονται μπροστά στο ενδεχόμενο της ήττας από
τους Ρωμαίους, όπως άλλωστε και η αφοσίωσή του στον βασιλιά του Πόντου και της
Καππαδοκίας.
«Όμως μες σ’ όλη του την ταραχή και το κακό,
επίμονα κ’ η ποιητική ιδέα πάει κι έρχεται —
το πιθανότερο είναι, βέβαια, υπεροψίαν και μέθην·
υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος.»
Ο Φερνάζης κατακλυσμένος από συναισθήματα απογοήτευσης για
την ανατροπή των σχεδίων του, αλλά και φόβου λόγω του πολέμου που έχει
ξεκινήσει με τους Ρωμαίους, συνεχίζει να επεξεργάζεται στη σκέψη του την
ποιητική ιδέα. Του αποδίδεται έτσι ένα γνώρισμα που αναλογεί στους ποιητές
εκείνους που είναι πραγματικά αφοσιωμένοι στο έργο τους κι οποίοι έχουν πάντοτε
προσηλωμένη τη σκέψη τους στο έργο τους. Έτσι, παρά την αναστάτωσή του, όχι
μόνο δεν εγκαταλείπει την ποιητική του ιδέα, αλλά την προσεγγίζει πλέον υπό το
φως των νέων δεδομένων. Σε πρώτο επίπεδο ο Φερνάζης εν μέσω του πολέμου
απαλλάσσεται από την ανάγκη να κολακεύσει τον Μιθριδάτη και επιλέγει την
αλήθεια για τα συναισθήματα του Δαρείου. Σε αυτή την επιλογή τον βοηθά να
φτάσει άλλωστε και το παράτολμο της απόφασης του Μιθριδάτη που πιστοποιεί την
υπεροψία των φιλόδοξων ηγεμόνων.
Ωστόσο, σε δεύτερο επίπεδο κινείται η ειρωνεία που στρέφεται
και προς τον ίδιο τον ποιητή. Η υπεροψία και η μέθη που διέκριναν κάποτε τον
Δαρείο και παρασύρουν τώρα τον Μιθριδάτη, εντοπίζονται και στη στάση του
Φερνάζη. Κινούμενος από υπεροψία κι από τη διάθεση να αποστομώσει τους
ομοτέχνους του φιλοδόξησε να συνθέσει ένα επικό ποίημα που θα λειτουργούσε ως η
οριστική επισφράγιση της λογοτεχνικής του καταξίωσης, μη λαμβάνοντας υπόψη πως
τα δεδομένα της πραγματικότητας αλλάζουν γοργά και πως δεν έχει τη δύναμη επί
της ουσίας να ελέγξει το μέλλον και την πορεία που θα ακολουθήσουν τα πράγματα.
Προφανές, βέβαια, και το ενδεχόμενο ο Φερνάζης να καταλήγει
στην επιλογή της υπεροψίας και της μέθης έχοντας κατά νου πως η επόμενη μέρα θα
βρει τους Ρωμαίους νικητές και ηγεμόνες της περιοχής. Ο ποιητής άρα γράφει
πλέον όχι για τον Μιθριδάτη, αλλά για ένα διαφορετικό κοινό που δεν θα έχει
κανένα λόγο να αξιώνει κολακείες υπέρ του Δαρείου.
Στο ποίημα έχουμε έναν τριτοπρόσωπο παντογνώστη αφηγητή, ο
οποίος παρουσιάζει τη διαδικασία της ποιητικής δημιουργίας ενός ποιητή, καθώς
και τα γεγονότα που εμπλέκονται και επηρεάζουν τη δημιουργία αυτή. Ο
τριτοπρόσωπος αυτός αφηγητής δε θα πρέπει να ταυτίζεται με τον Καβάφη, καθώς
κάθε αφηγηματική φωνή δεν είναι παρά ένα δημιούργημα του ποιητή ή συγγραφέα∙
μια υποθετική παρουσία που συντίθεται με λέξεις, αλλά δε συνιστά πραγματική
έκφανση του ίδιου του ποιητή. Εμφανής ωστόσο είναι κι η πρωτοπρόσωπη αφήγηση,
όπου το λόγο λαμβάνει κυρίως ο ποιητής Φερνάζης, αλλά κι ο υπηρέτης του σ’ ένα
σημείο.
Το διαρκές πέρασμα απ’ την τριτοπρόσωπη στην πρωτοπρόσωπη
αφήγηση προσδίδει στο ποίημα ζωντάνια, συμβάλλοντας στην ενίσχυση της
θεατρικότητάς του. Συνάμα, επιτρέπει την εναλλαγή της εστίασης και την προβολή
των βασικών θεματικών του ποιήματος από διαφορετική κάθε φορά οπτική. Έχουμε
έτσι, από τη μία την εγωκεντρική θέαση των πραγμάτων από τον ποιητή Φερνάζη και
από την άλλη την αντίδραση ενός εξωτερικού παρατηρητή, του τριτοπρόσωπου
αφηγητή, ο οποίος μέσω κυρίως της ειρωνείας εκφράζει έμμεσα τη δική του θέση.
Σε αρκετά σημεία επομένως η εναλλαγή αφηγητών επιτρέπει στην ειρωνεία του
ποιητή να καταστεί εναργέστερη, καθώς σε πρώτο πρόσωπο δίνονται κυρίως οι
επιθυμίες του Φερνάζη για προσωπική ανάδειξη κι οι φόβοι του. Παράλληλα, με τη
διαρκή αυτή εναλλαγή δυσχεραίνεται η διάκριση ανάμεσα στις αφηγηματικές φωνές
και άρα η διαφοροποίησή τους, στοιχείο που συνάδει με το γεγονός ότι ο ποιητής
Φερνάζης επιλύοντας το δίλημμά του υπέρ της ιστορικής αλήθειας, έρχεται
εγγύτερα στο ήθος του παντογνώστη αφηγητή αίροντας κατά κάποιο τρόπο την
ειρωνική εις βάρος του διάθεση.
Θα πρέπει να σημειωθεί πως ανάμεσα στις αφηγηματικές φωνές
και τον ίδιο τον Καβάφη υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές ήθους. Από τη μία υπάρχει
ο ποιητής Φερνάζης, ο οποίος θεωρεί πως χρησιμοποιώντας την τέχνη του μπορεί να
αναδειχθεί κερδίζοντας την εύνοια του βασιλιά και αποστομώνοντας παράλληλα τους
επικριτές του. Αμφιταλαντεύεται ωστόσο για το αν θα πρέπει να υπονομεύσει την
ποιητική του ακεραιότητα για χάρη αυτής της ανάδειξης, και εν τέλει μέσα στην
αναστάτωση της έκρηξης του πολέμου αποφασίζει υπέρ της αλήθειας και υπέρ της
τέχνης του.
Από την άλλη υπάρχει η ειρωνική φωνή του παντογνώστη αφηγητή
που επικρίνει την πρόθεση του Φερνάζη να γίνει ένας απλός κόλακας, τονίζει την
κενοδοξία του και προβάλλει πόσο εγωκεντρικός είναι όταν με το άκουσμα της
είδησης για την έναρξη του πολέμου σκέφτεται την αναβολή των προσωπικών του
σχεδίων. Ο παντογνώστης αφηγητής στέκει ως αυστηρός κριτής του Φερνάζη και του
αναγνωρίζει μόνο το γεγονός πως ακόμη και στη σύγχυση και την ταραχή του
πολέμου συνεχίζει να επεξεργάζεται την ποιητική του ιδέα.
Τέλος, πάνω απ’ τις αφηγηματικές φωνές βρίσκεται ο ίδιος ο
Καβάφης, οι προθέσεις του οποίου φανερώνονται απ’ τις θεματικές που επιλέγει να
επεξεργαστεί. Ο Καβάφης, λοιπόν, αναγνωρίζει πως κάποτε οι ποιητές βλέπουν
ωφελιμιστικά την τέχνη τους, αντιλαμβάνεται τις μικρότητες και τις
αντιπαλότητες μεταξύ ομοτέχνων, γνωρίζει πως ο δημιουργός κάποτε καλείται να
επιλέξει ανάμεσα στην αλήθεια και σε ό,τι τυχόν εξυπηρετεί προσωπικά του
συμφέροντα ή σε ό,τι δεν πρόκειται να δημιουργήσει αντίδραση από τους φορείς
εξουσίας, και φυσικά διακρίνει την φίλαρχη και υπεροπτική φύση των ηγεμόνων
κάθε εποχής, οι οποίοι αποδέχονται την τέχνη μόνο φαινομενικά και μόνο όσο
βρίσκεται σε αντιστοιχία με τις δικές τους πεποιθήσεις.
Ο Καβάφης χρησιμοποιεί τον παντογνώστη αφηγητή για να
ασκήσει έντονη ειρωνεία απέναντι σε ό,τι προδίδει τον απόλυτο σεβασμό που
οφείλεται στην αλήθεια της ποιητικής τέχνης, κατορθώνει ωστόσο να τον
υπονομεύσει αφήνοντας ασαφές το κίνητρο της τελικής μεταστροφής του Φερνάζη.
Προκρίνει ο Φερνάζης την ιστορική αλήθεια γιατί το ξέσπασμα του πολέμου και η
πιθανότητα να μη διαβάσει ποτέ ο Μιθριδάτης το ποίημά του τον απελευθερώνει από
την ανάγκη της κολακείας ή διότι θεωρεί πως θα υπάρξει αλλαγή στην ηγεσία του
τόπου οπότε οι αναγνώστες του ποίηματός του θα είναι τελικά οι Ρωμαίοι; Είναι η
απόφαση του Μιθριδάτη να συγκρουστεί με τους Ρωμαίους η έσχατη εκείνη
επιβεβαίωση, που αναζητούσε ο Φερνάζης, της υπεροψίας και της μέθης που
διακρίνει τους εκάστοτε φιλόδοξους ηγεμόνες και τους ωθεί σε παράτολμες πράξεις
ή μήπως προκρίνεται και πάλι η κολακεία, υπέρ άλλων ηγεμόνων αυτή τη
φορά;
Οι στίχοι που ανήκουν σε πρωτοπρόσωπο αφηγητή είναι οι
ακόλουθοι:
- (Από αυτόν
/ κατάγεται ο ένδοξός μας βασιλεύς, / ο Μιθριδάτης, Διονυσος κ’ Ευπάτωρ).
- ίσως
υπεροψίαν και μέθην όχι όμως – μάλλον / σαν κατανόησι της ματαιότητας των
μεγαλείων.
- Άρχισε ο
πόλεμος με τους Ρωμαίους. Το πλείστον του στρατού μας πέρασε τα σύνορα. [Αυτά
είναι τα μοναδικά λόγια που δίνονται από τον υπηρέτη.]
- Τι
συμφορά! Πού τώρα ο ένδοξός μας βασιλεύς, / ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ,
μ’ ελληνικά ποιήματα ν’ ασχοληθεί. Μέσα σε πόλεμο – φαντάσου, ελληνικά
ποιήματα.
- Και νάταν
μόνο αναβολή, πάλι καλά. / Αλλά να δούμε αν έχουμε κι ασφάλεια / στην Αμισό.
Δεν είναι πολιτεία εκτάκτως οχυρή. / Είναι φρικτότατοι εχθροί οι Ρωμαίοι /
Μπορούμε να τα βγάλουμε μ’ αυτούς, οι Καππαδόκες; Γένεται ποτέ; / Είναι να
μετρηθούμε τώρα με τες λεγεώνες; / Θεοί μεγάλοι, της Ασίας προστάται, βοηθήστε
μας.-
- το
πιθανότερο είναι, βέβαια, υπεροψίαν και μέθην / υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο
Δαρείος
Για τις φανερές και τις
αφανείς όψεις του ποιήματος
Οι φανερές όψεις
είναι συλλεγμένες στο πλαστό ποίημα του Φερνάζη «Ο Δαρείος», το οποίο λογίζεται
«ποίημα μέσα στο ποίημα».
Οι αφανείς όψεις:. Η αντιστοιχία
τους έχει ως εξής:
1.φανερή όψη : αναδρομή στο παρελθόν (70 π.Χ. και 500 π.Χ.).
1α. αφανής: αναφορά
στο παρόν (1917 μ.Χ).
2.φανερή: 70 π.Χ.: σύνθεση του ποιήματος του Φερνάζη «Ο Δαρείος».
2α.αφανής: 1920 μ.Χ.:δημοσίευση του καβαφικού ποιήματος Ο Δαρείος.
3. φανερή: Μιθιδράτης και Δαρείος.
3α. αφανής: η υπό αγγλική διοίκηση εξουσία στην Αλεξάνδρεια
της Αιγύπτου το 1917.
4. φανερή: το ποιητικό δίλημμα του Φερνάζη, να σταθεί στο
ύψος του ποιητή και να πει
την αλήθεια ή να παρουσιάσει μια ψευδή εικόνα του Δαρείου,
αρεστή στον Μιθιδράτη.
4α. αφανής: η ποιητική ιδέα που καλείται να πραγματοποιήσει
ο Καβάφης ως προβληματισμός σχετικά με τη θέση του ποιητή απέναντι στην εξουσία και στις επιταγές της
ιστορίας.
5. φανερή: η εμφάνιση των Ρωμαίων συντελεί, ώστε
το ποιητικό δίλημμα του Φερνάζη να μετατραπεί σε υπαρξιακό.
5α. αφανής: τα συνταρακτικά γεγονότα του 1917
μεταθέτουν τον Καβάφη ενώπιον του υπαρξιακού διλήμματος του ανθρώπου.
6. φανερή: ο Φερνάζης δίνει λύση στο υπαρξιακό
του δίλημμα και παίρνει θέση στο πλευρό των Ρωμαίων.
6α.αφανής: ο Καβάφης παίρνει θέση υπέρ της εξουσίας
των Άγγλων που στηρίζουν τον Βενιζέλο.
7.φανερή: λύση του ποιητικού διλήμματος:
υπεροψία και μέθη.
7α.αφανής: ποιητική συνείδηση του Καβάφη γύρω
από την ουσία της εξουσίας: υπεροψία και μέθη.
8.φανερή: το ποίημα του Φερνάζη Ο Δαρείος
κλείνει τον κύκλο του.
8α.αφανής:αναδύεται το καβαφικό ποίημα Ο Δαρείος
Επίσης για τον "Δαρείο" δείτε: http://www.slideshare.net/POLMOIRA/k-27929528
Σημείωση: Θα
ήθελα να σας προτείνω τον ιστότοπο fotodendro.blogspot.com στον
οποίο ανήκει ένα μεγάλο μέρος του παραπάνω σχολιασμού. Θα βρείτε εκεί και άλλες
πληροφορίες που αφορούν το συγκεκριμένο ποίημα. Επίσης πρόκειται για εξαιρετική
πηγή πληροφοριών για διάφορα λογοτεχνικά θέματα που ξεπερνούν τα στενά πλαίσια
της σχολικής ανάλυσης. Αφορά όσους αγαπούν τη λογοτεχνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου