Πέμπτη 30 Μαΐου 2013

ΟΙ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ Α' ΛΥΚΕΙΟΥ: ΠΡΟΦΟΡΙΚΟΣ ΓΡΑΠΤΟΣ ΛΟΓΟΣ, ΑΝΑΛΦΑΒΗΤΙΣΜΟΣ, ΔΙΑΛΟΓΟΣ. ΚΛΕΙΩ ΠΕΡΗΦΑΝΟΥ



Θέμα : προφορικός και γραπτός λόγος


v Ορισμός :ο λόγος γενικά είναι η διανοητική ικανότητα του ανθρώπου να σχηματίζει και να εκφράζει τις σκέψεις του με την ομιλία. Ο λόγος διακρίνεται σε α) προφορικό, ο οποίος προηγείται, γιατί πρώτα ο άνθρωπος χρησιμοποίησε την ομιλία και β) γραπτό, που ακολούθησε, γιατί κατόπιν αισθάνθηκε την ανάγκη (ο άνθρωπος) να απεικονίσει την ομιλία του με σύμβολα(γράμματα.)

v Γνωρίσματα του λόγου :
     Α.  του προφορικού:                                                      Β.  του γραπτού :
1.      είναι πιο αναλυτικός                                              είναι πιο πυκνός
2.      λιγότερο σαφής και ακριβής                                  πιο σαφής και ακριβής
3.      έχει πιο πρόχειρο λεξιλόγιο                                   έχει περισσότερο επεξεργασμένο                                                                                   .                                                                              λεξιλόγιο
4.      τάση για παρατακτική σύνδεση                             τάση για υποτακτική σύνδεση και                 και μικρές προτάσεις                                             μακροπερίοδο λόγο.
5.      πρόχειρη δομή και οργάνωση                                καλύτερη δομή και οργάνωση.
6.      έντονα παραγλωσσικά και εξωγλωσσικά στοιχεία       μεγαλύτερη συνοχή και συνεκτικότητα.

v Ιστορική επισκόπηση : ο προφορικός λόγος έχει την ίδια ηλικία με τις πρώτες ανθρώπινες κοινωνίες. Πρόδρομοι των συστημάτων γραφής ήταν οι διάφορες παραστάσεις που ο προϊστορικός άνθρωπος ζωγράφιζε, χάραζε ή σκάλιζε πάνω σε βράχο, πηλό ή ξύλο. Το πρώτο στάδιο της γραφής αφορά τον συμβολισμό λέξεων. Το πρώτο σύστημα γραφής υπήρξε η ιδεογραμματική σφηνοειδής γραφή των Σουμερίων που δημιουργήθηκε γύρω στο 3300 π.Χ. Περίπου διακόσια χρόνια αργότερα εμφανίζεται η ιερογλυφική γραφή των Αιγυπτίων. Οι Φοίνικες γύρω στο 1500 π.Χ. υιοθετούν το συλλαβικό αλφάβητο, το οποίο τελειοποίησαν οι Έλληνες και το οποίο, με κάποιες μετατροπές και διαφοροποιήσεις, χρησιμοποιούμε και σήμερα.  

v Η προτεραιότητα του προφορικού λόγου : η σύγχρονη γλωσσολογία δίνει προτεραιότητα στον προφορικό λόγο έναντι του γραπτού, γιατί :
1.      ο άνθρωπος πρώτα μαθαίνει να μιλά και ύστερα να γράφει, αν το μάθει αυτό ποτέ.
2.      σχεδόν όλοι οι άνθρωποι μιλάνε περισσότερο απ’ όσο γράφουν ή διαβάζουν.
3.      συνήθως τα θέματα που συζητιούνται στον προφορικό λόγο είναι πολύ πιο ποικίλα απ’ ό,τι στο γραπτό.
4.      η γραφή είναι μια σχετικά πρόσφατη εφεύρεση: έχει ιστορία λίγων χιλιάδων ετών, και αυτό σε ελάχιστες περιοχές του κόσμου, όπως η Αίγυπτος, η Μεσοποταμία, η Ελλάδα ή η Κίνα · ενώ ο άνθρωπος διαθέτει γλώσσα εδώ και πενήντα χιλιάδες χρόνια τουλάχιστον.
5.      υπάρχουν ακόμη και σήμερα ομάδες αναλφάβητων ή και γλωσσικές κοινότητες χωρίς καθόλου γραφή.
6.      στα πιο εξελιγμένα συστήματα η γραφή προσπαθεί να αποδώσει, έστω και με ατέλειες, την προφορά, τα γνωρίσματα της ομιλίας · δηλαδή η πρώτη στηρίζεται στη δεύτερη.
7.      ο προφορικός λόγος διαθέτει αμεσότητα και δυνατότητα να αυτορυθμίζεται, πλεονέκτημα που δεν διαθέτει ο γραπτός λόγος.

v Προσφορά του γραπτού λόγου :
1.      αποτελεί σημείο αναφοράς και σταθμό στην ανάπτυξη του πολιτισμού · διακρίνει την ιστορική από την προϊστορική περίοδο του ανθρώπου.
2.      διασώζει το λόγο για πάντα , αν συντρέχουν και οι κατάλληλες συνθήκες, και τον κάνει προσιτό και στα πιο απομακρυσμένα μέρη της γης.
3.      συντηρεί την ιστορική μνήμη και γίνεται απαραίτητη προϋπόθεση για τη διάσωση και τη μετάδοση του ανθρώπινου πολιτισμού.
4.      είναι φορέας των πιο σύνθετων μορφών επικοινωνίας, όπως η λογοτεχνία, η επιστήμη, η διοίκηση.
5.      αποτυπώνει τους νόμους, τους καθιστά γνωστούς σε όλους και συμβάλλει στον εκδημοκρατισμό.
6.      αποθηκεύει γνώσεις, βοηθά στην ανάπτυξη των επιστημών και επιταχύνει έτσι την εξέλιξη της ανθρώπινης κοινότητας.

v Τα προβλήματα που προκύπτουν από τη δυσκαμψία του γραπτού λόγου : ο γραπτός λόγος, αν και ιδιαίτερα σημαντικός, δεν έχει την ευελιξία του προφορικού λόγου. Υπάρχουν βέβαια κείμενα που αντέχουν στο χρόνο και επηρεάζουν τις επόμενες γενιές. Ωστόσο :
1.      δεν βοηθά στη γρήγορη εξέλιξη της γλώσσας.
2.      δεν ακολουθεί άμεσα την εξέλιξη του προφορικού λόγου · οι αλλαγές είναι πιο αργές και λιγότερο έντονες.
3.      παρουσιάζεται το φαινόμενο της διγλωσσίας: αλλιώς μιλάμε και αλλιώς γράφουμε · το φαινόμενο αυτό δημιούργησε στη χώρα μας έντονο και σοβαρό γλωσσικό ζήτημα που εκφράστηκε με το κίνημα του Δημοτικισμού από τα τέλη του 18ου αι.  μέχρι και το 1976, οπότε και καθιερώθηκε ως επίσημη γλώσσα του ελληνικού κράτους η δημοτική.

Το κίνημα του δημοτικισμού :

v Ορισμός : ήταν ο αγώνας για την επικράτηση της δημοτικής γλώσσας που μιλούσε ο ελληνικός λαός.

v Χρονικό πλαίσιο :το κίνημα αυτό ξεκίνησε μετά το 1888, όταν ο σημαντικός Έλληνας γλωσσολόγος Γιάννης Ψυχάρης στο έργο του «το Ταξίδι μου» υποστήριξε σθεναρά την ανάγκη υιοθέτησης της δημοτικής γλώσσας από το ελληνικό κράτος. Οριστική λύση δόθηκε το 1976, όταν ο τότε υπουργός Παιδείας, Γεώργιος Ράλλης, καθιέρωσε με νόμο τη δημοτική ως επίσημη γλώσσα της Ελλάδας.

v Φορείς του δημοτικισμού : πολλοί σπουδαίοι Έλληνες πνευματικοί άνθρωποι υποστήριξαν την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας ως απαραίτητη προϋπόθεση για την εκπαιδευτική αναγέννηση της Ελλάδας. Οι πιο σημαντικοί απ’ αυτούς ήταν ο ποιητής Κωστής Παλαμάς, οι εκπαιδευτικοί Αλέξανδρος Δελμούζος, Δημήτρης Γληνός, Μανόλης Τριανταφυλλίδης και πολλοί άλλοι.

v Μορφή του γλωσσικού ζητήματος : την περίοδο αυτή στην Ελλάδα χρησιμοποιούνταν δύο μορφές της ελληνικής γλώσσας : η δημοτική, η ζωντανή γλώσσα του προφορικού λόγου που μιλούσε ο λαός, και η καθαρεύουσα, μια τεχνητή μορφή γλώσσας που έμοιαζε με την αρχαία ελληνική.  Η καθαρεύουσα χρησιμοποιούνταν ως η επίσημη γλώσσα του ελληνικού κράτους και είχε επιβληθεί και στην εκπαίδευση, δημιουργώντας με τη δυσκολία της σοβαρά προβλήματα στην μόρφωση των Ελληνόπουλων.

v Απόψεις : επικρατούσαν, όπως ήταν φυσικό, δύο απόψεις :
α) πολλοί μορφωμένοι πίστευαν ότι, ως απόγονοι των ένδοξων για τον πολιτισμό τους αρχαίων προγόνων τους, έπρεπε να χρησιμοποιούν την καθαρεύουσα, θεωρώντας ότι μόνο αυτή θα μπορούσε να είναι ουσιαστικό όργανο μόρφωσης και χαρακτηρίζοντας τη δημοτική, τη γλώσσα του λαού, «χυδαία» ή «μαλλιαρή».
β) από την άλλη, οι υποστηρικτές του δημοτικισμού πίστευαν ότι η δημοτική είναι η φυσική γλώσσα των Ελλήνων, που μπορεί να γίνει η επίσημη γλώσσα του κράτους και της εκπαίδευσης.





Θέμα : αναλφαβητισμός


Ορισμός : είναι η αδυναμία του ανθρώπου να διαβάζει και να γράφει ένα κείμενο.

Ιστορική αναδρομή : η παιδεία στις προηγούμενες εποχές ήταν προνόμιο της άρχουσας τάξης. Ο υπόλοιπος λαός ήταν αγράμματος και το μόνο που ήξερε ήταν να δουλεύει σκληρά και να υπακούει. Στο Βυζάντιο η μόρφωση θεωρήθηκε εχθρός της θρησκείας. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ο αναλφαβητισμός ήταν καθολικό φαινόμενο. Υπήρχαν βέβαια τα λιγοστά «κρυφά σχολειά» που προσπαθούσαν να διατηρήσουν τη γλώσσα μας μαθαίνοντας τα Ελληνόπουλα, κάτω από πολύ επικίνδυνες συνθήκες, γραφή και ανάγνωση. Σήμερα υπάρχουν αρκετά εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη μας, κυρίως στις υπανάπτυκτες χώρες, που στερούνται το αναφαίρετο δικαίωμα της μόρφωσης.

Μορφές αναλφαβητισμού / κατηγορίες αναλφάβητων :
1.      «ολικά ή οργανικά αναλφάβητοι» είναι όσοι δεν έχουν διδαχτεί συστηματικά γραφή και ανάγνωση και δεν αναγνωρίζουν τα γράμματα της αλφαβήτου.
2.      «μερικά αναλφάβητοι ή ημιαναλφάβητοι» είναι όσοι έχουν φοιτήσει μερικά χρόνια στο σχολείο, αναγνωρίζουν τα γράμματα του αλφαβήτου, αλλά ουσιαστικά δεν μπορούν να διαβάσουν και να κατανοήσουν ένα απλό κείμενο.
3.      «λειτουργικά αναλφάβητοι» είναι όσοι έχουν διδαχτεί και τυπικά γνωρίζουν γραφή και ανάγνωση, αλλά δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν τις γνώσεις τους στην καθημερινή ζωή τους και συγκεκριμένα να συμπληρώσουν διάφορα απλά έντυπα, να διαβάσουν τον τρόπο χρήσης μιας απλής συσκευής κ.τ.λ.
4.      «υπότροποι αναλφάβητοι» χαρακτηρίζονται όσοι είχαν μάθει να διαβάζουν και να γράφουν σε ικανοποιητικό βαθμό, αλλά, επειδή δε χρησιμοποίησαν τις γνώσεις τους στην καθημερινή τους ζωή, τις ξέχασαν, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να χειριστούν το γραπτό λόγο.

Παράγοντες / αίτια αναλφαβητισμού :
1.     οικονομικοί : οι φτωχές οικογένειες δεν έχουν δυνατότητες να ενθαρρύνουν ή να βοηθήσουν τα παιδιά τους να «μάθουν γράμματα».
2.     κοινωνικοί : παιδιά από περιθωριακά κοινωνικά στρώματα (τσιγγάνοι, μετανάστες…) αντιμετωπίζουν πολύ μεγάλες δυσκολίες να πάνε σχολείο.
3.     γεωγραφικοί : σε απομακρυσμένες περιοχές δεν υπάρχουν σχολεία.
4.     οι προκαταλήψεις για τα δύο φύλα κρατούσαν τη γυναίκα κλεισμένη στο σπίτι και αγράμματη, μέχρι πριν μερικά χρόνια. Αυτό σε κάποιες ελάχιστες περιπτώσεις ισχύει και σήμερα.
5.     το εκπαιδευτικό σύστημα, που είτε δίνει μηχανιστική και εξειδικευμένη γνώση είτε βασίζεται στην αποστήθιση και το μονόλογο.
6.     το τραγικά μεγάλο ποσοστό των αναλφάβητων στον τρίτο κόσμο οφείλεται στην πείνα που μαστίζει αυτό το μέρος του πλανήτη μας και την αδιαφορία και απανθρωπιά του λεγόμενου «πολιτισμένου» κόσμου.

Συνέπειες του αναλφαβητισμού :
Α. για το άτομο :
1.     δυσκολίες στην επαγγελματική σταδιοδρομία του.
2.      αδυναμία ανάπτυξης πνευματικής και κοινωνικής δραστηριότητας («άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο»).
3.     διαμόρφωση ανεύθυνης, μικρόψυχης και απάνθρωπης προσωπικότητας.
4.     χωρίς προσόντα και εφόδια το άτομο είναι αντιπαραγωγικό.
5.     η αδυναμία του ατόμου να έχει και να διατυπώνει απόψεις πάνω σε κοινωνικά και άλλα προβλήματα, το κάνουν αντικοινωνικό και εριστικό και κάποιες φορές καταλήγει στο φανατισμό.
6.     γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης και έρμαιο των περιστάσεων.
7.     είναι δέσμιο των προκαταλήψεων και των δεισιδαιμονιών.
8.     δεν καλλιεργούνται η κριτική ικανότητα, η αντίληψη, η αντικειμενικότητα και κατά συνέπεια δεν μπορεί να συμμετέχει ενεργά στην πολιτική ζωή.
9.     ο αμόρφωτος δεν είναι ελεύθερος, γιατί η αμάθεια είναι η χειρότερη σκλαβιά.
10.                 αισθάνεται μειονεκτικά απέναντι στους άλλους ανθρώπους.
11.                έχει περιορισμένη αντίληψη για τον κόσμο. 
      
            Β.  για την κοινωνία :
1.     αρνητική επίδραση του αναλφαβητισμού στην οικονομική ζωή του τόπου.
2.     στασιμότητα στην πνευματική ζωή
3.     πολιτιστική καθίζηση, καθώς οι αναλφάβητοι δεν μπορούν να εκτιμήσουν τον πολιτισμό και δεν ενδιαφέρονται για τη διατήρησή του.
4.     οι αναλφάβητοι αποτελούν κίνδυνο για την πολιτική σταθερότητα μιας χώρας : άνθρωποι χωρίς κριτική σκέψη γίνονται εύκολα έρμαια δημοκόπων και θύματα ολοκληρωτικών καθεστώτων.

Μέτρα για την αντιμετώπιση του αναλφαβητισμού :
1.     ατομική προσπάθεια κάθε αναλφάβητου, ώστε να ξεπεράσει το πρόβλημα.
2.     αναπροσανατολισμός της εκπαίδευσης ως προς το περιεχόμενο και τις μεθόδους λειτουργίας της (ανθρωπιστική παιδεία, λιγότερη εξειδίκευση, χρήση διαλόγου).
3.     υποστήριξη οικονομική, κοινωνική και ψυχολογική των οικογενειών που αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης, ώστε τα νεαρά τους μέλη να μπορέσουν να μορφωθούν.
4.     να γίνει ουσιαστικά υποχρεωτική η εκπαίδευση.
5.     να δημιουργηθούν κέντρα αναλφάβητων, περισσότερα νυχτερινά σχολεία και μονάδες λαϊκής επιμόρφωσης για τους ενήλικες αναλφάβητους.
6.     να δημιουργηθούν ειδικά σχολεία για παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες
7.     να αξιοποιηθούν από την πολιτεία τα (εποπτευόμενα από την ίδια) Μ. Μ. Ε. για παροχή εκλαϊκευμένης γνώσης.


Ο αναλφαβητισμός ως διεθνές πρόβλημα : ο αναλφαβητισμός αποτελεί οξύτατο παγκόσμιο πρόβλημα. Μαστίζει κυρίως τις τριτοκοσμικές χώρες, χωρίς αυτό να σημαίνει πως οι ανεπτυγμένες χώρες δεν έχουν μερίδιο στο φαινόμενο. Διεθνείς οργανώσεις, όπως η UNESCO, προσπαθούν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος με εκστρατείες ενημέρωσης των πολιτών και των κρατών. Οι προσπάθειες επικεντρώνονται κυρίως στην θεσμοθέτηση αρχικά (στις υπανάπτυκτες χώρες) και την επέκταση (στις αναπτυγμένες) της βασικής εκπαίδευσης. Και τι ορίζεται ως βασική εκπαίδευση ; Ο ορισμός- διατυπωμένος από την UNESCO- είναι ο ακόλουθος : «βασική εκπαίδευση είναι η παροχή βοήθειας στους αναλφάβητους νέους και ενήλικους, από τους οποίους λείπει η σχολική μόρφωση για να αντιλαμβάνονται τα προβλήματα του περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο ζουν, και να αποκτήσουν σαφή αντίληψη των ατομικών και πολιτικών τους δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.







Θέμα :  ο διάλογος


:  Ορισμός : είναι η συνομιλία /συζήτηση μεταξύ δύο ή περισσότερων ανθρώπων για ένα συγκεκριμένο θέμα. Σκοπός του η τυπική πληροφόρηση ή η προσπάθεια για  βαθύτερη επικοινωνία με στόχο την αναζήτηση της αλήθειας.

:  Είδη : 1. λογοτεχνικός διάλογος
                  2.εσωτερικός (διάλογος με τον εαυτό μας),
                  3. επιστημονικός διάλογος (ανάμεσα στις επιστήμες και τους φορείς τους),
                  4. πολιτικός,
                  5.διακρατικός,
                  6. θρησκευτικός (ανάμεσα σε θρησκείες),
                  7. διδακτικός (με σκοπό τη διδαχή),
                  8.φιλοσοφικός
                  9. καθημερινός κ.λ.π.

:  Προϋποθέσεις για ένα εποικοδομητικό διάλογο :
                   I.      να υπάρχει κοινή γλώσσα ανάμεσα στους διαλεγομένους(όμοιο περίπου μορφωτικό         επίπεδο, για ειδικά, όχι κοινωνικά θέματα).
                II.      αυτοπειθαρχία.
             III.      Ενημέρωση για το θέμα που συζητείται.
             IV.      αποδοχή του πολλαπλού χαραχτήρα της αλήθειας (η αλήθεια έχει πολλές όψεις).
                V.      κατοχύρωση της ελευθερίας έκφρασης σε όλα τα επίπεδα της ατομικής και κοινωνικής ζωής.
             VI.      αποφυγή βιασύνης στην εξαγωγή συμπερασμάτων.
          VII.      αποπροσωποποίηση (αποτρέπει τις διενέξεις και τις λογομαχίες).
       VIII.      αξιοπρεπής στάση απέναντι στη γνώμη των άλλων (προσοχή, σεβασμός, ανοχή).
             IX.      ακριβολογία.
                X.      αντικειμενική σκέψη.
             XI.      Αποφυγή της γενίκευσης, αλλά και της άστοχης απλοποίησης.
          XII.      πραγματική θέληση για επικοινωνία, ειλικρίνεια. Όταν οι διαλεγόμενοι δεν έχουν καμία διάθεση να πεισθούν, ακολουθούν τη διαβόητη τακτική «ου με πείσεις, καν με πείσεις»(=δεν θα με πείσεις, κι αν ακόμη με πείσεις).

:  Πότε δεν μπορεί να διεξαχθεί διάλογος :
                   I.      όταν υπάρχει αντιδικία.
                II.      όταν ο διάλογος προσωποποιείται και πάει να μετατραπεί σε διένεξη.
             III.      όταν δεν υπάρχει διαλεκτική αντίσταση στη γνώμη που διατυπώνουμε και ο συζητητής συμφωνεί εύκολα μαζί μας.
             IV.      όταν οι συνομιλητές δεν είναι του ίδιου πνευματικού επιπέδου.
                V.      όταν διαπιστώνεται διαφορετική γλωσσική αγωγή.
             VI.      όταν οι διαλεγόμενοι κατέχονται από εχθρικά προς το διάλογο στοιχεία, όπως μισαλλοδοξία, μικρόνοια, προλήψεις, φανατισμός.

:  Μέθοδος διαλόγου : η πειθώ. Ο διάλογος προχωράει μέσω της πειθούς. Αυτός που συμμετέχει στο διάλογο προσπαθεί να πείσει για τις ιδέες του, κρίνοντας και τις ιδέες των συνομιλητών του. Παράλληλα θέτει και τις δικές του απόψεις στην κρίση των άλλων. Κρίνει δηλαδή και κρίνεται. Όπλα του είναι η λογική, η εμπειρία, η νηφάλια παρατήρηση της πραγματικότητας και η γνώση. Με αυτά προσπαθεί να πείσει τους συνομιλητές του για την ορθότητα των ιδεών του.

:  Στόχος : η κατάκτηση της αλήθειας. Δεν είναι εύκολο να κατακτήσει κανείς την αλήθεια σε όλος της το πλάτος και βάθος. Υπάρχουν πλευρές της που είτε τις αγνοούμε είτε τις έχουμε παρερμηνεύσει. Γι’ αυτό έχουμε ανάγκη από την σκέψη, τον έλεγχο και τη γνώση του άλλου.

:  Η σημασία / προσφορά του διαλόγου :
Α. για το άτομο :
                   I.      αφυπνίζει το πνεύμα, κρατά το άτομο σε εγρήγορση.
                II.      ευνοεί την ομαλή ένταξη του ατόμου στην κοινωνία (κοινωνικοποίηση και εξομάλυνση κοινωνικών διαφορών).
             III.      οδηγεί στην αυτογνωσία.
             IV.      συντελεί στην ψυχολογική ισορροπία (απαλλάσσει το άτομο από το αίσθημα της μοναξιάς, την εσωστρέφεια, επιλύει συναισθηματικής φύσεως προβλήματα).
     Β. για την κοινωνία :
                   I.      για την παιδαγωγική, αποτελεί είδος διδακτικής μεθόδου που επιτρέπει την καλύτερη εμπέδωση και αφομοίωση των θεμάτων που συζητιούνται.
                II.      αποφεύγονται οι φανατισμοί, οι κοινωνικές αντιπαραθέσεις, οι ανταγωνισμοί, ο δογματισμός, με αποτέλεσμα να επιτυγχάνεται η κοινωνική γαλήνη και ομαλότητα. Τα άτομα συνεργάζονται ομαλά, αναπτύσσουν ορθές διαπροσωπικές σχέσεις και προωθούν το κοινωνικό συμφέρον.
             III.      επέρχεται υλική πρόοδος και οικονομική ανάπτυξη( τα άτομα συνεργάζονται ομαλά, χωρίς διενέξεις και προβλήματα)
             IV.      επικρατεί πολιτική ηρεμία, γιατί με το διάλογο πετυχαίνεται η συναίνεση των κομμάτων, κατοχυρώνονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, απονέμεται κοινωνική δικαιοσύνη και επικρατεί αξιοκρατία.
                V.      διευκολύνονται οι πολιτιστικές ανταλλαγές μεταξύ των λαών(πνευματικά ρεύματα και καλλιτεχνικές αντιλήψεις προωθούνται με το διάλογο).
             VI.      αποβάλλονται οι ακραίες εθνικιστικές αντιλήψεις και οι λαοί συνεργάζονται για όλα τα παγκόσμια προβλήματα, όπως το οικολογικό, οι πόλεμοι, η τρομοκρατία, η πείνα και η αθλιότητα του τρίτου κόσμου.  

:  Τα αίτια εκφυλισμού του διαλόγου στην εποχή μας :
                   I.      η έλλειψη χρόνου (τρόπος ζωής, κυνήγι του κέρδους και της επαγγελματικής καταξίωσης).
                II.      η απομόνωση του ατόμου(δημιουργία τεράστιων πόλεων, απώλεια  της οντότητας / διαφορετικότητας του ατόμου μέσα στο ανώνυμο πλήθος, εκούσιος εγκλεισμός του ανθρώπου στον εαυτό του [εξαιτίας της ολοένα αυξανόμενης εγκληματικότητας], αδιαφορία για το συνάνθρωπο,).
             III.      η συνεχής αναζήτηση της πληρότητας με την αγορά καταναλωτικών αγαθών.
             IV.      η κυριαρχία των Μ. Μ.Ε.
                V.      η φθορά της γλώσσας ( ο αυταρχικός και μονοδιάστατος χαρακτήρας της εκπαίδευσης και η ευρύτερη αγωγή δεν ευνοούν τη διαφορετικότητα στις απόψεις και την προώθηση ενός γόνιμου και ουσιαστικού διαλόγου).














Επιμέρους θέματα :


:  διάλογος και δημοκρατία : ο διάλογος είναι συστατικό στοιχείο της δημοκρατίας. Σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα τα προβλήματα επιλύονται μέσω του διαλόγου. Η διακυβέρνηση μιας δημοκρατικής χώρας ασκείται μέσα από το διάλογο που αναπτύσσεται στο πλαίσιο των δημοκρατικών θεσμών : η βουλή νομοθετεί μετά από διάλογο, η κυβέρνηση ασκεί εξουσία μέσα από το διάλογο (υπουργικό συμβούλιο), η κυβέρνηση ελέγχεται μέσα από την κριτική και το διάλογο με τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Ο διάλογος αυτός δεν είναι πάντα ειδυλλιακός. Ούτε οδηγεί πάντα σε λύσεις. Συχνά συνοδεύεται από οξύτητες, εμπάθειες, και μπορεί να οδηγήσει σε συγκρούσεις. Ωστόσο είναι μονόδρομος για την επίλυση προβλημάτων, καθώς δεν έχουμε άλλο εναλλακτικό για να λύσουμε τις διαφορές μας.
           (Αλλά και διάλογος χωρίς δημοκρατία δεν υφίσταται : μόνο μέσα από τις αρχές που   
   .        αυτή πρεσβεύει (ελευθερία του λόγου, της σκέψης), το άτομο μπορεί να εκφράσει τις  
 .          σκέψεις, τις ιδέες του ανεμπόδιστα, «χωρίς φόβο και χωρίς πάθος»).

:  διάλογος και επιστήμη: η επιστημονική γνώση αναπτύσσεται χάρη στο διάλογο. Τα επιστημονικά συνέδρια λόγου χάρη είναι ένα ανοιχτό βήμα διαλόγου. Ο επιστήμονας παρουσιάζει μια ανακάλυψη ή τα πορίσματα της έρευνάς του και τα θέτει στην κρίση και την κριτική των συναδέλφων του, για να επαληθευτούν τα πορίσματα του, να τροποποιηθούν ή να καταρριφθούν. Έτσι προχωρά η επιστημονική έρευνα.

:  διάλογος και τέχνη : ο καλλιτέχνης δεν αρκεί να έχει μόνο ταλέντο. Χρειάζεται να έχει συνεχή διάλογο με τη σκέψη και τα δημιουργήματα των ομοτέχνων του. Αν θεωρήσει ότι μπορεί να αυτάρκης, θα μείνει στη μετριότητα. Αλλά και ο αποδέκτης της τέχνης μπορεί να διαλέγεται με το αντικείμενο τέχνης (βιβλίο, πίνακας ζωγραφικής, γλυπτό, κινηματογράφος κ.τ.λ.)., καθώς πολλές φορές η επαφή μαζί του προκαλεί διάφορα συναισθήματα και ενίοτε αναπτύσσεται μια άδηλη εσωτερική σχέση (ταύτιση με το αντικείμενο ή το δημιουργό του, συγκίνηση …).

:  διάλογος και εκπαίδευση : απαραίτητη προϋπόθεση για μια δημοκρατική εκπαίδευση είναι ο διάλογος: το Υπουργείο Παιδείας πρέπει να επιδιώκει το διάλογο με την επιστημονική κοινότητα, με εκπροσώπους των καθηγητών, των γονιών, αλλά και των μαθητών για την εκπαιδευτική πολιτική του και τα εκπαιδευτικά προγράμματα που προτίθεται να εφαρμόσει · στο δημοκρατικό σχολείο ο διευθυντής πρέπει να βρίσκεται σε διάλογο με τους καθηγητές και τα συμβούλια των μαθητών για να αντιμετωπίζονται τα προβλήματα και να ασκείται απρόσκοπτα η εκπαιδευτική δραστηριότητα. Τέλος, ιδιαίτερη σημασία έχει η εκπαιδευτική μέθοδος του καθηγητή να στηρίζεται στο διάλογο ανάμεσα σ’ αυτόν και τους μαθητές. Όταν τα μάθημα είναι ο μονόλογος του καθηγητή, τότε η ωφέλεια για τους μαθητές είναι ελάχιστη. Ο διάλογος οδηγεί όχι μόνο στη γνώση, αλλά και στην κοινωνικοποίηση και την αυτογνωσία.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου