ΟΜΟΙΟΠΤΩΤΟΙ
– ΕΤΕΡΟΠΤΩΤΟΙ -ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΙ
ΟΜΟΙΟΠΤΩΤΟΙ ΟΝΟΜΑΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΙ
ΟΜΟΙΟΠΤΩΤΟΙ ΟΝΟΜΑΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΙ
Επιθετικός προσδιορισμός: Λέγεται ο
προσδιορισμός, ο οποίος δίνει στη λέξη που προσδιορίζει μία μ ό ν ι μ η
ιδιότητα, π.χ. Ο καλός καραβοκύρης στη φουρτούνα
φαίνεται.
Ως επιθετικοί προσδιορισμοί, εκτός των
επιθέτων, χρησιμοποιούνται:
α) Αντωνυμίες: Τόση χαρά δεν την μπορώ.
β) Μετοχές: Τα πληγωμένα πουλιά δεν
σάλευαν.
γ) Ουσιαστικά που δηλώνουν ηλικία: Γέρος άνθρωπος
και δουλεύει.
δ) Ουσιαστικά που δηλώνουν επάγγελμα: Δικηγόρος
άνθρωπος και δεν ξέρει νομικά.
ε) Ουσιαστικά τα οποία δηλώνουν εθνικότητα: Οι Έλληνες στρατιώτες αγωνίστηκαν γενναία.
στ) Ονόματα γεωγραφικών όρων: Ο Πηνειός ποταμός διασχίζει τα Τέμπη.
ε) Ουσιαστικά τα οποία δηλώνουν εθνικότητα: Οι Έλληνες στρατιώτες αγωνίστηκαν γενναία.
στ) Ονόματα γεωγραφικών όρων: Ο Πηνειός ποταμός διασχίζει τα Τέμπη.
ζ) Επιρρήματα με άρθρο: Τα πάνω
διαμερίσματα είναι πιο κρύα.
Κατηγορηματικός
προσδιορισμός: Λέγεται η λέξη που
προσδιορίζει ένα ουσιαστικό και του δίνει μία π α ρ ο δ ι κ ή ιδιότητα,
π.χ. Κατάκοπος ο πατέρας έπεσε να κοιμηθεί.
( τα παραδείγματα είναι από:
http://lappeio.blogspot.gr/2011/04/blog-post.html)
Παράθεση: Ένα ουσιαστικό
προσδιορίζει άλλο ουσιαστικό, στην ίδια
πτώση και του δίνει ένα γενικό γνώρισμα. Δηλαδή στην παράθεση, μια ειδική
έννοια προσδιορίζεται από μία γενική έννοια. Αλλιώς: πηγαίνουμε από το ειδικό στο γενικό. Συνήθως μεταφράζεται με το «που»,
ή «ο οποίος, η οποία, το οποίο) δηλαδή μπορεί να αναλυθεί σε αναφορική πρόταση.
Βάζουμε κόμμα.
π.χ: 1) Ο Όλυμπος, το ψηλό βουνό
(ειδικό) (γενικό)
( ο Όλυμπος
είναι ένας) ( βουνά υπάρχουν πολλά)
( Ο Όλυμπος που είναι
ψηλό βουνό)
Π.χ: 2) Ο Γεωργιάδης , ο καθηγητής
(ειδικό) (γενικό)
( ο Γεωργιάδης είναι ένας) (καθηγητές υπάρχουν πολλοί)
( Ο Γεωργιάδης που είναι
καθηγητής)
Παράθεση θεωρείται και ο ομοιόπτωτος
προσδιορισμός που δηλώνει τη σχέση περιέχοντος και περιεχομένου («ένα
ποτήρι νερό»), διαιρεμένου όλου και εκείνων που το αποτελούν («ένα
κοπάδι πρόβατα») κ.λπ. Όταν
η παράθεση δεν αναφέρεται σε μια λέξη αλλά σε ολόκληρη πρόταση, συνήθως μπαίνει
πρώτη και χαρακτηρίζει από πριν το περιεχόμενο της προτάσεως που ακολουθεί.
Τότε η παράθεση ονομάζεται προεξαγγελτική
παράθεση: π.χ. Περίεργο πράγμα, ακόμα δεν φάνηκε το πλοίο της γραμμής.
Επεξήγηση: Ένα
ουσιαστικό προσδιορίζει ένα άλλο ουσιαστικό, στην ίδια πτώση και μία
γενική έννοια επεξηγείται από μία ειδική ή αλλιώς: Πηγαίνουμε από το γενικό στο μερικό. Μεταφράζεται με το «δηλαδή».
Βάζουμε κόμμα.
π.χ Η θεά της ομορφιάς,
η Αφροδίτη
( γενικό) (ειδικό)
( Θεά μπορεί να είναι ( Αφροδίτη είναι μία)
οποιαδήποτε)
( Η θεά της ομορφιάς δηλαδή
η Αφροδίτη)
Πώς μπορούμε να
διακρίνουμε την παράθεση από την επεξήγηση:
Στην παράθεση από μια έννοια ειδικότερη (μερικότερη) πηγαίνουμε σε μια άλλη έννοια γενικότερη. Η πορεία δηλαδή είναι από το μερικό στο γενικό (π.χ. «Η Κατερίνα, η φίλη μου, κέρδισε το στοίχημα.»).
Στην επεξήγηση συμβαίνει το αντίστροφο, από μια έννοια δηλαδή γενικότερη πηγαίνουμε σε μια έννοια μερικότερη. Η πορεία είναι από το γενικό στο μερικό (π.χ. «Η φίλη μου, η Κατερίνα, κέρδισε το στοίχημα.»). (Πληροφορίες και από: http://vprassas.blogspot.gr/2011/01/blog-post_6184.htm)
Στην παράθεση από μια έννοια ειδικότερη (μερικότερη) πηγαίνουμε σε μια άλλη έννοια γενικότερη. Η πορεία δηλαδή είναι από το μερικό στο γενικό (π.χ. «Η Κατερίνα, η φίλη μου, κέρδισε το στοίχημα.»).
Στην επεξήγηση συμβαίνει το αντίστροφο, από μια έννοια δηλαδή γενικότερη πηγαίνουμε σε μια έννοια μερικότερη. Η πορεία είναι από το γενικό στο μερικό (π.χ. «Η φίλη μου, η Κατερίνα, κέρδισε το στοίχημα.»). (Πληροφορίες και από: http://vprassas.blogspot.gr/2011/01/blog-post_6184.htm)
( «εξονυχιστική» ανάλυση για την
παράθεση και την επεξήγηση από τον «Ελληνικό Πολιτισμό»:
http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/Theoria%20Nea/parathesi-epexigisi.htm)
ΕΤΕΡΟΠΤΩΤΟΙ
ΟΝΟΜΑΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΙ
● Ετερόπτωτοι
ονοματικοί προσδιορισμοί ονομάζονται τα ουσιαστικά που προσδιορίζουν άλλα
ουσιαστικά και βρίσκονται σε διαφορετική πτώση από τη λέξη που προσδιορίζουν.
Ι. Σε πτώση γενική. Η γενική αυτή ονομάζεται
γενική προσδιοριστική και έχει διάφορες σημασίες:
1) Η ταβέρνα του
μπαρμπα - Γιάννη (γενική κτητική).
2) Φοράει γραβάτα
της μόδας (γενική της ιδιότητας).
3) Εργάζεται σε
αποθήκη καπνού (γενική του περιεχομένου).
4) Διάβασε πέντε
κεφάλαια του βιβλίου που της χάρισαν (γενική
διαιρετική).
5) Ακούγεται το
σφύριγμα του ανέμου (γενική υποκειμενική:
σφυρίζει ο άνεμος).
6) Οι στρατιώτες
είναι οι φρουροί της πατρίδας (γενική
αντικειμενική: φρουρώ την πατρίδα).
7) Τον τσάκισε η
πίκρα του χωρισμού (γενική της αιτίας).
8) Παράγγειλε τα
ρούχα του γάμου (γενική του σκοπού).
9) Η ναυμαχία του
Ναβαρίνου (γενική προσδιοριστική του
τόπου).
10) Ήταν ένα δώρο
χιλίων ευρώ, αγορασμένο από ακριβό κατάστημα (γενική της αξίας)
11) Ο αδελφός της
Μαρίας (γενική της συγγένειας).
12) Έφαγα νόστιμο
κεφαλοτύρι Μυτιλήνης (γενική
προσδιοριστική της προέλευσης).
13) Εδώ είσαι
σκλάβα του πασά (γενική προσδιοριστική
της εξάρτησης).
14) Διάβασα την
“Ιλιάδα” του Όμηρου (γενική του
δημιουργού).
15) Όταν σήμανε η
καμπάνα, έπεσαν οι ίσκιοι του δειλινού (γενική
προσδιοριστική του χρόνου).
16) Πήρε αναρρωτική
άδεια τριών μηνών (γενική προσδιοριστική
της ποσότητας).
17) Είχε λαγού
περπατησιά (= σαν του λαγού: παρομοίωση).
ΙΙ. Σε πτώση
αιτιατική:
1) Ήταν ένα χαλί
τέσσερα μέτρα το μάκρος (αιτιατική της
αναφοράς).
2) Εγέρασα, μωρέ
παιδιά, σαράντα χρόνους κλέφτης
(ετερόπτωτος προσδιορισμός ποσού ή μέτρου).
Α Σ Κ
Η Σ Η
Υπογραμμίσετε και αναγνωρίσετε τους
ομοιόπτωτους και ετερόπτωτους ονοματικούς προσδιορισμούς:
1) Ο Ιωάννης
Καποδίστριας, ο κυβερνήτης της Ελλάδας, γεννήθηκε στην Κέρκυρα.
2) Οι κλέφτες, τ’
απαντήσανε, οι Κολοκοτρωναίοι.
3) Σας είπα όλη
την αλήθεια.
4) Δύο μεγάλοι
θεοί, ο Ποσειδώνας κι ο Πλούτωνας, ήσαν αδελφοί του Δία.
5) Τα μάτια της
Ελένης είναι φοβισμένα.
6) Η χαρά της
επιτυχίας ήταν μεγάλη.
7) Η λύπη του
αποχωρισμού ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της.
8) Ο επιμελητής
της τάξης ήταν ασυνεπής.
9) Η απόφαση των
δικαστών ήταν δίκαιη.
10) Ο
πολυταξιδεμένος καπετάνιος γοήτευε τα παιδιά της γειτονιάς με τις ιστορίες του.
ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΙΚΟΙ
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΙ
● Επιρρηματικοί
προσδιορισμοί ονομάζονται οι λέξεις ή φράσεις που προσδιορίζουν ένα ρήμα,
π.χ. Έφυγαν βιαστικά. - Τον χαιρέτησαν με ενθουσιασμό.
● Επίσης, ένας επιρρηματικός προσδιορισμός μπορεί να
προσδιορίζει επίρρημα ή επίθετο, αλλά όχι ουσιαστικό, π.χ. Το τηλεγράφημα
έφτασε πολύ αργά. - Είναι λιγάκι ιδιότροπος.
● Οι επιρρηματικοί προσδιορισμοί αποτελούν κυρίως μέρη του
ρηματικού συνόλου και ε κ φ ρ ά ζ ο υ
ν τις ακόλουθες επιρρηματικές
σχέσεις:
1. τόπο: π.χ. Οι πρωτόγονοι ζούσαν σε
σπηλιές. - Ήλθε εδώ στο σπίτι μας ο Γιάννης.
2. χρόνο: π.χ. Θα έρθει αύριο. - Ο
Σπύρος θα μείνει έως το ερχόμενο Σάββατο.
3. τρόπο: π.χ. Ο κόσμος άκουγε
προσεκτικά. - Μπήκαν κρυφά στο ξένο σπίτι.
4. ποσό: π.χ. Μελέτησε πολύ. - Είναι
πάρα πολύ ευτυχισμένοι.
5. αναφορά: π.χ. Είναι άσος στο κολύμπι.
- Οι γνώσεις της για τη ζωγραφική είναι πολλές.
6. αιτία: π.χ. Έτρεμε από το κρύο. -
Έκανε αυτό το λάθος από απροσεξία.
7. σκοπός: π.χ. Πήγε για κυνήγι. -
Θυσιάστηκε για την πατρίδα της.
8. αποτέλεσμα: π.χ. Το ξύλο σχίστηκε σε
δύο κομμάτια.
9. προϋπόθεση (όρο): π.χ. Δανείζει
χρήματα με τόκο δέκα τα εκατό.
10. εναντίωση: π.χ. Δεν μπορεί να τρέξει,
αν κι είναι νέος.
11. παραχώρηση: π.χ. Παρ’ όλα αυτά τον
υποστηρίζαμε.
12. βεβαίωση: π.χ. Θα ταξιδέψετε σίγουρα.
- Ναι, θα έρθει ο γιατρός.
13. άρνηση: π.χ. Όχι, δεν κακολόγησα
κανέναν.
14. δισταγμό: π.χ. Άραγε θα πρέπει να
μιλήσω στη φίλη μου για το ζήτημα αυτό;
15. πιθανότητα: π.χ. Ίσως να έρθει ο
επόπτης. - Πιθανόν θα το ήθελε.
Οι επιρρηματικοί
προσδιορισμοί ε κ φ έ ρ ο ν τ α ι συνήθως με:
α. απλό επίρρημα: π.χ. Μη μιλάτε δυνατά.
- Το παιδί έτρεξε γρήγορα στην αγκαλιά της γιαγιάς.
β. εμπρόθετο επίρρημα: π.χ. Φύγε από εκεί. - Μας χαιρέτησε γελαστή
από μακριά.
γ. διπλασιασμένο επίρρημα: π.χ. Καθίσαμε
πλάι - πλάι. - Πλησίαζε σιγά - σιγά το στόχο του.
δ. απλή αιτιατική: π.χ. Ξεκίνησαν την αυγή. - Θα κοιμηθώ το
απόγευμα. ε. εμπρόθετη αιτιατική: π.χ.
Θα φύγει με πλοίο. - Θα επιστρέψει σε λίγες μέρες.
στ. διπλασιασμένη αιτιατική: π.χ. Το
κέντησε βελονιά - βελονιά. – Ανέβηκε σκαλί - σκαλί ψηλά.
ζ. επιρρηματική φράση: π.χ. Όλοι οι
Έλληνες πεινάσαμε λίγο - πολύ πριν εξήντα χρόνια.
η. μετοχή επιρρηματική: π.χ. Τρώγοντας
έρχεται η όρεξη. - Δουλεύοντας κερδίζει το ψωμί του.
θ. επιρρηματικές προτάσεις: π.χ. Δεν
διάβασα, γιατί ήμουνα άρρωστος (επιρρηματική αιτιολογική πρόταση).
● Διαβάστε για τους επιρρηματικούς προσδιορισμούς:
Συντακτικό Νέας Ελληνικής, σελ. 99 - 118.
(Πηγή: http://paleochori-lesvos.blogspot.gr/2013/04/blog-post_5.html)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου